Η στρατιωτική ήττα των Αρμενίων στο Αρτσάχ και γιατί αυτή αφορά την Ελλάδα |
Κείμενο-φωτογραφίες: Χρήστος Ρανταβέλλας Μάιος- Αύγουστος 2021, τεύχος 107 Έλληνες και Αρμένιοι είναι δύο αδελφικά έθνη που έχουν κοινή ιστορική πορεία, ζήσανε κοινές τραγωδίες και γενικά έχουν συμπορευτεί σε κοινούς αγώνες, παρά τις όποιες διαφορές μπορεί να είχαν μεταξύ τους περιστασιακά. Την Γενοκτονία των Αρμενίων από τους Τούρκους, ακολούθησε η Γενοκτονία των Ασσυρίων, των Ποντίων και των άλλων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, ενώ υπήρξαν και Αρμένιοι που εντάχθηκαν και πολέμησαν στις τάξεις του ελληνικού στρατού κατά τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας1. Οι Αρμένιοι τα πρώτα χρόνια εκτέλεσαν κάποιους από τους υπευθύνους των σφαγών και μετά από κάποιες δεκαετίες έθεσαν ως πρωταρχικό στόχο της πολιτικής τους τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας με σημαντικά έως σήμερα αποτελέσματα. Στο πλαίσιο αυτό δημιούργησαν σε ένα λόφο του Γερεβάν ένα επιβλητικό Μνημείο και Μουσείο της Αρμενικής Γενοκτονίας. Ουσιαστικά ήταν αυτοί που «έδειξαν το δρόμο» στους Ποντίους για να ξεκινήσουν πολύ αργότερα το δικό τους αγώνα προκειμένου να αναγνωριστεί τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς η δική τους Γενοκτονία. Στην Ελλάδα υπάρχουν ελληνο-αρμενικές κοινότητες που βρίσκονται σε διάφορες πόλεις όπως στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο, Κομοτηνή, Ξάνθη, Αλεξανδρούπολη, Καλαμάτα και αλλού. Οι κοινότητες αυτές είναι υποδειγματικά ενταγμένες στην ελληνική κοινωνία. Στις 15 Αυγούστου 2020, ενάμισι περίπου μήνα πριν το ξέσπασμα της πολεμικής σύρραξης, η Αρμενία με τις περιορισμένες οικονομικές, διπλωματικές, στρατιωτικές δυνατότητες της και παρά το γεγονός ότι βρισκόταν υπό αζερική πολεμική απειλή - στις 12 Ιουλίου είχαν ξεσπάσει πολυήμερες συγκρούσεις στα σύνορα Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν που είχαν ως αποτέλεσμα δεκάδες θύματα - πήρε επίσημα θέση στην ελληνο-τουρκική διαμάχη και εξέφρασε την αλληλεγγύη της προς την ελληνική και κυπριακή πλευρά. Σε σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών της Αρμενίας για τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, οι Αρμένιοι υπήρξαν σαφείς και κατηγορηματικοί και ανέφεραν τα εξής: «Παρακολουθούμε στενά τις τελευταίες εξελίξεις και τη ναυτική κινητοποίηση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο που προκαλούνται από τις τουρκικές παράνομες και προκλητικές ενέργειες. Αυτή η αποσταθεροποιητική στάση στην Ανατολική Μεσόγειο εκδηλώνει τη συνεχιζόμενη επιθετική και επεκτατική πολιτική που ακολουθεί η Τουρκία στις γειτονικές της περιοχές. Επαναλαμβάνουμε τη σαφή υποστήριξη και την αλληλεγγύη της Αρμενίας με την Ελλάδα και την Κύπρο και καλούμε την Τουρκία να αποκλιμακώσει την κατάσταση, να σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο και να σταματήσει όλες τις ενέργειες εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της Ελλάδας και της Κύπρου». Η ανακοίνωση αυτή προκάλεσε την οργή της Τουρκίας που έκανε λόγο για «ύπουλη συμμαχία» και «συμμαχία του κακού». Αρτσάχ – Ιστορικά στοιχεία Ο πόλεμος στο Αρτσάχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ) που ξέσπασε στις 27 Σεπτεμβρίου και τον οποίο προκάλεσαν οι Αζέροι με την ενθάρρυνση και την πολύπλευρη υποστήριξη της Τουρκίας, κατέληξε στις 9 Νοεμβρίου στη συνθηκολόγηση-ήττα της Αρμενίας που υποχρεώθηκε να παραδώσει σημαντικά εδάφη στο Αζερμπαϊτζάν, εδάφη που είχε κερδίσει στον προηγούμενο πόλεμο τη δεκαετία του ‘90. Η συγκεκριμένη διαμάχη είναι «κληρονομιά» της Σοβιετικής