H Ελμόν Καρσαρβανιάν είναι απόφοιτος της φιλοσοφικής σχολής Κωνσταντινούπολης, με μεταπτυχιακές σπουδές στην ιστορία τέχνης και στην αρχαιολογία.
Η διατριβή στο διδακτορικό της είχε ως θέμα: «Οι αρμενικές εκκλησίες του Πέραν και Γαλατά» και «Η αρμενική τέχνη της μινιατούρας στην Κωνσταντινούπολη».
Είναι σύμβουλος τέχνης, ξεναγός, μέλος του Συνδέσμου Προστασίας Πολιτιστικής Κληρονομιάς KMKD, μέλος της Ένωσης Αρμενίων Αρχιτεκτόνων και Μηχανικών της Κωνσταντινούπολης HAYCAR, ιδρυτικό μέλος του συλλόγου των Αρμενίων της Σεβαστείας και ιδρυτής του Αρχαιολογικού Συλλόγου και, τέλος, μέλος του διοικητικού συμβουλίου Κιρκιντζές (Σιρίντζε – Şirince).
Από το 1997 είναι η μοναδική επαγγελματίας ξεναγός εγκεκριμένη από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας για την αρμενική γλώσσα. Έχει ξεναγήσει αρμένιους πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες, όπως τον πρόεδρο Ρομπέρτ Κοτσαριάν και τον Καθολικό Πατριάρχη Κιλικίας Αραμ Α΄.
Στην ακαδημαϊκή της πορεία και με τις έρευνές της έχει καταγράψει και τεκμηριώσει την ιστορική πορεία των Αρμενίων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τον σπουδαίο ρόλο τους στον πολιτισμό, στις τέχνες και στην πολιτική ανά τους αιώνες.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε μερικές από τις έρευνες και από τα άρθρα της: «Η οικογένεια Μπαλιάν», «Οι στρατώνες», «Αρμένιοι αρχιτέκτονες και τα στρατιωτικά κτίρια της Πόλης», «Οι αρμενικές εκκλησίες και τα αρχοντικά της Πόλης», « Τα καλοκαιρινά παλάτια και τα περίπτερα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας», «Κιομουρτζιάν Ιερεμίας Τζελεμπί», «Σανασαριάν Χαν», «Οθωμανικά Παλάτια», «Παμουκτσιάν Κεβόρκ» κ.ά.
Το ακαδημαϊκό άρθρο της, «Αναβάρζα», που ήταν η δεύτερη πρωτεύουσα του Βασιλείου της Αρμενικής Κιλικίας, έχει διακριθεί σε ημερίδες και συμπόσια και προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον μέσα στην επιστημονική κοινότητα.
Η Ελμόν έχει κάνει επιστημονικές μελέτες για μια σειρά από θέματα αρμενικού ενδιαφέροντος κι όχι μόνο. Αξίζει να αναφερθούμε σε κάποια από αυτά: «Η εκκλησία Σουρπ Στεφανός του Έφκερε», «Η εκκλησία Σουρπ Τορός του Ταβλουσούν», «Η εκκλησία Σουρπ Μπογός Μπεντρός της Τομάρζα», «Το σχολείο Σαρκίς Γκουμουσιάν», «Η θρησκευτική αρχιτεκτονική του 19ου αιώνα - Νέα τυπολογία των αρμενίων αρχιτεκτόνων στις εκκλησίες και καμπαναριά της Πόλης (δυτική τάση στην αρχιτεκτονική)», «Οι αρμενικές εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης και της Ανατολίας», «Τα αρμενικά νεκροταφεία της Κωνσταντινούπολης», «Η αρμενική κοινότητα του Βοσπόρου, εκκλησίες και σχολεία», «Τα πορτρέτα των Σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και μινιατούρα», «Οκτώ αρμενικές εκκλησίες εντός των τειχών της Κωνσταντινούπολης», «150ή επέτειος του ανακτόρου Ντολμά Μπαχτσέ και ο ζωγράφος του παλατιού Ιβάν Οχαννές Αϊβαζιάν», «Ταξίδι στην ιστορία της αρμενικής κοινότητας Σκούταρι», «Τα χειρόγραφα του Μπάλατ (Φανάρι)», «Κεράτιος Κόλπος χθες και σήμερα».
