Η Νέα εκκλησία της Παναγίας Θεοτόκου στη Λευκωσία Εκτύπωση E-mail

Α­λέ­ξαν­δρος-Μι­χα­ήλ Χα­τζηλύ­ρας

«Aρμενικά» Απρίλιος - Ιούνιος 2014. Τεύχος 81

Ο μη­τρο­πο­λι­τι­κός να­ός της Πα­ναγί­ας Θε­ο­τό­κου στην Α­κρό­πο­λη (Στρό­βο­λος), δί­πλα α­πό το Σχο­λεί­ο Να­ρέκ, τη Μητρό­πο­λη και το Μνη­μεί­ο της Αρ­με­νι­κής Γε­νο­κτο­νί­ας, α­πο­τε­λεί το ε­πί­κε­ντρο της αρ­με­νο­κυ­πρια­κής κοι­νό­τη­τας. Αυ­τή εί­ναι η ι­στο­ρί­α του.

Κα­τά την τουρ­κο­κυ­πρια­κή α­νταρ­σί­α του 1963-1964, οι Τουρ­κο­κύ­πριοι εξ­τρε­μι­στές κα­τέ­λα­βαν τη με­σαιω­νι­κή εκ­κλη­σί­α της Παρ­θέ­νου Μα­ρί­ας. Στις αρ­χές του 1964 ο Αρ­χιε­πίσκο­πος Μα­κά­ριος Γ’ πα­ρα­χώ­ρη­σε το πα­ρεκ­κλή­σι του Α­γί­ου Δο­με­τί­ου, α­φού ε­κεί υ­πήρ­χε συ­γκε­ντρω­μέ­νος α­ριθ­μός Αρ­με­νο­κυ­πρί­ων. Για τις ση­μα­ντι­κές Λειτουρ­γί­ες χρη­σι­μο­ποιού­νταν η κο­ντι­νή εκ­κλη­σί­α του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου (1964-1969), ο αγγλι­κα­νι­κός κα­θε­δρι­κός να­ός του Α­γί­ου Παύ­λου (1969-1981) ή η αί­θου­σα εκ­δη­λώ­σε­ων του Σχο­λεί­ου Να­ρέκ (1972-1981).
Με­τά α­πό δια­βή­μα­τα του Εκ­προ­σώ­που Μπερ­τζ Τιλ­μπιάν, στα τέλη του 1966 η κυ­βέρ­νη­ση πα­ρα­χώ­ρη­σε ως ε­μπί­στευ­μα1  έ­να οικό­πε­δο στην ο­δό Κύ­κλω­πος για το Δη­μο­τι­κό Σχο­λεί­ο, του ο­ποί­ου και α­νέ­λα­βε το κτί­σι­μο (1971-1972, κό­στος £50.000), με πρό­νοια για α­νέ­γερ­ση αί­θου­σας θε­ά­τρου, το κόστος της ο­ποί­ας (£28.000) θα κά­λυ­πτε η κοι­νό­τη­τα· αν και το­πο­θε­τή­θη­καν τα θε­μέλια του θε­ά­τρου, αυ­τό δεν κτί­στη­κε πο­τέ. Ό­ταν με­τα­ξύ 1973-1974 ξα­να­έ­γι­νε συ­ζή­τηση για το κτί­σι­μο μιας εκ­κλη­σί­ας, η κυ­βέρ­νη­ση πρό­τει­νε οι­κό­πε­δα στην Α­κρόπο­λη, ω­στό­σο η Ε­θναρ­χί­α θε­ω­ρού­σε κα­ταλ­λη­λό­τε­ρη την α­νέ­γερ­σή της δί­πλα από το Να­ρέκ. Με­τά α­πό τις ε­πί­μο­νες και ά­ο­κνες προ­σπά­θειες του ε­φη­μέ­ριου της Λευ­κω­σί­ας, πρω­θιε­ρέ­α Βαζ­κέν Σα­ντρου­νί, και του Εκ­προ­σώ­που, Δρος Α­ντρανίκ Λ. Α­στζιάν, τε­λι­κά δό­θη­κε η α­να­γκαί­α ά­δεια και στις 25/09/1976 ο Αρ­χιε­πί­σκο­πος Μα­κά­ριος Γ’ και ο Μη­τρο­πο­λί­της Νερ­σές Πα­χτι­κιάν κα­τέ­θε­σαν το θε­μέ­λιο λί­θο της εκ­κλη­σί­ας σε μια βρο­χε­ρή η­μέ­ρα, κά­τι που ο Μα­κά­ριος θε­ώ­ρη­σε «μπερε­κέ­τι».