Ένωσης. Με απόφαση του Περιφερειακού Γραφείου Καυκάσου του Κομμουνιστικού Κόμματος στις 5 Ιουλίου του 1921 αποφασίστηκε η περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ - μια περιοχή στην οποία οι Αρμένιοι αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού - να παραμείνει στο Αζερμπαϊτζάν με καθεστώς ευρείας περιφερειακής αυτονομίας. Η απόφαση αυτή ανέτρεψε απόφαση του ίδιου οργάνου τής προηγούμενης μέρας που είχε καταλήξει με πλειοψηφία να παραχωρήσει την περιοχή στην Αρμενία. Οι Αρμένιοι Μπολσεβίκοι διαμαρτυρήθηκαν στη συνέχεια για την απόφαση αυτή χωρίς όμως να καταφέρουν να αλλάξουν κάτι. Το 1923 καθορίστηκαν τα σύνορα του Ναγκόρνο Καραμπάχ και το καθεστώς του ως αυτόνομη περιοχή εντός των ορίων της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν2. Μπορεί τα χρόνια του σοσιαλισμού οι δύο λαοί να συμβίωναν θεωρητικά ειρηνικά και αρμονικά, ουσιαστικά όμως υπήρχαν σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων των Αρμενίων στο Καραμπάχ από τους Αζέρους και έτσι ήταν θέμα χρόνου το ξέσπασμα της σύγκρουσης όπως και έγινε λίγο πριν και αμέσως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης 3. Οι συγκρούσεις ουσιαστικά ξεκίνησαν όταν οι Αρμένιοι του Καραμπάχ το 1988 εξέφρασαν επίσημο αίτημα μεταβίβασης της Ανεξάρτητης Περιοχής του Ορεινού Καραμπάχ από το Σοβιετικό Αζερμπαϊτζάν στην Σοβιετική Αρμενία. Μετά τη λήξη των πολεμικών συγκρούσεων το 1994 υπό τον έλεγχο των Αρμενίων βρέθηκε σχεδόν όλο το έδαφος του Ναγκόρνο Καραμπάχ, αλλά και κάποιες γειτονικές περιοχές του Αζερμπαϊτζάν. Για αυτό και έχει επισημανθεί ότι σε αυτή τη σύγκρουση αντιπαρατίθενται σε νομικό επίπεδο Διεθνούς Δικαίου η Αρχή της Εδαφικής Ακεραιότητας που επικαλείται το Αζερμπαϊτζάν και η Αρχή της Αυτοδιάθεσης που επικαλείται η Αρμενία. Οι Αρμένιοι υποστηρίζουν ότι «η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας του Ναγκόρνο – Καραμπάχ» ήταν σε πλήρη συμμόρφωση με τον ισχύοντα σοβιετικό νόμο που επέτρεπε στις αυτόνομες περιοχές να ενεργοποιήσουν τη διαδικασία ανεξαρτητοποίησις τους. Στην προκειμένη περίπτωση η ανεξαρτητοποίηση ενεργοποιήθηκε με δημοψήφισμα στις 10 Δεκεμβρίου 1991, ένα δημοψήφισμα που με συντριπτική πλειοψηφία υποστήριξε την ανεξαρτησία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ από την ήδη αποσχισθείσα από τη Σοβιετική Ένωση Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν και στο οποίο οι κάτοικοι αζερικής καταγωγής δε συμμετείχαν καθώς το μποϊκόταραν. Διεθνώς δεν έχει αναγνωριστεί η ανεξαρτησία της Δημοκρατίας του Αρτσάχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ) και η περιοχή θεωρείται έδαφος του Αζερμπαϊτζάν. Το Μάρτιο του 2008 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με ψήφισμά της αναγνωρίσε το Ναγκόρνο Καραμπάχ ως μέρος της αζερικής επικράτειας. Ζήτησε μάλιστα από τις αρμενικές στρατιωτικές δυνάμεις να εγκαταλείψουν τις περιοχές που είχαν κατακτήσει, τις οποίες χαρακτήριζε «κατεχόμενες». Υπέρ της απόφασης αυτής ψηφίσαν 39 χώρες, 7 ψήφισαν κατά (μεταξύ των οποίων Γαλλία, Ρωσία και ΗΠΑ), ενώ 100 χώρες απείχαν από την ψηφοφορία μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Η σύγκρουση παρέμενε σχετικά «παγωμένη» τα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι το νέο πόλεμο το 2020. Η διεθνής κοινότητα έχει παρέμβει για την εξεύρεση λύσης κυρίως μέσω της Ομάδας Μινσκ του Οργανισμού για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), που δημιουργήθηκε το 1992 και στην οποία συμπροεδρεύουν η Ρωσία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ, ενώ μόνιμα μέλη της ομάδας είναι