Η γέννηση των αρμενικών εκδόσεων - Από το Καθολικάτο του Ετσμιατζίν στα τυπογραφεία της Ευρώπης |
Νουνιά Γεραμιάν Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2012 τεύχος 74
Η ιστορία του βιβλίου, κυρίως των εκδόσεων από το 16ο έως το 18 αιώνα, είναι στενά συνδεδεμένη με την εξέλιξη της ανανέωσης και του εκσυγχρονισμού της αρμενικής κοινωνίας η οποία παίρνει σάρκα και οστά κατά την περίοδο αυτή σε ορισμένους κύκλους της Βορειο-ανατολικής Αρμενίας. Οι πολιτικές αναταραχές οι οποίες επακολούθησαν από το 13ο αιώνα οδήγησαν πραγματικά της χώρα στο χείλος της αβύσσου. Οι καταστροφές οι οποίες προκλήθηκαν από τις λεηλασίες των μογγόλων και των τουρκομάνων, η διείσδυση των νομαδικών φυλών, η βίαιη «συμβίωση» με τις κουρδικές φυλές, οι διαρπαγές από την πλευρά των djelali, οι εκτοπίσεις εκ μέρους του σάχη Αμπάς και οι τουρκοπερσικοί πόλεμοι είχαν ως άμεσες συνέπειες ευθέως επί των δημογραφικών ισορροπιών της περιοχής, επί του οικονομικού της επιπέδου και επί των πολιτιστικών της πρακτικών. Σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής, μεγάλος αριθμός μοναστηριών τα οποία ήταν οι παραδοσιακοί θεματοφύλακες της πολιτιστικής κληρονομιάς, μετετράπησαν σε ερείπια και η γενική κατάσταση κάποιων ακόμα εν ενεργεία ιδρυμάτων ήταν ενδεικτική της πτώσης του εκπαιδευτικού επιπέδου των δόκιμων ιερέων και της πειθαρχίας των μοναχών, αφήνοντας να διαφανεί η αξιοθρήνητη πνευματική κατάσταση των μη νομαδικών πληθυσμών. Χωρίς μια σθεναρή αντίδραση, η αρμενική κοινωνία ήταν καταδικασμένη βραχυπρόθεσμα, να αφομοιωθεί από τους ισχυρούς και ταραχοποιούς νομάδες οι οποίοι επέβαλαν τον πολιτισμό τους -αυτή των στεπών της Κεντρικής Ασίας- σε όλη τη Μικρά Ασία.
Οι στόχοι για την κυριαρχία της τέχνης της τυπογραφίας Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, την πλέον κρίσιμη στιγμή και σε μια τελευταία προσπάθεια συγκεντρώσεως δυνάμεων, τέθηκαν οι βάσεις μιας ανανεώσεως. Αντλώντας δύναμη από το παρελθόν του έθνους και αναζωογονώντας το, χάρη στη συμβολή εξωτερικών παραγόντων, όπως σε γενικές γραμμές ήταν τα σημαντικά διαβήματα των εκκλησιαστικών κύκλων. Στην αρχή του 17ου αιώνα, η άφιξη των πρώτων γάλλων ιεραποστόλων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και η ανάπτυξη των αρμενικών εμπορικών συναλλαγών με την Ευρώπη, έδωσαν ήδη τη δυνατότητα στην αρμενική ελίτ να προαισθανθεί τη δυνητική συνεισφορά της Αναγεννήσεως. Σκεπτόμενοι την ανανέωση του εκπαιδευτικού συστήματος επιστράτευσαν τα αναγκαία και κυρίαρχα τυπογραφικά μέσα. Αυτό το εργαλείο της αναπαραγωγής και της εξαπλώσεως του βιβλίου, τους φαινόταν κατά συνέπεια ουσιώδες, προκειμένου να επιτύχουν το σχέδιό τους, δεδομένου ότι τα scriptoria1 τα οποία επαναλειτούργησαν δεν επαρκούσαν για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες. Επειδή όμως για σχεδόν δύο αιώνες -από το 1511 έως το 1695- η χρήση της τυπογραφίας ήταν καταδικασμένη μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οι αρμένιοι τυπογράφοι αναγκάσθηκαν να εγκαταστήσουν τα εργαστήριά τους (τυπογραφεία) στην Ευρώπη.
Τα πρώτα τυπογραφεία Οι αρμενικές παροικίες της Ευρώπης παρείχαν το ιδανικό πλαίσιο για την εγκατάσταση των τυπογραφείων. Οι εκδότες-τυπογράφοι βρήκαν εκεί τους αρμένιους μεγαλεμπόρους πρόθυμους να τους βοηθήσουν οικονομικά και να τους διαθέσουν το δοκιμασμένο κύκλωμα διανομής το οποίο θα τους επέτρεπε να αποστείλουν εύκολα την έντυπη παραγωγή τους στα επίνεια της Ανατολής, στη Σμύρνη και σε κάθε δυνατό μέρος όπου οι γυρολόγοι-πραγματευτές θα αναλάμβαναν τη διανομή του βιβλίου σε όλη την Αρμενία. Έτσι, βλέπουμε να δημιουργούνται τυπογραφεία στη Βενετία, στο Λβώβ, στο Λιβόρνο, στη Μασσαλία, στο Άμστερνταμ. Κατά την πρώτη περίοδο, ο στόχος ήταν να δημοσιευθούν σε μεγάλο αριθμό αντιτύπων βιβλία πρώτης ανάγκης κυρίως ψαλτήρια, βίβλοι, συνόψεις, λειτουργικά, συναξάρια, θρησκευτικά ημερολόγια, αλφαβητάρια και διάφορα άλλα εκκλησιαστικά βιβλία, δηλαδή το 72% της παραγωγής των 16ου και 17ου αιώνων. Τα υπόλοιπα συνίσταντο σε εκδόσεις μεσαιωνικών ιστοριογραφιών τα οποία συνετέλεσαν στην επανάκτηση του εθνικού παρελθόντος καθώς και σε εμπορικά εγχειρίδια και γεωγραφικούς χάρτες, ανοίγοντας έτσι το δρόμο στην αρμενική κοινωνία -ιδιαιτέρως στους μεγαλοαστούς εμπόρους- προς την εξωστρέφεια. Μετά το 1650, η κάλυψη της δημόσιας περιουσίας σε έντυπα βιβλία αυξήθηκε σημαντικά εις βάρος των χειρογράφων βιβλίων, τα οποία ωστόσο συνέχιζαν να κυκλοφορούν κείμενα που φυσικά ήταν προορισμένα για πιο περιορισμένους κύκλους.