Ό­ταν το Νο­έμ­βριο του 1977 α­νέ­λα­βε Μη­τρο­πο­λί­της ο Ε­πί­σκο­πος Ζαρέχ Αζ­να­βο­ριάν, έ­δει­ξε ι­διαί­τε­ρο εν­δια­φέ­ρον για το έρ­γο: στις 04/01/1978 υ­πο­γράφη­καν τα συμ­βό­λαια με τους αρ­χι­τέ­κτο­νες Ιά­κω­βο & Αν­δρέ­α Φι­λίπ­που και τον εργο­λά­βο Νι­κό­λα Σια­κό­λα κι έ­τσι άρ­χι­σαν τα κα­τα­σκευα­στι­κά έρ­γα. Για να της δο­θεί αρ­με­νι­κός ρυθ­μός, προ­σκλή­θη­κε ο έ­μπει­ρος Λι­βα­νο­αρ­μέ­νιος αρ­χι­τέκτο­νας Κε­βόρ­κ Εμ­μι­γιάν. Στις 16/04/1978, κα­τά την πρώ­τη ποι­με­νι­κή ε­πί­σκε­ψη του Συγκα­θή­με­νου Κα­θό­λι­κου (Πα­τριάρ­χη) της Κι­λι­κί­ας, Κα­ρε­κίν Β’, τε­λέ­στη­κε ο πα­νη­γυ­ρι­κός α­για­σμός των 16 κο­λώ­νων της εκ­κλη­σί­ας, με τη συμ­με­το­χή της λι­βανο­αρ­με­νι­κής χο­ρω­δί­ας του Κε­βόρ­κ Κα­ντα­χα­ριάν. Στις 10/12/1979 το Συμ­βού­λιο Βελ­τιώ­σε­ως Στρο­βό­λου με­το­νό­μα­σε την ο­δό Κύ­κλω­πος σε ο­δό Αρ­με­νί­ας, ως χει­ρο­νομί­α αλ­λη­λεγ­γύ­ης προς τον αρ­με­νι­κό λα­ό.
Τρί­α χρό­νια με­τά, τα κα­τα­σκευα­στι­κά έρ­γα έ­φθα­σαν αι­σί­ως στο τέ­λος τους και τα ε­γκαί­νια εί­χαν προ­γραμ­μα­τι­στεί για τις 12/04/1981. Ω­στό­σο, αυτό δεν έ­γι­νε κα­τορ­θω­τό λό­γω της έ­κρυθ­μης κα­τά­στα­σης στο Λί­βα­νο και τε­λικά τα ε­γκαί­νια τέ­λε­σαν στις 22/11/1981 ο Αρ­με­νο­κύ­πριος
Κα­θό­λι­κος (Πα­τριάρ­χης) Χορέν Α’ και ο Συ­γκα­θή­με­νός του, Κα­ρε­κίν Β’, στην πα­ρου­σί­α του Αρ­χιε­πι­σκόπου Κύ­πρου Χρυ­σο­στό­μου Α’. Ό­πως μας πλη­ρο­φο­ρεί η μαρ­μά­ρι­νη α­να­μνη­στι­κή επι­γρα­φή πά­νω α­πό την εί­σο­δο, ο κομ­ψός μη­τρο­πο­λι­τι­κός να­ός της Πα­να­γί­ας Θε­ο­τό­κου κτί­στη­κε με την οι­κο­νο­μι­κή α­ρω­γή της Η­νω­μένης Ευαγ­γε­λι­κής Εκ­κλη­σί­ας της Βε­στφα­λί­ας (£44.357), της Κυ­πρια­κής Κυ­βέρ­νη­σης (£35.000), των πι­στών και άλ­λων δω­ρη­τών (£43.081).