η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, η Λευκορωσία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Σουηδία, η Φινλανδία και η Τουρκία. Κάποιες μικρής κλίμακας συγκρούσεις συνέβαιναν κατά καιρούς στα σημεία τριβής, με την πιο σοβαρή κλιμάκωση να λαμβάνει χώρα τον Απρίλιο του 2016 στη γραμμή επαφής του Ναγκόρνο Καραμπάχ με θύματα και από τις δύο πλευρές, ενώ υπήρξαν και κάποιες μικρές εδαφικές απώλειες για τους Αρμενίους. Τόσο ο σύντομος πόλεμος του 2016, όσο και ο υπερεξοπλισμός του Αζερμπαϊτζάν έδειχναν ότι υπήρχε οργανωμένο σχέδιο των Αζέρων να ανακαταλάβουν στρατιωτικά τμήματα της, ελεγχόμενης από τους Αρμένιους, περιοχής του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Η στάση Τουρκίας-Ρωσίας Στον πόλεμο των 44 ημερών του 2020 που έληξε με νίκη των Αζέρων και συνθηκολόγηση της Αρμενίας, η Τουρκία είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Ήταν αυτή που ενθάρρυνε, οργάνωσε και συντόνισε τον πόλεμο με την αποστολή υψηλόβαθμου στρατιωτικού προσωπικού, την πώληση σύγχρονου στρατιωτικού εξοπλισμού και με τη μίσθωση και μεταφορά τζιχαντιστών από τη Συρία. Επιδίωξε μία ολοκληρωτική νίκη των Αζέρων και αν δεν επενέβαινε διπλωματικά η Ρωσία είναι πιθανόν να την πετύχαινε. Με την ενεργό συμμετοχή της στον πόλεμο αυτό η Τουρκία αδελφοποιήθηκε στο πεδίο της μάχης με το Αζερμπαϊτζάν, αναβάθμισε το ρόλο της στην περιοχή του Καυκάσου, επιβεβαίωσε σε ένα ακόμη πολεμικό μέτωπο ότι μπορεί να πετυχαίνει νίκες χωρίς να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τις διεθνείς αντιδράσεις και έκανε επίδειξη σε όλον τον κόσμο της αποτελεσματικότητας των όπλων της και συγκεκριμένα των πολεμικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών που η ίδια κατασκευάζει. Η Ρωσία, αν και είχε αμυντική συμφωνία με την Αρμενία και βάσεις στο έδαφός της, δεσμεύτηκε να τη βοηθήσει μόνο αν ο πόλεμος περνούσε στο αρμενικό έδαφος. Η Δημοκρατία του Αρτσάχ (Ναγκόρνο Καραμπάχ) ήταν de facto (εκ των πραγμάτων) ένα έδαφος στο οποίο διέμεναν και διοικούσαν μόνο Αρμένιοι, έστω και αν η κρατική του υπόσταση δεν είχε αναγνωριστεί από καμία χώρα της διεθνούς κοινότητας, ούτε καν από την ίδια την Αρμενία. Η Ρωσία ωστόσο δεν αναγνώριζε το Αρτσάχ ως αρμενικό έδαφος ώστε να ενεργοποιήσει την αμυντική συμφωνία και να επέμβει στρατιωτικά. Υπάρχει βέβαια η άποψη ότι υπήρξαν συγκεκριμένες στρατιωτικές ενέργειες των Τούρκων και των Αζέρων που έλαβαν χώρα στο έδαφος της Αρμενίας και ότι η Ρωσία θα μπορούσε αν ήθελε να ενεργοποιήσει το άρθρο 4 της Συμφωνίας Συλλογικής Ασφάλειας του CSTO (Οργανισμός της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας) στον οποίο συμμετέχουν η Ρωσία, η Λευκορωσία, η Αρμενία, το Καζακστάν, το Κιργιζιστάν και το Τατζικιστάν4. Η Ρωσία μεσολάβησε αποφασιστικά για τον τερματισμό της σύρραξης μόνο όταν οι Αζέροι κατέκτησαν σημαντικά εδαφικά κέρδη στο πεδίο της μάχης και κυρίως όταν κατέλαβαν τη στρατηγικής σημασίας πόλη Σουσί. Από την οχυρή αυτή πόλη περνάει ο δρόμος που ενώνει την Αρμενία με την πρωτεύουσα του Αρτσάχ, Στεπανακέρτ και υπήρχε ο κίνδυνος όχι μόνο να πέσει στα χέρια των Αζέρων το Στεπανακέρτ, αλλά και να κυκλωθεί ο στρατός των Αρμενίων. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Αρτσάχ Αραϊκ Χαρουτιουνιάν σε μήνυμά του αναγνώρισε ότι αυτό που επέβαλε την υπογραφή τής οδυνηρής για τους Αρμενίους συμφωνίας ήταν το στρατιωτικό αδιέξοδο και η πιθανή απώλεια όλου του Αρτσάχ5. Η Ρωσία με τη συμφωνία αυτή και την αποστολή των ρωσικών ειρηνευτικών στρατευμάτων εδραίωσε την παρουσία της στην περιοχή και διέσωσε τους Αρμένιους και το καθεστώς του Αρτσάχ από πιθανή συντριβή. Τους επέτρεψε να διατηρήσουν ένα μέρος του Ναγκόρνο Καραμπάχ, την ίδια στιγμή όμως τους υποχρέωσε ή υποχρεώθηκαν εκ των πραγμάτων να κάνουν σημαντικές εδαφικές παραχωρήσεις που ικανοποίησαν το Αζερμπαϊτζάν και την Τουρκία. Στη συμφωνία παραμένει ασαφές το καθεστώς των εδαφών που παραμένουν στην κατοχή των Αρμενίων. Με τη συμφωνία αυτή, οι Ρώσοι αποτρέπουν τη μελλοντική ένταξη των Αζέρων στο ΝΑΤΟ. Επίσης μεγαλώνουν την εξάρτηση των Αρμενίων από τη Ρωσία και οι Αρμένιοι προσδένονται ακόμη περισσότερο στο άρμα της ρωσικής πολιτικής αφού πλέον η ασφάλεια των Αρμενίων στο Αρτσάχ και το καθεστώς της περιοχής εξαρτάται και από τις ρωσικές ειρηνευτικές δυνάμεις. Η συμφωνία που υπογράφτηκε απέδειξε για ακόμη μια φορά ότι η Ρωσία και η Τουρκία είναι σε θέση να διαπραγματευτούν και να καταλήξουν σε επωφελείς, και για τις δύο χώρες, συμφωνίες ακόμη και σε περιοχές όπου θεωρητικά έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα. Το Ισραήλ, όχι μόνο πριν αλλά πιθανότατα και κατά τη διάρκεια του πολέμου, πούλησε υπερσύγχρονο στρατιωτικό εξοπλισμό και τεχνολογίες συλλογής πληροφοριών στους Αζέρους, τα οποία σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην τουρκο-αζερική επικράτηση6. Οι λόγοι αυτοί της αζερο-ισραηλινής συνεργασίας είναι οικονομικοί και στρατηγικοί. Οικονομικοί καθώς από τη μία οι Ισραηλινοί πουλάνε πολεμικούς εξοπλισμούς στο Αζερμπαϊτζάν και από την άλλη αγοράζουν αζερικό πετρέλαιο για να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες. Στρατηγικοί γιατί σχετίζονται με τη μεγάλη εχθρότητα των Ισραηλινών προς το Ιράν, καθώς το Ιράν συνορεύει με το Αζερμπαϊτζάν, ενώ υπάρχει και σημαντική αζερική μειονότητα στο έδαφός του πρώτου. Η πώληση υπερσύγχρονων εξοπλισμών στο Αζερμπαϊτζάν ήταν ο λόγος που η Αρμενία ανακάλεσε τον Πρέσβη της από το Ισραήλ, ενώ ο Πρωθυπουργός της Αρμενίας αρνήθηκε στη συνέχεια την πρόταση του Ισραήλ για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας. Οι Αρμένιοι ανέμεναν ότι οι Ισραηλινοί, που στο παρελθόν είχαν υποστεί Ολοκαύτωμα, θα κρατούσαν μία ουδέτερη στάση στη συγκεκριμένη διαμάχη λόγω των κοινών τραυματικών βιωμάτων που είχαν με τον αρμενικό λαό ή τουλάχιστον θα κήρυσσαν προσωρινή αναστολή πώλησης όπλων στο Αζερμπαϊτζάν κατά τη διάρκεια του πολέμου7. Η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας Αξιοσημείωτο είναι ότι η τουρκο-αζερική επιθετικότητα δε βρήκε ουσιαστική αντίδραση από τη διεθνή κοινότητα με κύρια εξαίρεση τη Γαλλία που αντέδρασε μεν, χωρίς όμως να κάνει κάτι σε στρατιωτικό επίπεδο. Η σιωπή της διεθνούς κοινότητας και των διεθνών μέσων ενημέρωσης – πλην εξαιρέσεων φυσικά – για την πολεμική σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ είναι παράδοξη γιατί εκτός των σημαντικών ανθρώπινων απωλειών και των υλικών καταστροφών φαίνεται ότι πραγματοποιήθηκαν και εγκλήματα πολέμου κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών8. Η Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω των οικονομικών και στρατηγικών συμφερόντων αρκετών χωρών ακολούθησε και ακολουθεί μια πολιτική κατευνασμού έναντι της Τουρκίας παρά το γεγονός ότι η χώρα αυτή τόσο με την πολεμική της δράση στη Συρία, τη Λιβύη και το Ναγκόρνο Καραμπάχ όσο και με την επιθετική της στάση έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας καθιστά φανερό ότι δε διστάζει να χρησιμοποιεί πολεμικά μέσα ή να απειλεί με χρήση βίας προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της. Το γεγονός ότι το εμπόριο μεταξύ της Ένωσης και της Τουρκίας κυμαίνεται γύρω στα 160 δισ. ευρώ τον χρόνο και ότι χώρες όπως η Γερμανία, η Ισπανία και άλλες έχουν