Λογοκρισία εκ μέρους της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας Πέρα από την ιδιαιτερότητα την οποία καθιστούσε η εγκατάσταση των αρμενικών τυπογραφείων στην Ευρώπη, διαπιστώνεται ότι όλοι οι εκδότες-τυπογράφοι ήσαν εκκλησιαστικοί, διορισμένοι στη Δύση από την ανώτερη ιεραρχία του κλήρου και πιο συχνά προσωπικά από τον Καθολικό των Αρμενίων. Και όμως, την ίδια περίοδο, η αρμενική Εκκλησία ετοιμαζόταν να διαπραγματευτεί με τη Ρώμη για μια πολιτική και θρησκευτική προσέγγιση. Για την αποτελεσματικότητα δε αυτής, από το 1564 ο Αμπγκάρ από την πόλη Τοκάτ ήταν εξουσιοδοτημένος να βρίσκεται δίπλα στον Ποντίφικα. Ήταν εξ’ ίσου επιφορτισμένος για την εγκατάσταση ενός τυπογραφείου και για να προτείνει στη Ρώμη την εκτύπωση της Βίβλου στην αρμενική. Ουσιαστικά επρόκειτο για τη δημοσίευση εκκλησιαστικών βιβλίων για τα οποία η λογοκρισία εκ μέρους της ρωμαιοκαθολικής πλευράς δεν μπορούσε να μείνει αδιάφορη και πολύ συχνά έψαχνε τρόπους για να ελέγχει την ορθοδοξία μέσω των αρμενικών εντύπων, χαρακτηρίζοντάς τα ως «αιρετικά». Το 1638, με την προτροπή του Ρ. Yovhannes Ancyre και του Paolo Piromalli, μια επιτροπή θεολόγων η οποία σχηματίσθηκε από το συμβούλιο «la Propaganda Fide» και ήταν επιφορτισμένη να ελέγχει τη μετάφραση της Βίβλου στην αρμενική προκειμένου αυτή να συμπίπτει, να είναι δηλαδή σύμφωνη με την «Vulgate»2 πριν επιτρέψει τη δημοσίευσή της. Επίσης, στις τάξεις της περιελάμβανε τον ιεραπόστολο Clement Galano και κατ’ αρχήν καταπολέμησε την τελειοποίηση της Καινής Διαθήκης. Ωστόσο, αυτή η επιτροπή δεν κατόρθωσε να επιτύχει τελικώς το στόχο της. Η απουσία αποτελέσματος προέτρεψε τον Καθολικό της Αρμενίας Ιάκωβο τον 4ο να ορίσει ως αντιπρόσωπο στην Ευρώπη το δόκιμο κληρικό Ματεός, προκειμένου να δημοσιεύσει την πρώτη έκδοση της μεταφρασμένης στην αρμενική, Βίβλου. Έτσι, το Μάιο του 1656, επιβιβάσθηκε σε πλοίο στη Σμύρνη με προορισμό τη Βενετία όπου κατ’ αρχήν εξέτασε τρόπους και χώρους για να εγκαταστήσει το τυπογραφείο του με τη βοήθεια των αρμενίων μεγαλεμπόρων οι οποίοι δραστηριοποιούνταν στο λιμάνι της Βενετίας. Όμως οι καιροί είχαν αλλάξει. Η καθολική Ιερά Εξέταση εξουσίαζε τις βενετικές τυπογραφικές δραστηριότητες. Έπειτα από αναγκαστική αδράνεια δεκατεσσάρων μηνών, ο αρμένιος κληρικός πήγε στη Ρώμη για να λάβει την άδεια προκειμένου να φέρει εις πέρας την αποστολή του. Η δυσπιστία εκ μέρους του Συμβουλίου των καρδιναλίων ως προς αυτή την επιχείρηση έληξε εν τούτοις με το να τον πείσουν να εγκαταστήσει το τυπογραφείο του στις Κάτω Χώρες (Ολλανδία), όπου μερικά χρόνια αργότερα πραγματοποιήθηκε η πρώτη πλήρης έκδοση της αρμενικής μεταφράσεως της Βίβλου.
Πηγή: περιοδικό Nouvelles d’ Armenie Σημειώσεις: 1) Scriptoria: τα εργαστήρια αντιγραφής χειρογράφων 2) Vulgate: - η Βουλγάτα- δηλαδή η λατινική μετάφραση της Βίβλου.Μεταφράστηκε από την εβραϊκή και την αραμαϊκή μεταξύ των ετών 382 και 405 μ.Χ. από τον Jerome.
|