Στα α­ρι­στε­ρά της κε­ντρι­κής ει­σό­δου του να­ού βρί­σκε­ται ξυ­λό­γλυ­πτο πα­γκάρι και δύ­ο δω­μά­τια: το βό­ρειο χρη­σι­μο­ποιεί­ται ως α­πο­θή­κη της εκ­κλη­σί­ας [στο ο­ποί­ο βρί­σκε­ται ο ε­πι­τά­φιος, μια ει­κό­να του Α­πο­στό­λου Αν­δρέ­α (Καλ­λί­νικος Σταυ­ρο­βου­νιώ­της, 1986) και μια ει­κό­να του Χρι­στού], ε­νώ στο νό­τιο υ­πάρ­χει έ­νας πί­να­κας με τον πλα­τύ δρό­μο της Κό­λα­σης και το στε­νό δρό­μο του Πα­ρα­δεί­σου, έ­νας σταυ­ρω­μέ­νος Ι­η­σούς και το κλι­μα­κο­στά­σιο προς το ά­νω διά­ζω­μα, το ο­ποί­ο φι­λο­ξε­νεί τη χο­ρω­δί­α και το αρ­μό­νιο. Πί­σω α­πό το πα­γκά­ρι βρί­σκε­ται μια ει­κό­να-παζ­λ που α­πει­κο­νί­ζει διά­φο­ρες φά­σεις της ε­πί­γειας ζω­ής του Χρι­στού (γέν­νη­ση, προ­σευ­χή στο Ό­ρος των Ε­λαιών, ο Χρι­στός με παι­διά και ο Χρι­στός με τους Α­πο­στό­λους). Στους δύ­ο δυ­τι­κούς τοί­χους βρί­σκο­νται δύ­ο κοντά­κια του Κα­θό­λι­κου (Πα­τριάρ­χη) Α­ράμ Α’ (2005) για τα 90χρο­να της Γε­νο­κτο­νί­ας και το Έ­τος Αρ­με­νι­κών Γραμ­μά­των, ε­νώ δί­πλα α­πό το νό­τιο δω­μά­τιο βρί­σκε­ται κο­ντά­κιο (2011) για τα 30χρο­να της εκ­κλη­σί­ας.
Ο κυ­ρί­ως να­ός εί­ναι α­νοι­κτός και χω­ρίς κο­λώ­νες· στα α­ρι­στερά και δε­ξιά υ­πάρ­χουν δύ­ο μαρ­μά­ρι­να μα­νουά­λια, πά­νω α­πό τα ο­ποί­α υ­πάρ­χουν ε­λαιο­γρα­φί­ες του Α­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου του Φω­τι­στή και του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου, αμφό­τε­ρες έρ­γα του Λι­βα­νο­αρ­μέ­νιου ζω­γρά­φου Ζο­χράπ Κε­σι­σιάν (1981). Πά­νω α­πό τις πλά­γιες ει­σό­δους, στα βό­ρεια και νό­τια, βρί­σκο­νται δύ­ο στρογ­γυ­λοί φεγγί­τες βι­τρώ που α­πει­κο­νί­ζουν την Πα­να­γί­α με τον Ι­η­σού στην α­γκα­λιά της και τον Ι­η­σού να κρα­τά το ευαγ­γέ­λιο, α­ντί­στοι­χα, έρ­γα του αυ­το­δί­δα­κτου Ελ­λη­νο­αρ­μέ­νιου Χα­κόπ Α­λα­λα­τζιάν.
