90 χρόνια Αρμενικό Θέατρο στην Ελλάδα Εκτύπωση

theatro

 

                                              Κα­τε­βεί­τε, κα­τε­βεί­τε ό­νει­ρα,

                                              κα­τε­βεί­τε προ­σε­κτι­κά ό­νει­ρα,

                                              γλυ­κά ό­νει­ρα, τρυ­φε­ρά ό­νει­ρα,

                                              κα­τε­βεί­τε ό­μορ­φα ό­νει­ρα.

                                                              
                                              Λου­λού­δια, χρώ­μα­τα, φύλ­λα ξε­ρά

                                              μό­νο η ελ­πί­δα φέρ­νει χα­ρά

 

                                              της νο­σταλ­γί­ας στε­ναγ­μοί

                                              μέ­σα α­πό το δά­κρυ το φι­λί

                                              κι α­πό τη σκέ­ψη την κρυ­φή

                                              ξα­να­γεν­νιέ­ται η ζω­ή.  


                                                               "Χιν Α­στβα­τζνέρ"

                                                                            Λε­βόν Σα­ντ

  

Οβαννές Γαζαριάν

Oκτωβριος – Δεκέμβριος 2014 τεύχος 83

 

Πό­ση α­γά­πη πρέ­πει να εί­χαν για το θέ­α­τρο και την τέ­χνη γε­νι­κό­τε­ρα οι αρ­μέ­νιοι πρό­σφυ­γες, έ­τσι ώ­στε στις 6 Ια­νουα­ρίου 1924, α­νή­με­ρα Χρι­στου­γέν­νων, 15 μό­λις μή­νες με­τά την ε­γκα­τά­στα­σή τους στην Α­θή­να και ε­νώ α­κό­μα πολ­λοί μέ­να­νε σε σκη­νές ή στην κα­λύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση σε ά­θλια πα­ρα­πήγ­μα­τα, να πα­ρου­σιά­σουν το θε­α­τρι­κό έρ­γο «Ο Κλη­ρο­νό­μος», στην αί­θου­σα του αρ­με­νι­κού σχο­λεί­ου στη Συγ­γρού, την πρώ­τη αρ­με­νι­κή πα­ρά­σταση σε ελ­λη­νι­κό έ­δα­φος.

Πολ­λοί α­πό ε­κεί­νους τους η­θο­ποιούς δεν εί­χαν πι­θανόν να φά­νε, ού­τε άλ­λα ρού­χα να φο­ρέ­σουν, ού­τε κά­ποιον τρό­πο να ζε­στα­θούν ε­κεί­νον τον πα­γω­μέ­νο Γε­νά­ρη.

Ω­στό­σο, αυ­τά φά­ντα­ζαν πο­λύ μι­κρά μπρο­στά στη θέ­λη­ση, την ψυ­χι­κή δύ­να­μη και την α­γά­πη τους γι'αυ­τό που έ­κα­ναν.

Σή­με­ρα, 90 χρό­νια με­τά, με­τρά­με 370 πα­ρα­στά­σεις (340 στην Α­θή­να και 30 στη Θεσ­σα­λονί­κη), α­πό τις ο­ποί­ες οι 200 πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν προ­πο­λε­μι­κά και οι 7 κα­τά τη διάρκεια της κα­το­χής. Α­μέ­σως με­τά έρ­χε­ται η με­γά­λη «έ­κρη­ξη», ό­ταν μέ­σα α­πό τα ε­ρεί­πια του πο­λέ­μου, το κύ­μα ε­πα­να­πα­τρι­σμού στην Αρ­με­νί­α, την α­πό­λυ­τη φτώ­χεια και α­νέ­χεια, στην καρ­διά του εμ­φυ­λί­ου, πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν 34 πα­ρα­στάσεις, την τε­τρα­ε­τί­α 1946-1949. Με μια μι­κρή δό­ση υ­περ­βο­λής, θα μπο­ρού­σα­με να χα­ρακτη­ρί­σου­με τις δύ­ο πρώ­τες γε­νιές των αρ­με­νί­ων προ­σφύ­γων, τις πιο θε­α­τρόφι­λες του πλα­νή­τη; Ί­σως, αν συ­νυ­πο­λο­γί­σου­με τον α­ριθ­μό των πα­ρα­στά­σε­ων, με τις α­νυ­πέρ­βλη­τες δυ­σκο­λί­ες της κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας και τον α­γώ­να που έ­δι­ναν για ε­πι­βί­ω­ση. Ο πα­ρα­πά­νω συλ­λο­γι­σμός, μπο­ρεί να μην α­πέ­χει πο­λύ α­πό την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ας θυ­μη­θού­με με­ρι­κά ο­νό­μα­τα που έ­δω­σαν το στίγ­μα τους στο προ­πο­λε­μι­κό ελ­λη­νο­αρ­με­νι­κό θέ­α­τρο: Χά­ικ Ο­χα­νιάν, Τ. Χο­βα­νεσ­σιάν, Γκά­ρο Χα­τσι­κιάν, Χ. Ζα­ρι­φιάν, Χ­μα­γιάκ Ναλ­μπα­ντιάν, Γκά­ρο Κα­σα­πιάν, Μα­νουέλ Μουρα­τιάν. Την «έ­κρη­ξη» του 1946-1949 α­κο­λου­θεί μια πο­λύ γό­νι­μη 20ε­τί­α (1950-1970), στη διάρ­κεια της ο­ποί­ας α­νέ­βη­καν 102 πα­ρα­στά­σεις. Φυ­σι­κά πρέ­πει να ση­μειώ­σου­με ό­τι σ' ό­λον αυ­τόν τον θε­α­τρι­κό ορ­γα­σμό, ε­κτός α­πό τους κα­θαυ­τό συ­ντε­λε­στές (ηθο­ποιούς, σκη­νο­θέ­τες, με­τα­φρα­στές κ.α.), βα­σι­κός μο­χλός ώ­θη­σης και ε­πι­τυ­χίας κά­θε προ­σπά­θειας, ή­ταν ο κό­σμος που γέ­μι­ζε α­σφυ­κτι­κά, ό­χι μό­νο τις μι­κρές αί­θου­σες της κά­θε αρ­με­νι­κής λέ­σχης, αλ­λά και τα κε­ντρι­κά α­θη­να­ϊ­κά θέ­ατρα, χω­ρη­τι­κό­τη­τας 800 και 1000 θε­α­τών. Σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις, η ί­δια πα­ρά­στα­ση ε­πα­να­λαμ­βα­νό­ταν δύ­ο και τρεις φο­ρές, έ­τσι ώ­στε να ι­κα­νο­ποι­η­θούν ό­λοι οι θε­α­τρό­φι­λοι. Ε­πί­σης, πολ­λά α­πό τα έρ­γα, κυ­ρί­ως προ­πο­λε­μι­κά, θα μπο­ρού­σα­με κάλ­λι­στα να τα ο­νο­μά­σου­με υ­περ­πα­ρα­γω­γές, κα­θώς συμ­με­τείχαν ε­πί σκη­νής μέ­χρι και 100 η­θο­ποιοί.