την χώρα αυτή σημαντικό πελάτη στα εξοπλιστικά της προγράμματα καθιστά ουσιαστικά ανέφικτη την προοπτική συμφωνίας μεταξύ των κρατών μελών για την επιβολή οικονομικών κυρώσεων ή την παύση / προσωρινή αναστολή εξαγωγών εξοπλισμών προς την Τουρκία9. Από την άλλη πλευρά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ψήφισμά του στις 20 Μαΐου 2021 για τους αιχμαλώτους πολέμου ζήτησε μεταξύ άλλων την άμεση και άνευ όρων απελευθέρωση όλων των Αρμενίων κρατουμένων, εξέφρασε τη βαθιά του ανησυχία για το γεγονός ότι Αρμένιοι αιχμάλωτοι πολέμου στρατιώτες και πολίτες υπέστησαν απάνθρωπη μεταχείριση και βασανιστήρια, τόνισε την ανάγκη να διαφυλαχθεί η ασφάλεια του αρμενικού πληθυσμού και της πολιτιστικής κληρονομιάς του στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το άνοιγμα του αποκαλούμενου Πάρκου Τροπαίων στο Μπακού. Οι συνέπειες του πολέμου για τους Αρμενίους του Αρτσάχ υπήρξαν τραγικές. Πέρα από τις σημαντικές ανθρώπινες απώλειες και τους σοβαρούς τραυματισμούς στρατιωτών και πολιτών, μεγάλος είναι ο αριθμός των Αρμενίων αγνοουμένων και αιχμαλώτων πολέμου που βρίσκονται στα χέρια του στρατού του Αζερμπαϊτζάν. Σε βίντεο που διέρρευσαν στα κοινωνικά δίκτυα καταγράφηκαν απάνθρωπες συμπεριφορές σε βάρος τους. Επίσης σημαντικές υποδομές του Στεπανακέρτ βομβαρδίστηκαν, περιουσίες πολιτών καταστράφηκαν και χιλιάδες άνθρωποι «ξεριζώθηκαν» από τον τόπο τους έχοντας μείνει χωρίς κατοικία και εισόδημα. Ακόμη και η οδική επικοινωνία της Αρμενίας με το Αρτσάχ είναι πλέον δύσκολη και επικίνδυνη. Τέλος, κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο βίντεο και φωτογραφίες με βανδαλισμούς αρμενικών μνημείων και νεκροταφείων και στο πλαίσιο αυτό είναι μεγάλη η ανησυχία για την τύχη μνημείων, πολιτιστικών ιδρυμάτων, μοναστηριών, εκκλησιών νεκροταφείων που βρίσκονται στις περιοχές που παραδόθηκαν στους Αζέρους10. Το βομβαρδισμό δεν γλύτωσε ούτε ο Καθεδρικός Ναός του Γαζαντσετσότς του Σωτήρος στο Σουσί (ένα κτίσμα του 19ου αιώνα, από τους μεγαλύτερους αρμενικούς ναούς παγκοσμίως) με αποτέλεσμα να καταστραφεί μέρος της οροφής του. Το μέλλον των Αρμενίων του Αρτσάχ Στην ειρηνευτική συμφωνία, όπως προαναφέρθηκε, παραμένει ασαφές το καθεστώς των εδαφών που παραμένουν στην κατοχή των Αρμενίων. Αυτό είναι πολύ σημαντικό θέμα και η διευθέτησή του θα καθορίσει το μέλλον των Αρμενίων του Αρτσάχ. Από τη σκληρή στάση των Αζέρων έναντι των Αρμενίων κατά τη διάρκεια του πολέμου αντιλαμβάνεται κανείς ότι είναι απίθανο υπό τις παρούσες συνθήκες να συμβιώσουν αρμονικά οι Αρμένιοι του Αρτσάχ με τους Αζέρους κάτω από αζερική κυριαρχία έστω και με ένα καθεστώς αυτονομίας όπως αυτό που είχαν επί Σοβιετικής Ένωσης ή ακόμη και με ένα πιο διευρυμένο καθεστώς αυτονομίας. Κανείς δε θα μπορεί πραγματικά να εγγυηθεί για την ασφάλεια και για τα δικαιώματα των Αρμενίων της περιοχής, ούτε καν για το βασικό τους δικαίωμα στην ίδια τη ζωή. Απ’ ότι φάνηκε μάλιστα και από τους βανδαλισμούς των αρμενικών μνημείων δεν απειλούνται μόνο τα δικαιώματα των ζωντανών αλλά και η αρμενική πολιτιστική κληρονομιά. Η περιοχή έχει σπουδαία εκκλησιαστικά μνημεία που έχουν ανάγκη προστασίας, όπως ανάγκη προστασίας έχουν και τα νεκροταφεία ή άλλα μνημεία που μαρτυρούν την αρμενική ανθρώπινη παρουσία σε αυτή την περιοχή της γης. Από την άλλη πλευρά η κατάσταση που επικρατούσε και επικρατεί έως σήμερα με μία de facto κρατική οντότητα των Αρμενίων του Αρτσάχ χωρίς όμως διεθνή αναγνώριση αποδείχτηκε εκ του αποτελέσματος ότι ήταν μία κατάσταση «παγωμένης σύρραξης» που οδήγησε τελικά σε ένα νέο πόλεμο με χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες και μεγάλες υλικές καταστροφές11. Η παρουσία των ρωσικών ειρηνευτικών δυνάμεων στις περιοχές που βρίσκονται υπό αρμενικό έλεγχο, είναι μία σημαντική εγγύηση αλλά κανείς δε μπορεί να αποκλείσει μία νέα ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Αρμενίων και Αζέρων στο μέλλον. Η ειρηνευτική συμφωνία Ρωσίας – Αρμενίας – Αζερμπαϊτζάν είναι εύθραυστη όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι στις 27 Μαΐου 2021, αρκετούς μήνες μετά τη λήξη του πολέμου, έξι Αρμένιοι στρατιώτες περικυκλώθηκαν και συνελήφθησαν από τις δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν στην παραμεθόριο περιοχή του Κεγαρκουνίκ της Αρμενίας. Η στάση της Ελλάδας Η Ελλάδα στην αρχή του πολέμου κράτησε πολιτική ίσων αποστάσεων «καλώντας όλα τα μέρη να δείξουν αυτοσυγκράτηση, να προβούν σε άμεση παύση των εχθροπραξιών και να επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Στη συνέχεια πλησίασε περισσότερο προς την αρμενική πλευρά. Αρχικά στις 7 Οκτωβρίου ανακλήθηκε ο Έλληνας Πρέσβης από το Αζερμπαϊτζάν, με αιτία τους ισχυρισμούς της Αζερικής κυβέρνησης περί δήθεν ανοχής του Ελληνικού Κράτους σε προσπάθειες στρατολόγησης τρομοκρατών μαχητών και κυβερνοεπιθέσεις από την ελληνική επικράτεια κατά του Αζερμπαϊτζάν. Στις 16 Οκτωβρίου και ενώ ήταν σε εξέλιξη ο πόλεμος στο Αρτσάχ, ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας κ. Νίκος Δένδιας επισκέφτηκε το Γερεβάν και συναντήθηκε με τον Αρμένιο Υπουργό Εξωτερικών κ. Ζοχράπ Μνατσακανιάν, τον Πρωθυπουργό κ. Νιγκόλ Πασινιάν και τον Πρόεδρο της Αρμενίας κ. Αρμέν Σαρκισιάν. Δεν υπάρχουν πληροφορίες αν αυτή η ηθική συμπαράσταση προς την Αρμενία συνοδεύτηκε και από κάποιου άλλου είδους βοήθεια κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μετά τον πόλεμο η Υπηρεσία Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας (ΥΔΑΣ) του Υπουργείου Εξωτερικών ανταποκρίθηκε στο αίτημα Αρμενικών Οργανώσεων στην Ελλάδα (Armenian Relief Society, Αρμενικός Κυανούς Σταυρός και Σταυρός του Ελέους Μακεδονίας – Θράκης), οι οποίες, σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Αρμενίας στην Αθήνα, προέβησαν στη συγκέντρωση ανθρωπιστικής βοήθειας για τους πληγέντες. Πραγματοποιήθηκαν δύο αεροπορικές αποστολές ανθρωπιστικού υλικού με μεταγωγικά αεροσκάφη του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και μία τρίτη αποστολή διά θαλάσσης μέσω Γεωργίας. Αξιοσημείωτη είναι η ευαισθησία και η συμπαράσταση που έδειξε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης απέναντι στους Αρμενίους, αν και ο πόλεμος δεν είχε την αναμενόμενη κάλυψη από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Τόσο η επίσκεψη του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών στο Γερεβάν κατά τη διάρκεια του πολέμου, όσο και ευαισθησία που έδειξε η ελληνική πλευρά στο ζήτημα της ανθρωπιστικής βοήθειας οδήγησαν σε μία αρχική εκτίμηση ότι η Ελλάδα θα έκανε ό,τι μπορούσε για να βοηθήσει διπλωματικά και οικονομικά την Αρμενία να αντιμετωπίσει, όχι μόνο τις ανθρωπιστικές ανάγκες των κατοίκων του Αρτσάχ, αλλά και τις σοβαρές συνέπειες της στρατιωτικής της ήττας. Αυτό δεν επιβεβαιώθηκε από την εξέλιξη των γεγονότων. Ο Πρέσβης της Ελλάδας στο Αζερμπαϊτζάν Νικόλαος Πιπερίγκος στις 10 Ιουλίου 2021 μαζί με Πρέσβεις άλλων 45 χωρών συμμετείχαν σε εκδήλωση στην κατεχόμενη πλέον από τους Αζέρους πόλη Σουσί, σε μία πρωτοβουλία των Αζέρων που κύριο στόχο είχε τη νομιμοποίηση της κατοχής τής συγκεκριμένης περιοχής του Αρτσάχ. Η Ρωσία, η Γαλλία, οι ΗΠΑ, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Κύπρος δεν έστειλαν διπλωματικούς εκπροσώπους. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον συγκεκριμένο Έλληνα Πρέσβη η αζερική πλευρά τον υποδέχτηκε με τρόπο που δεν άφηνε καμία παρερμηνεία ως προς τον προσανατολισμό της αζερικής εξωτερικής πολιτικής, όταν στις 2 Σεπτεμβρίου του 2020 κατέθεσε τα διαπιστευτήρια του στον Πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ. Ο Αζέρος Πρόεδρος του ξεκαθάρισε μεταξύ άλλων ότι «η Τουρκία δεν είναι μόνο φίλος και εταίρος μας, αλλά μια αδερφική χώρα για μας. Υποστηρίζουμε και θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε την Τουρκία χωρίς κανέναν δισταγμό σε όλες τις περιστάσεις…» Αυτή η στάση προκάλεσε τον ενθουσιασμό του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεχμέτ Τσαβούσογλου που σε ευχαριστήρια ανάρτηση του στο twitter ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ποτέ δεν αισθανθήκαμε αμφιβολίες για την στήριξη του Αζερμπαϊτζάν. Και η Τουρκία αταλάντευτα θα είναι πάντα δίπλα στο Αζερμπαϊτζάν. Ένα Έθνος. Δύο κράτη». Αναρωτιέται λοιπόν κανείς, με βάση τα ανωτέρω, ποια θα είναι η στάση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής έναντι της Αρμενίας στο μέλλον. Η Αρμενία βρίσκεται σε μία από τις πιο κρίσιμες καμπές τής ιστορίας της. Η ειρήνη στην περιοχή δεν έχει παγιωθεί, η εδαφική ακεραιότητα της χώρας απειλείται, θρηνούν χιλιάδες νεκρούς, έχουν αιχμαλώτους πολέμους που δεν έχουν ακόμη απελευθερωθεί και χιλιάδες ανθρώπους που έμειναν άστεγοι λόγω του πολέμου. Εκτός από τους ιστορικούς δεσμούς των δύο λαών, τις κοινές τραγωδίες και τη συμπόρευση κατά καιρούς σε κοινούς αγώνες, δεν εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας μία αδύναμη Αρμενία που ακόμη και όταν βρίσκεται υπό σοβαρή πολεμική απειλή βρίσκει το κουράγιο να εκφράσει την αλληλεγγύη της προς την ελληνική και κυπριακή πλευρά απέναντι στην Τουρκία σε θέματα που αφορούν την Ανατολική Μεσόγειο. Οι κάτοικοι του Αρτσάχ έχουν δικαίωμα να ζουν εκεί με ασφάλεια, έχουν δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και δικαίωμα στην ειρηνική ανάπτυξη. Ο πόλεμος αυτός απέδειξε ότι είναι αδύνατον, όχι μόνο οι ίδιοι, αλλά και τα πολιτιστικά τους αποτυπώματά να παραμείνουν στην περιοχή υπό αζερική κυριαρχία. Η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να αναζητήσει μία μόνιμη διευθέτηση του ζητήματος που θα αναγνωρίζει το δικαίωμα τους να ζουν και να προοδεύουν στο Αρτσάχ. Η κατάσταση της «παγωμένης σύρραξης» που δεν είναι ούτε πόλεμος ούτε ειρήνη είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσει σε μία νέα πολεμική αναμέτρηση. Παρά τη μεγάλη γενναιότητα που επέδειξαν οι Αρμένιοι που πολέμησαν στο Αρτσάχ υπέρ βωμών και εστιών επί 44 μέρες, ο πόλεμος αυτός απέδειξε για άλλη μια φορά ότι η τεχνολογία και οι εξοπλισμοί είναι αυτοί που κερδίζουν ένα σύγχρονο πόλεμο. Πόσο μάλλον όταν η Αρμενία είχε να αντιμετωπίσει στρατιωτικά εκτός από το Αζερμπαϊτζάν ουσιαστικά και την Τουρκία. Η Τουρκία απέδειξε εμφατικά ότι μπορεί να διεξάγει με μεγάλη αποτελεσματικότητα στρατιωτικές επιχειρήσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη τα οποία κατασκευάζει η ίδια, την ίδια στιγμή που μπορεί να μεταφέρει ετοιμοπόλεμους μισθοφόρους στρατιώτες από το ένα πολεμικό μέτωπο στο άλλο. Αυτό θα πρέπει να το λάβει υπόψιν της η Ελλάδα. Οι Αρμένιοι μείνανε στρατιωτικά μόνοι και αβοήθητοι την κρίσιμη στιγμή της πολεμικής αντιπαράθεσης. Η αποφασιστική διπλωματική παρέμβαση της Ρωσίας, του στρατηγικού-αμυντικού τους συμμάχου στην περιοχή, για τον τερματισμό της σύγκρουσης, έγινε αφού είχαν υποστεί στο πεδίο της μάχης σημαντικές εδαφικές απώλειες. Η πραγματικότητα αυτή οφείλει να προβληματίσει την ελληνική πλευρά, όπως επίσης θα πρέπει να εξεταστούν και τα ενδεχόμενα λάθη των Αρμενίων τόσο σε διπλωματικό όσο και σε αμυντικό-στρατιωτικό επίπεδο και να αντληθούν χρήσιμα συμπεράσματα12.