Επίσης, έχει μεταφράσει στην τουρκική γλώσσα το έργο του Σαρκίς Σαράφ Τμπιρ Χοβαννεσιάν «Η ιστορία της πρωτεύουσας Κωνσταντινούπολης».
Τέλος, συνεργάζεται στη σύνταξη της «Εγκυκλοπαίδειας της Κωνσταντινούπολης»*.
Της Ήρας Τζούρου
Οκτώβριος- Δεκέμβριος 2016, τεύχος 91
Φέτος, ως εκπρόσωπος του συνδέσμου HAYCAR της Πόλης, διακρίθηκε από το διοικητικό συμβούλιο της αστικής ανάπτυξης της Δημοκρατίας της Αρμενίας και τιμήθηκε με το χρυσό μετάλλιο στη Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής του Γερεβάν για το έργο της «Οι αρμενικές εκκλησίες της Καισαρείας». Με αφορμή την τελευταία της διάκριση στην Αρμενία, την παρακαλέσαμε να μας πει λίγα λόγια για τον εαυτό της και για τα όσα έχει ζήσει στην πορεία της ως ακαδημαϊκός και διδάκτωρ στην Τουρκία. «Γεννήθηκα το έτος 1955 σε μια φτωχογειτονιά πίσω από το Πατριαρχείο. Η οικογένειά μου, όπως όλες οι οικογένειες του Κουμ Καπί (Κοντοσκάλι), είχαν μεταναστεύσει από την Ανατολία, και συγκεκριμένα από το Σεμπινκαραχισάρ, σύνορα Σεβαστείας και Κερασούντας, από το χωριό Ζάρα. Οι πρόγονοί μου είναι από το Καρς και το Βαν. Ξέρετε, όλοι εμείς έχουμε μια ξεχωριστή ιστορία ξεριζωμού που κουβαλάμε στις ψυχές μας. Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου στάθηκα τυχερή, μεγάλωσα σε μια οικογένεια με αξίες και αρχές. Οι γονείς μου φρόντισαν να πάω σε αρμενικά σχολεία της κοινότητας. Για τον πατέρα μου είχε πολύ μεγάλη σημασία η εκπαίδευση και η μόρφωσή μου, μιας κι ο ίδιος δεν είχε καταφέρει να πάει ούτε καν στο δημοτικό. Εκείνα τα χρόνια είναι βαθιά χαραγμένα στην ψυχή μου. Ξεκίνησα την πορεία μου στην εκπαίδευση από το Μπεζτσιάν και συνέχισα στο Νταντιάν Βαρζαράν. Για καλή μου τύχη, η δασκάλα μου ήταν κυρία Μανισάκ, σύζυγος του αξιαγάπητου στυλοβάτη της Αγκός και συνταξιδιώτη μου στα μονοπάτια της Ανατολίας, του συγχωρεμένου Σαρκίς Σεροπιάν. Από μικρή ηλικία ήθελα να αγωνιστώ για το ακατόρθωτο και έβαλα ψηλά τον πήχη. Κινδύνεψα, λόγω οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς μου, να σταματήσω τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή μου. Τα επόμενα χρόνια, οι απώλειες που με περίμεναν ήταν τραγικά μεγάλες, και για μένα και για την οικογένειά μου. Ο θάνατος του πατέρα μου και οι ευθύνες που ανέλαβα δεν με άφησαν να συνεχίσω πέρα από το γυμνάσιο. Αυτές οι μέρες της ζωής μου ήταν καταλυτικές. Η