Γεωλογικό Μουσείο του Ερεβάν |
Δανιέλ Δανελιάν καθηγητής παλαιοντολογίας στο Πανεπιστήμιο της Λιλ στη Γαλλία
Επιμέλεια κειμένου: Δρ. Ε. Γεωργιάδου-Δικαιούλια, ομότιμος καθηγήτρια του τμήματος γεωλογίας και γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών
Τεύχος: Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2009
Φυσική ομορφιά και γεωλογική ποικιλομορφία
Η Αρμενία είναι μία από τις σπάνιες χώρες που, αν και μικρή σε έκταση, είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη για την πολυπλοκότητα και πλούσια ποικιλία των γεωλογικών της δομών και πετρωμάτων. Σε μια μικρή περιοχή μπορεί κανείς να παρατηρήσει τα αποτελέσματα πάμπολλων γεωλογικών διεργασιών που έλαβαν χώρα στο παρελθόν, εκ των οποίων ορισμένα συνεχίζουν να είναι σε δράση μέχρι και σήμερα. Μερικά από τα γεωλογικά αντικείμενα που μαρτυρούν τη μακρόχρονη και πολύπλοκη γεωλογική ιστορία της Αρμενίας είναι από τη μια μεριά προκάμβρια (αρχαιότερα από 540 εκατομμύρια χρόνια) μεταμορφωμένα πετρώματα και από την άλλη εκχύσεις ηφαιστειακών λαβών σχεδόν σύγχρονες της εποχής μας. Παχιά ιζηματογενή πετρώματα είτε θαλάσσιας είτε λιμναίας προέλευσης, εγκλείουν μέσα τους πολλές πληροφορίες σχετικά με τις περιβαλλοντολογικές και κλιματικές συνθήκες που επικρατούσαν στο γεωλογικό παρελθόν. Ένα από τα πιο αξιόλογα γεωλογικά αντικείμενα της χώρας, παγκόσμιου ενδιαφέροντος, είναι οι εμφανίσεις ιζηματογενών στρωμάτων που επιτρέπουν τη μελέτη του μαζικού αφανισμού ειδών που έλαβε χώρα πριν περίπου 250 εκατομμύρια χρόνια και που εξολόθρευσε περίπου το 95% των ειδών που ζούσαν στη Γη προς το τέλος του Παλαιοζωικού αιώνα.
Το μουσείο με δύο λόγια
Το Γεωλογικό Μουσείο του Ερεβάν έχει ως στόχο την παρουσίαση της γεωλογικής ποικιλομορφίας της Αρμενίας μέσα από την έκθεση ορισμένων αντιπροσωπευτικών δειγμάτων από ορυκτά και πετρώματα της χώρας. Ένα άλλο μεγάλο τμήμα της έκθεσης του μουσείου είναι αφιερωμένο στην παλαιοντολογική ποικιλομορφία της Αρμενίας, εκεί παρουσιάζονται απολιθώματα από την πανίδα και χλωρίδα του γεωλογικού παρελθόντος της χώρας. Το μουσείο ιδρύθηκε το 1937 και αποτελεί, διοικητικά, τμήμα του Γεωλογικού Ινστιτούτου της Ακαδημίας Επιστημών της Αρμενίας (η οποία αντιπροσωπεύει τον κύριο ερευνητικό οργανισμό της χώρας). Μέχρι πρόπερσι (που είχα την ευκαιρία να το επισκεφθώ) το μουσείο βρισκόταν ακόμα στην οδό Αμποβιάν, κοντά στην κεντρική πλατεία του Ερεβάν. Μαθαίνω, όμως, από τους αρμένιους συναδέλφους ότι πρόσφατα μεταφέρθηκε σε καινούργιο κτίριο, που βρίσκεται μέσα στο χώρο της Ακαδημίας Επιστημών, στη λεωφόρο Στρατηγού Μπαγκραμιάν, απέναντι από το Κοινοβούλιο. Το μουσείο δέχεται πολλές επισκέψεις από σχολεία της χώρας και είναι ανοικτό για το κοινό κάθε Δευτέρα και Παρασκευή μεταξύ 11 π.μ. και 4 μ.μ.
Ορυκτά και πετρώματα: ποικιλία και οικονομικό ενδιαφέρον
Ένα σημαντικό κομμάτι του μουσείου είναι αφιερωμένο στην έκθεση της μεγάλης ποικιλίας των ορυκτών, πετρωμάτων και μεταλλευμάτων που εγκλείει η χώρα. Έτσι, ο επισκέπτης μπορεί να παρατηρήσει διάφορα πετρώματα που έχουν οικονομικό ενδιαφέρον ως δομικά υλικά, όπως είναι για παράδειγμα τα πανέμορφα μάρμαρα και οι γρανίτες της χώρας. Η Αρμενία είναι κλασικό παράδειγμα ηφαιστειογενούς χώρας. Η μεγάλη ποικιλία βασαλτικών λαβών είναι άφθονα εκτεθειμένη στο μουσείο, όπως επίσης και οι περίφημοι πορτοκαλοκόκκινοι χρωματιστοί ηφαιστειακοί τόφφοι, που έχουν χρησιμοποιηθεί στα περισσότερα παλιά και παραδοσιακά κτίρια του Ερεβάν. Το πετρολογικό τμήμα του μουσείου εκθέτει επίσης μεταλλεύματα και ορυκτά που βρίσκονται σε αφθονία στη χώρα. Η Αρμενία είναι γνωστή από τους ιστορικούς χρόνους για τα μεταλλευτικά της πλούτη, όπως χρυσός, χαλκός, σίδηρος, αντιμόνιο και διάφοροι άλλοι ημιπολύτιμοι λίθοι. Παλιά εργαλεία και ίχνη παλιάς μεταλλουργικής επεξεργασίας έχουν βρεθεί σε σημερινούς μεταλλευτικούς χώρους. Είναι αξιοσημείωτο ότι μεταλλουργικά κέντρα της εποχής του χαλκού είναι γνωστά στη χώρα. Μια φιάλη με πετρέλαιο ενημερώνει τον επισκέπτη ότι η Αρμενία περικλείει επίσης υδρογονάνθρακες στο υπέδαφός της, οι οποίοι όμως δεν έχουν βρεθεί σε ποσότητες που να παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον.