Στους τοί­χους του κυ­ρί­ως να­ού υ­πάρ­χουν οι ε­ξής ει­κό­νες: α­να­το­λι­κά η Σταύ­ρω­ση και η Α­νά­στα­ση (αμ­φό­τερες Ζο­χράπ, 1981), νό­τια ο Ά­γιος Σέρ­γιος ο Στρα­τηγός (Κε­βόρ­κ Τοβ­μα­σιάν, 2002) και ο Ά­γιος Ναρ­σής ο Χα­ρί­εις (Σαμ­βέλ Πε­τρο­σιάν, 2007), δυ­τι­κά σύν­θε­ση με την α­να­κά­λυ­ψη του Αρ­με­νικού Αλ­φα­βή­του και το Βαρ­τα­νά­ντς, και σύν­θε­ση με τους Από­στο­λους Θαδ­δαί­ο και Βαρ­θο­λο­μαί­ο, τις Α­γί­ες Ρι­ψι­μί­α και Γα­ϊ­α­νή, το ό­ρα­μα του Α­γί­ου Μεσ­ρώπ και τη βά­φτι­ση του Βα­σι­λιά Τι­ρι­δά­τη α­πό τον Ά­γιο Γρη­γό­ριο το Φω­τι­στή (αμ­φό­τε­ρες Ζο­χράπ, 1982) και βό­ρεια ο Ά­γιος Γρη­γό­ριος ο Να­ρε­κήνσιος (Πε­τρο­σιάν, 2007) και ο Ά­γιος Ιά­κω­βος ο Νι­σί­βε­ως (Χοβ­σέπ Ασκα­ριάν, 2005). Στο κέ­ντρο του κυ­ρί­ως να­ού, σαν κο­ρω­νί­δα, α­να­παύ­ε­ται ο ο­κτα­γω­νικός κα­θο­λι­κός τρούλ­λος, του ο­ποί­ου οι φεγ­γί­τες φέ­ρουν χρω­μα­τι­στά βι­τρώ που α­πει­κο­νί­ζουν το Χρι­στό, τους Α­πο­στό­λους Θαδ­δαί­ο και Βαρ­θο­λο­μαί­ο, τον Ά­γιο Γρη­γό­ριο το Φω­τι­στή, τον Ά­γιο Γρη­γό­ριο το Να­ρε­κήν­σιο και τρεις άλ­λους Ά­γιους, ε­πί­σης έρ­γα του Α­λα­λα­τζιάν.
Ο σο­λέ­ας δια­κρί­νε­ται α­πό τον κυ­ρί­ως να­ό με με­ταλ­λι­κό κά­γκελλο που φέ­ρει την αρ­με­νι­κή ε­πι­γρα­φή «Ου­ρά­νιε πα­τέ­ρα, κρά­τα την εκ­κλη­σί­α σου α­τά­ρα­χη» και ό­ντας σε ψη­λό­τε­ρο ε­πί­πε­δο. Στην κεφα­λή του βό­ρειου τμή­μα­τος υ­πάρ­χει ο ξυ­λό­γλυ­πτος θρό­νος του Μη­τρο­πο­λί­τη με το να­ο­ει­δές κά­λυμ­μα και με α­νά­γλυ­φες ει­κό­νες των κα­θε­δρι­κών να­ών του Αντη­λιάς και του Ε­τσμια­τζίν, κα­θώς και έ­να δι­κέ­φα­λο α­ε­τό. Στην α­να­το­λι­κή κόγ­χη και υ­πε­ρυ­ψω­μέ­νο βρί­σκε­ται το ιε­ρό βή­μα, στο κε­ντρι­κό μέ­τω­πο του