Υποσημειώσεις (1) Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του φωτορεπόρτερ Μανώλη Μεγαλοκονόμου, o οποίος έζησε προσωπικά την καταστροφή της Σμύρνης, σύμφωνα με την οποία το τελευταίο τμήμα του ελληνικού στρατού που αποχώρησε από τη Σμύρνη μαχόμενο και συντεταγμένο ήταν η αρμενική λεγεώνα του στρατηγού Τορκόμ. βλέπε Μεγαλοκονόμος Μανώλης, Η Σμύρνη. Από το Αρχείο ενός φωτορεπόρτερ, Εκδόσεις Ερμής, Αθήνα 1992, σελ 172. Η μαρτυρία αυτή διασταυρώνεται και από άλλες πηγές. Για τη συμμετοχή αρμενικών μονάδων στην Μικρασιατική Εκστρατεία βλέπε σχετικά Ραμαζιάν Σαμβέλ, Ιστορία των Αρμενο-Ελληνικών Στρατιωτικών Σχέσεων και Συνεργασίας, Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα 2010, σελ 186-233. (2) βλέπε Ιωσήφ Κασσεσιάν, Το ζήτημα του Καραπάγ, Αρμενικό Λαϊκό Κίνημα, Αθήνα 1990, σελ 101-104 και Vahram Balayan, Artsakh History. From time immemorial up to our days, Yerevan 2005, p. 261-263. (3) Ενδεικτικά αναφέρεται η επιστολή που υπέβαλαν οι Αρμένιοι του Καραμπάχ στις 19 Σεπτεμβρίου του 1967 στο λαό και τις αρχές τις Αρμενικής Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας και στην οποία αναφέρονταν σε παράνομες φυλακίσεις και αναίτιες δολοφονίες Ιωσήφ Κασσεσιάν, Το ζήτημα του Καραπάγ, Αρμενικό Λαϊκό Κίνημα, Αθήνα 1990, σελ. 136, 153,154. Για την πολιτική εθνοκάθαρσης του Αζερμπαϊτζάν κατά την κομμουνιστική περίοδο βλέπε επίσης Αβακιάν Σαχέν, Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Νομικές πτυχές, Έκδοση του περιοδικού Αρμενικά, Αθήνα 2018, σελ 23-27. (4) Στάμκος Γιώργος, Αρμενία 2020 όπως Σερβία 1999, https://tvxs.gr/news/kosmos/armenia-2020-opos-serbia-1999 (5) Artsakh President, “We are All Responsible for Betraying Our Soldiers”, https://hetq.am/en/article/124202( 6) βλεπε ενδεικτικά Ισραήλ: Ο πρώτος προμηθευτής όπλων στο Αζερμπαϊτζάν - Σταματά τις εξαγωγές όπλων στην Τουρκία ο Καναδάς, https://www.zougla.gr/kosmos/article/israil-o-protos-promi8eftis-oplon-sto-azermpaitzan---stamata-tis-eksagoges-oplon-stin-tourkia-o-kanadas & Η μυστική νίκη του Ισραήλ στο Μπακού, 11 Δεκεμβρίου 2020, μετάφραση από JFForum.fr, https://infognomonpolitics.gr/2020/12/i-mystiki-niki-tou-israil-sto-bakou/ (7) Για τη στάση του Ισραήλ έναντι της Αρμενίας μπορεί να διαβάσει κανείς την ανοιχτή επιστολή του Ελληνο-Αρμένιου συγγραφέα Ιωσήφ Κασσεσιάν στην Εφημερίδα των Συντακτών προς τον Πρέσβη του Ισραήλ (19 Νοεμβρίου), τη σχετική απάντηση του Πρέσβη στην ίδια εφημερίδα (25 Νοεμβρίου) και την ανταπάντηση του Ιωσήφ Κασσεσιάν (30 Νοεμβρίου). (8) Για τα εγκλήματα πολέμου ενδεικτικές πηγές είναι οι ακόλουθες: - Azerbaijan: Cluster Munitions Used in Nagorno-Karabakh, Human Rights Watch, 23 October 2020, https://www.hrw.org/news/2020/10/23/azerbaijan-cluster-munitions-used-nagorno-karabakh (9) βλέπε σχετικά Βενιζέλος Κώστας, Οι Ευρωπαίοι αποθρασύνουν το θηρίο και θα το βρουν μπροστά τους, Φιλελεύθερος, 9 Δεκεμβρίου 2020. (10) Βλέπε Παρίδης Χρήστος, Απειλείται η πολιτιστική κληρονομιά του Ναγκόρνο Καραμπάχ, LIFO, 17.11.2020 & Hugh Eakin, When an Enemy’s Cultural Heritage Becomes One’s Own, The New York Times, 30/11/2020 (11) Για το νομικό καθεστώς του Ναγκόρνο Καραμπάχ βλέπε Μενεσιάν Γιώργος, Το Νομικό Καθεστώς του Ναγκόρνο Καραμπάχ: πως το Αρτσάχ πέρασε στο Αζερμπαϊτζάν; Περιοδικό Αρμενικά, Τεύχος 105, Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2020 (12) ΓιαταλάθητωνΑρμενίωνβλέπεενδεικτικά:
|