προσπάθεια, η επιμονή και η θέλησή μου μου έδωσαν δύναμη, μιας και την ικανότητα την κατείχα. Κατάφερα, μέσα σε όλα, να μάθω δια αλληλογραφίας αγγλικά και γαλλικά, να μεγαλώσω δυο παιδιά και, παρά τα γραφειοκρατικά προβλήματα που μου έτυχαν, να τελειώσω το λύκειο. Σε ηλικία 33 χρονών έγινα φοιτήτρια. Μελετώντας τα βράδια και εξεταζόμενη την ημέρα, είχα φτάσει στο στόχο μου. Σπούδασα 11 χρόνια, τροχάδην ανέβηκα τα σκαλοπάτια. Ευλογημένοι όσοι μου στάθηκαν και με στήριξαν όλα αυτά τα χρόνια, η οικογένειά μου, η κοινότητα, ο Πατριάρχης, ο σεβασμιότατος Μεσρόπ Μουταφιάν, οι φίλοι μου, οι καθηγητές μου από το δημοτικό μέχρι το πανεπιστήμιο. Στα χρόνια της ερευνητικής μου εργασίας πήγα στο Σουρπ Γαζάρ (Άγιο Λάζαρο) της Βενετίας, όπου με δέχτηκαν, με φιλοξένησαν και μου συμπεριφέρθηκαν με τον καλύτερο τρόπο, μου εμπιστεύτηκαν όλα τα έγγραφά τους και μου παρέδωσαν δίχως συνοδεία, χωρίς αμφιβολία, τα αρχαία μας κειμήλια. Πήγα στην Αρμενία, στις βιβλιοθήκες και στις εκκλησίες μας, μου άνοιξαν τα αρχεία και μου εμπιστεύθηκαν κειμήλια που ντρεπόμουν να τα κρατήσω στα χέρια μου, ταξίδεψα, γνώρισα Αρμένιους από όλον τον κόσμο που με αγκάλιασαν με αγάπη. Ταξίδεψα στα χώματα των αρχαίων προγόνων μου, στα καταπατημένα εδάφη. Ξενάγησα πατριώτες μου από κάθε γωνιά της γης, να δουν, να μάθουν την ιστορία μας. Ερεύνησα και συνεχίζω να ερευνώ σχολαστικά ό,τι απέμεινε στην καρδιά της Ανατολίας από τον αρμενικό πολιτισμό. Ελάχιστος φόρος τιμής οι προσευχές μου σε κάθε ερειπωμένη εκκλησία, μοναστήρι, κάστρο, σπίτι, σε κάθε βεβηλωμένο νεκροταφείο, στα σκορπισμένα κόκκαλα των αδικοχαμένων ψυχών μας. Εγώ, η Ελμόν Καρσαρβανιάν, όσο κι αν προσπάθησαν να αλλάξουν το όνομα και το επίθετο μου σ’ αυτά τα μέρη που ζω, δεν ξέχασα την αποστολή μου, που δεν είναι άλλη από το να υπηρετήσω το λαό μας μέσα από τη δουλειά μου. Μέσα μου μεταφέρω τη νοσταλγία του λαού μου, προσπάθεια και επιθυμία μου είναι να γίνω αντάξια του λαού μου. Αυτή είναι η χώρα των προγόνων μας και σε κάθε γωνιά της είναι αποτυπωμένος ο πολιτισμός, η πίστη, ο μόχθος και η υψηλή αισθητική του λαού μας. Θεωρώ, λοιπόν, πως η διαφύλαξή τους είναι χρέος μου. Η πίστη στο έθνος μου είναι πάνω από κάθε άλλη αξία. Έχω 7 εγγόνια. Μοναδική μου επιθυμία είναι να ψιθυρίσω στα αυτιά τους την ταυτότητά τους· Αρμανούς, Αράμ, Αρεβίκ, Χαμπαρστούμ, Σαγιάτ, Σαρβέν, Σεβάκ».
|