ο­ποί­ου συ­να­ντού­με μια σταυ­ρό­πε­τρα α­πό γκρί­ζα πέ­τρα τουφ, η ο­ποί­α δω­ρή­θη­κε από τον Κα­θό­λι­κο (Πα­τριάρ­χη) του Ε­τσμια­τζίν, Βαζ­κέν Α’, το 1980. Στο κέ­ντρο του ιε­ρού βή­μα­τος α­να­δύ­ε­ται η α­γί­α τρά­πε­ζα, φτιαγ­μέ­νη α­πό ι­τα­λι­κό α­νοι­χτό­χρω­μο ροζ μάρ­μα­ρο, με τέσ­σε­ρις με­λί κο­λώ­νες α­πό ό­νυ­χα και τρεις να­ό­σχη­μους τρούλ­λους από πά­νω· στο κέ­ντρο βρί­σκε­ται ε­λαιο­γρα­φί­α του Ζο­χράπ (1990) με την Πα­να­γί­α με το Θεί­ο Βρέ­φος2 . Δε­ξιά και α­ρι­στε­ρά της α­γί­ας τρά­πε­ζας υ­πάρχουν δύ­ο δευ­τε­ρεύ­ου­σες τρά­πε­ζες, με ε­λαιο­γρα­φί­ες του Ζο­χράπ (1983), οι ο­ποί­ες α­πει­κο­νί­ζουν τη Θεί­α Βά­πτι­ση και το Μυ­στι­κό
Δεί­πνο, α­ντί­στοι­χα, και φιλο­ξε­νούν το μυ­ρο­φό­ρο πε­ρι­στέ­ρι και το δι­σκο­πό­τη­ρο. Στο βό­ρειο και νό­τιο τοί­χο του σο­λέ­α βρί­σκο­νται δύ­ο ει­κό­νες που α­πει­κο­νί­ζουν τον Ά­γιο Βαρ­θο­λομαί­ο και τον Ά­γιο Θαδ­δαί­ο, α­ντί­στοι­χα (Α­σκα­ριάν, 2012).
Νό­τια και βό­ρεια βρί­σκο­νται το α­πο­θε­τή­ριο και το βα­πτι­στήριο, α­ντί­στοι­χα. Στο α­πο­θε­τή­ριο υ­πάρ­χει κο­ντά­κιο του Κα­θό­λι­κου (Πα­τριάρ­χη) Χο­ρέν Α’ (1968) για τον νε­ο­α­φι­χθέ­ντα τό­τε Α­νώτε­ρο Αρ­χι­μαν­δρί­τη Αρ­σέν Α­βε­ντι­κιάν, κα­τά­λο­γος με το τι λέ­γουν οι ψάλ­τες/διά­κο­νοι/ιε­ρω­μέ­νοι ό­ταν εν­δύ­ο­νται τα διά­φο­ρα άμ­φια, πί­να­κας με κε­ντη­τό σταυ­ρό, υ­φα­σμά­τι­νος πί­να­κας μιας εκ­κλη­σί­ας και τσι­γκο­γρα­φί­α της Πα­να­γί­ας που ε­ξορ­κί­ζει τα κα­κά. Στην α­νατο­λι­κή πλευ­ρά του βα­πτι­στη­ρί­ου βρί­σκε­ται η ε­ντοι­χι­σμέ­νη να­ό­σχη­μη κο­λυμβή­θρα α­πό λευ­κό ι­τα­λι­κό μάρ­μα­ρο, ε­νώ στο νό­τιο τοί­χο υ­πάρ­χει ε­λαιο­γρα­φί­α του Ευαγ­γε­λι­σμού της Θε­ο­τό­κου (Ζο­χράπ, 1981).
