Ανεξαρτησία και οικονομική εξάρτηση |
Σαρκίς Αγαμπατιάν Απρίλιος-Ιούνιος 2012 Τεύχος 73
Τον Απρίλιο του 2011 το εξωτερικό χρέος της Αρμενίας έφθασε τα 3,382 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Αρμενία οφείλει στην Παγκόσμια Τράπεζα 1,305 δισ. δολάρια που αντιστοιχούν στο 38,6% του συνολικού χρέους, καθώς και 1,19 δισ. δολάρια σε διάφορους οργανισμούς που συνδέονται με αυτήν. Η χώρα χρωστάει επίσης στον ΟΠΕΚ, στην Ασιατική Τράπεζα Αναπτύξεως, στο Διεθνές Ίδρυμα για την Αγροτική Ανάπτυξη, στο ΔΝΤ καθώς και στις Ρωσία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Γαλλία και Γερμανία. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και την ανεξαρτητοποίηση της Αρμενίας, η οικονομία της χώρας κατέρρευσε. Η εφαρμογή των διαρθρωτικών προγραμμάτων προσαρμογής των Διεθνών Οικονομικών Ιδρυμάτων έθεσε τη μακρο-οικονομική πολιτική της Αρμενίας υπό τον έλεγχο της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ Το ΔΝΤ εποπτεύει στενά και χορηγεί βοήθεια προς την Κεντρική Τράπεζα της χώρας, πράγμα που σημαίνει ότι το ΔΝΤ - και όχι η αρμενική κυβέρνηση - είναι αυτό που ελέγχει την κυκλοφορία του χρήματος και στέκεται εμπόδιο στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης. Αδυνατώντας να εφαρμόσει τη δική της οικονομική πολιτική με την αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών της πόρων, η αρμενική κυβέρνηση βρίσκεται ολοένα και περισσότερο εξαρτημένη από τις διεθνείς πηγές χρηματοδότησης, με αποτέλεσμα να διογκώνεται αναπόφευκτα το χρέος της. Ο Ζόζεφ Στίγκλιτς, πρώην διευθυντής της Παγκόσμιας Τράπεζας, που έχει τιμηθεί με το Νόμπελ οικονομίας, είχε δηλώσει κάποτε τα εξής: «Οι ηγέτες των χωρών συνήθως δεν φέρνουν αντίρρηση στην πώληση των κρατικών βιομηχανιών τους. Χρησιμοποιούν τις απαιτήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για να φιμώσουν την κριτική στο εσωτερικό της χώρας τους. Το 10% των προμηθειών που καταβάλλεται στους ντόπιους υπουργούς φαίνεται πως ικανοποιεί το όνειρό τους για γρήγορο πλουτισμό. Αυτό που κάνουν συνήθως είναι να βάλουν στο χέρι μερικά εκατομμύρια και να τα καταθέσουν στις ελβετικές τράπεζες. Η κυβέρνηση των Η.Π.Α. το γνωρίζει αυτό». Φυσικά για όσο διάστημα οι κυβερνώντες συναινούν στις δανειακές συμβάσεις, χρηματοδοτούν και την επανεκλογή τους. Για να το πούμε πιο απλά: οι Αρμένιοι κυβερνώντες θα πρέπει να πουλούν την κρατική περιουσία της χώρας για να πληρώνουν μόνο τους τόκους του κεφαλαίου που έχουν δανειστεί. Υπό αυτές τις συνθήκες η Αρμενία δεν είναι σε θέση να αναπτύξει την εθνική της οικονομία που να βασίζεται στους δικούς της πόρους. Επί 70 χρόνια η Αρμενία δεν ήλεγχε την τύχη της όντας υπό σοβιετικό καθεστώς. Τώρα, στα 20 χρόνια της λεγόμενης ανεξαρτησίας, οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί ορίζουν τη μοίρα της. Η μόνη διαφορά είναι, ότι τώρα ο πληθυσμός εξαναγκάζεται να μεταναστεύσει, καθιστώντας πιο ευάλωτο το αρμενικό έθνος. Κατά τα τελευταία χρόνια της σοβιετικής διακυβέρνησης ο πληθυσμός της Αρμενίας πλησίαζε τα τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους. Σήμερα, είναι ζήτημα αν ξεπερνάει τα δυόμισι. Η επιρροή της Δύσης αλλάζει και «μολύνει» αργά αλλά σταθερά το χαρακτήρα του εναπομείναντα πληθυσμού. Η αρμενική κυβέρνηση έχει δανειστεί τεράστια ποσά από ξένα πιστωτικά ιδρύματα και είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει ποτέ να τα εξοφλήσει. Ο λόγος που οι διεθνείς τράπεζες «καίγονται» να δανείσουν χρήματα, είναι διότι έτσι μπορούν να υπαγορεύουν και να επιβάλουν τη θέλησή τους σ’ αυτήν. Είναι δύσκολο για ένα μικρό έθνος όπως η Αρμενία ν’ αντέξει στις εξωτερικές πιέσεις και τις δυνάμεις εκείνες που επιβουλεύονται την ύπαρξή του. Η κυρίαρχη μέθοδος για να εξασθενίσουν τις αντιστάσεις του πληθυσμού προωθείται μέσω του επιπολιτισμού δηλαδή της μαζικής υιοθέτησης ξένων προτύπων, τρόπων και πολιτισμικών χαρακτηριστικών ενός άλλου πολιτισμού, της αλλοίωσης των χαρακτηριστικών της εθνικής του ταυτότητας, της στασιμότητας της οικονομίας με στόχο τη μετανάστευση του πληθυσμού. Θα καταφέρει ποτέ η Αρμενία να ορίσει τη μοίρα της και να γίνει κυρίαρχη του πλούτου της; Ο χρόνος θα δείξει. |