Έ­να άλ­λο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό που δεί­χει το πά­θος αυ­τών των αν­θρώ­πων με το θέ­α­τρο εί­ναι ότι, τα έρ­γα δεν τα πα­ρου­σί­α­ζαν μό­νο θε­α­τρι­κοί φο­ρείς, αλ­λά και ο­μά­δες και σω­μα­τεί­α ό­πως το «Χο­με­νε­τμέν», η Αρ­με­νι­κή Νε­ο­λαί­α Ελ­λά­δας, οι αρμέ­νιοι πρό­σκο­ποι και διά­φο­ροι α­νε­ξάρτη­τοι φο­ρείς, ό­λοι ό­σοι δη­λα­δή ε­νερ­γο­ποιού­νταν στην αρ­με­νι­κή πραγμα­τι­κό­τη­τα και εί­χαν τη διά­θε­ση και τη θέ­λη­ση να α­νε­βά­σουν έ­να θε­α­τρι­κό έρ­γο.

Η συ­ντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φί­α των πα­ρα­στά­σε­ων ή­ταν έρ­γα αρ­με­νί­ων συγ­γρα­φέ­ων, ό­μως κα­τά και­ρούς πα­ρου­σιά­στη­καν και έρ­γα ελ­λή­νων και ξέ­νων δη­μιουρ­γών, ό­πως ε­πί­σης και αρ­με­νι­κά έρ­γα με­τα­φρα­σμέ­να στα Ελ­λη­νικά.

Βέ­βαια ό­πως συμ­βαί­νει πά­ντα, έ­τσι και στην πε­ρί­πτω­ση μας, την ακ­μή α­κο­λουθεί πά­ντα η πα­ρακ­μή. Α­πό τις αρ­χές της δε­κα­ε­τί­ας του 1970, η θε­α­τρι­κή κί­νη­ση της πα­ροι­κί­ας άρ­χι­σε να φθί­νει φτά­νοντας στο να­δίρ την 25ε­τί­α 1958-2010, ο­πό­τε α­νέβη­καν μό­λις 15 πα­ρα­στά­σεις. Α­χτί­δα φω­τός δια­φαί­νε­ται την τε­λευ­ταί­α 5ε­τί­α, κα­θώς πα­ρα­τη­ρεί­ται μια κί­νη­ση α­πό νέ­ους, οι ο­ποί­οι έ­χο­ντας δη­μιουρ­γι­κή διά­θε­ση και α­γά­πη για το θέ­α­τρο, έ­χουν αρ­χί­σει να τα­ρά­ζουν τα λι­μνά­ζο­ντα νερά του χώ­ρου, δί­νο­ντας στην πα­ροι­κί­α ελ­πί­δες για κα­λύ­τε­ρες μέ­ρες.

Τε­λειώ­νο­ντας, δεν θα μπο­ρού­σα­με να μην α­να­φερ­θού­με σε με­ρι­κά με­γά­λα ο­νόμα­τα του με­τα­πο­λε­μι­κού αρ­με­νι­κού θε­ά­τρου, ό­πως οι Κε­βόρ­κ Πα­πα­ζιάν, Γκαρ­μπίς Φου­ρου­ντζιάν, Αρ­σα­βίρ Κα­ζα­ντζιάν, Γκά­ρο Γε­βο­ντιάν και κο­ντά σ' αυ­τούς δε­κά­δες άλ­λους, στους ο­ποί­ους η πα­ροι­κί­α μας χρω­στά­ει πολ­λά στην α­να­βάθμι­ση του πο­λι­τι­στι­κού χα­ρα­κτή­ρα της.