Το 1994 ε­γκα­τα­στά­θη­κε το η­λε­κτρο­νι­κό σύ­στη­μα για την κα­μπά­να, ε­νώ το 1999 το κε­ντρι­κό σύ­στη­μα θέρ­μαν­σης/κλι­μα­τι­σμού. Στο βό­ρειο τοί­χο, πλάι της κε­ντρι­κής ει­σό­δου, υ­πάρ­χει η μαρ­μά­ρι­νη κτη­το­ρι­κή ε­πι­γρα­φή στα Ελ­ληνι­κά. Στα δυ­τι­κά, ε­πί­σης πλά­ι της ει­σό­δου, το­πο­θε­τή­θη­κε το 2013 μαρ­μά­ρι­νη ε­πιγρα­φή στα Αρ­μέ­νι­κα με τα ο­νό­μα­τα των νο­νών της εκ­κλη­σί­ας, δω­ρε­ά του Κα­ρε­κίν Κω­στα­νιάν. Ό­πως μας πλη­ρο­φο­ρούν οι α­λου­μι­νέ­νιες α­να­μνη­στι­κές ε­πι­γρα­φές στις δυ­τι­κές κο­λώ­νες, το 2005 το κωδω­νο­στά­σιο α­να­και­νί­στη­κε εις μνή­μην του πρω­θιε­ρέ­α Βαζ­κέν Σα­ντρου­νί και η εκ­κλη­σί­α α­να­και­νί­στη­κε ε­ξω­τε­ρι­κά εις μνή­μην της οι­κο­γέ­νειας Του­τουντζιάν που σκο­τώ­θη­κε στο α­ε­ρο­πο­ρι­κό δυ­στύ­χη­μα της Ή­λιος. Το 2008 έ­γι­νε ε­σωτε­ρι­κή ε­πι­διόρ­θω­ση του να­ού α­πό α­νώ­νυ­μο δω­ρη­τή.
Δε­ξιά της ει­σό­δου της εκ­κλη­σί­ας βρί­σκε­ται μαρ­μά­ρι­νο χα­τσκάρ (σταυ­ρό­πε­τρα, 2001), α­φιε­ρω­μέ­νο στην αιώ­νια φι­λί­α Ελ­λη­νο­κυ­πρί­ων και Αρ­μενο­κυ­πρί­ων), κα­θώς και η μπρού­ντζι­νη προ­το­μή του κτή­το­ρα της εκ­κλη­σί­ας, Αρχιε­πι­σκό­που Ζα­ρέχ Αζ­να­βο­ριάν (2005). Ο μη­τρο­πο­λι­τι­κός να­ός της Πα­να­γί­ας Θε­οτό­κου γιορ­τά­ζει κά­θε έ­τος την πλη­σιέ­στε­ρη Κυ­ρια­κή στις 21 Νο­εμ­βρί­ου, ε­ορ­τή των Ει­σο­δί­ων της Θε­ο­τό­κου. Ε­φη­μέ­ριος εί­ναι α­πό το 2000 ο π. Μο­μίκ Χα­πε­σιάν.

 1. Χά­ρη στον Εκ­πρό­σω­πο Α­ράμ Κα­λα­ϊ­τζιάν, στις 31/03/1983 η κυ­βέρνη­ση πα­ρα­χώ­ρη­σε τί­τλο πλή­ρους ι­διο­κτη­σί­ας της γης.

 2. Πά­νω στην αρ­χι­κή ει­κό­να της Πα­να­γί­ας (έρ­γο του Λι­βανο­αρ­μέ­νιου ζω­γρά­φου Χα­ριου­τιούν Το­ρο­σιάν) γύ­ρω στο 1985 ε­πι­κολ­λή­θη­κε α­ντί­γρα­φο α­πό την ει­κό­να της Πα­να­γί­ας μιας εκ­κλη­σί­ας στην Κα­λι­φόρ­νια των Η­ΠΑ, την ο­ποί­α έ­φε­ρε ο Αρ­χι­μαν­δρί­της Γε­γι­σέ Μα­ντζι­κιάν. Το 1990 αυ­τή α­φαι­ρέθη­κε και με­τα­φέρ­θη­κε στην εκ­κλη­σί­α του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου στη Λε­με­σό και το­πο­θε­τή­θη­κε η ση­με­ρι­νή ει­κό­να, η ο­ποί­α εί­ναι ε­πι­κολ­λη­μέ­νη πά­νω στην αρ­χι­κή.

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 28 επισκέπτες συνδεδεμένους