Τα μηνύματα που μεταφέρουν τα απολιθώματα
Τα ιζηματογενή πετρώματα της Αρμενίας περικλείουν μια μεγάλη ποικιλία απολιθωμένων οργανισμών διαφόρων ηλικιών. Τα πιο παλιά είναι περίπου 400 εκατομμυρίων χρόνων, ενώ τα πιο σύγχρονα προέρχονται από τα ιζήματα της λίμνης Σεβάν. Τα απολιθώματα είναι πολύτιμη πηγή πληροφοριών για πάμπολλες μορφές ζωής του παρελθόντος, πολλές εκ των οποίων δεν έχουν ζωντανούς αντιπροσώπους σήμερα, λόγω των αργών ή ραγδαίων βιολογικών αφανισμών. Η ποικιλομορφία των διαφόρων μορφών ζωής που υπάρχει σήμερα στη φύση είναι αποτέλεσμα της διαδικασίας που ονομάζουμε εξέλιξη των ειδών (γνωστή ως θεωρία του Δαρβίνου, του λαμπρού άγγλου φυσιοδίφη του οποίου γιορτάζουμε φέτος τη 200ή επέτειο από τη γέννησή του και την 150ή επέτειο της έκδοσης του βιβλίου του «Η καταγωγή των ειδών»). Ο επισκέπτης του Γεωλογικού Μουσείου στο Ερεβάν μπορεί να θαυμάσει ενδιαφέρουσες συλλογές από θαλασσινά κεφαλόποδα, όπως οι αμμωνίτες που εξαφανίσθηκαν κατά τη διάρκεια των μαζικών αφανισμών στο τέλος του Κρητιδικού. Άλλα μαλάκια, όπως τα γαστερόποδα που έχουν βρεθεί στις διάφορες νεογενείς ιζηματολογικές λεκάνες της Αρμενίας, καλύπτουν μεγάλο κομμάτι από τα εκθέματα του μουσείου. Υπολείμματα από ανώτερα σπονδυλωτά, όπως προϊστορικά ελάφια που έχουν βρεθεί σε ιζήματα της λίμνης Σεβάν, ελκύουν το βλέμμα του επισκέπτη. Η επιφάνεια της λίμνης ήταν άλλωστε προπολεμικά 20 μέτρα υψηλότερη από ότι είναι σήμερα και επομένως κάλυπτε στο παρελθόν μια πολύ μεγαλύτερη επιφάνεια. Ένα μοναδικό και σίγουρα το πιο εντυπωσιακό έκθεμα του μουσείου αποτελεί ένας πλήρως ανακατασκευασμένος σκελετός προϊστορικού ελέφαντα (mamuthus trongotherii), που βρέθηκε το 1932 μέσα σε πυροκλαστικές αμμώδεις αποθέσεις κατά την οικοδόμηση της πόλης Γκιουμρί. Αυτός ο προϊστορικός ελέφαντας ζούσε στο στεππώδες περιβάλλον της λεκάνης του Σιράκ πριν από 600-700 χιλιάδες χρόνια.
Τα απολιθώματα αποτελούν το κύριο επιστημονικό αντικείμενο για την κατανόηση των γεγονότων μαζικών αφανισμών ειδών του παρελθόντος. Τα παγκόσμια παλαιοντολογικά δεδομένα και αρχεία μας πληροφορούν για την ύπαρξη 5 τέτοιων σημαντικών γεγονότων μαζικών αφανισμών που έλαβαν χώρα τα τελευταία 540 εκατομμύρια χρόνια της ιστορίας του πλανήτη μας. Η ανθρωπογενής υπερθέρμανση του κλίματος της Γης και η παράλληλη οικολογική αναστάτωση που προκαλούμε στα διάφορα γήινα οικοσυστήματα, προβάλλει έντονα τον κίνδυνο ενός επερχόμενου 6ου μεγάλου γεγονότος μαζικών αφανισμών ειδών, γεγονός που έχει προκαλέσει μια αναγέννηση στην παλαιοντολογική γνώση και μεθοδολογία. Η έρευνα των απολιθωμάτων αποτελεί σήμερα αδιαίρετο κομμάτι πολλών επιστημονικών προγραμμάτων που στόχο έχουν την καλύτερη κατανόηση των οικολογικών και περιβαλλοντολογικών ισορροπιών του πλανήτη μας. Η βιοποικιλότητα που παρατηρούμε σήμερα τριγύρω μας, είναι αποτέλεσμα της προσαρμογής και εξέλιξης των ζωντανών οργανισμών στις βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις και μακροπρόθεσμες μεταβολές του περιβάλλοντος μέσα στα οποία ζούσαν Τα απολιθώματα βοηθούν τον επισκέπτη του Γεωλογικού Μουσείου στο Ερεβάν να γνωρίσει τις διάφορες μορφές ζωής του παρελθόντος και να καταλάβει την πορεία των εξελικτικών διεργασιών που έδρασαν σε σχέση με τις παγκόσμιες κλιματικές και περιβαλλοντολογικές αλλαγές που γνώρισε ο πλανήτης μας στο παρελθόν. |