Η αμερικανική πολιτική στον Καύκασο από το 1991 έως σήμερα: Πώς επηρεάζει την Αρμενία και το Αρτσάχ |
Γιώργος Μενεσιάν - Διεθνολόγος Μετά τον δεύτερο πόλεμο στο Αρτσάχ, οι ΗΠΑ έχουν πάρει μια σειρά πρωτοβουλιών για τη διαμεσολάβηση μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν. Βασικός στόχος της Ουάσινγκτον είναι η υπογραφή ειρηνευτικής συμφωνίας ανάμεσα στις δύο χώρες, ώστε να επιλυθούν τα ζητήματα και να εξομαλυνθούν οι μεταξύ τους σχέσεις. Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ εντείνουν τις επαφές τους με την Αρμενία (αλλά και με το Αζερμπαϊτζάν), προσπαθώντας, από κοινού με την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), να διεισδύσουν στον Νότιο Καύκασο και να αντικαταστήσουν τη Ρωσία ως τον βασικό διαμεσολαβητή μεταξύ Μπακού και Γερεβάν. Το αμερικανικό ενδιαφέρον για τον Καύκασο δεν συνιστά καινούργιο φαινόμενο. Ωστόσο, τα τελευταία δεκαπέντε περίπου χρόνια, οι ΗΠΑ ήταν ουσιαστικά απούσες από την περιοχή. Με το παρόν άρθρο θα επιχειρήσω να απαντήσω στα εξής τρία ερωτήματα: Ποια είναι η πορεία της αμερικανικής πολιτικής στον Καύκασο τα τελευταία τριάντα χρόνια; Γιατί η Ουάσινγκτον προσπαθεί σήμερα να αυξήσει την επιρροή της στον Καύκασο; Τι αντίκτυπο έχουν οι αμερικανικές πολιτικές στην Αρμενία και στους Αρμένιους του Αρτσάχ; Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ρωσία συνέχισε να αποτελεί τον ηγεμόνα της περιοχής. Παρά τα εσωτερικά προβλήματα που αντιμετώπιζε (όπως το πραξικόπημα του 1993 και ο πόλεμος στην Τσετσενία), η Μόσχα επηρέασε καθοριστικά την έκβαση των πολέμων στη Γεωργία και στο Αρτσάχ, συνέχισε να διατηρεί στρατεύματα σε ολόκληρη την περιοχή, και «έπεισε» τις τρεις χώρες της περιοχής (Γεωργία, Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν) να ενταχθούν στην Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών, την οποία ίδρυσε προκειμένου να εξασφαλίσει την πρωτοκαθεδρία της στον μετασοβιετικό χώρο. Αυτή την κρίσιμη περίοδο (1991-1994), οι ΗΠΑ δεν επιθυμούσαν να εμπλακούν στα τεκταινόμενα της περιοχής. Θεωρούσαν ότι ο Καύκασος βρίσκεται στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Για αυτό και δεν υπήρξε ουσιαστική παρέμβαση στον εμφύλιο πόλεμο της Γεωργίας και στους πολέμους της Αμπχαζίας, της Νότιας Οσετίας και του Αρτσάχ. Το ίδιο ισχύει και για τον υπόλοιπο μετασοβιετικό χώρο: οι Αμερικανοί δεν ενεπλάκησαν στους πολέμους της Υπερδνειστερίας και του Τατζικιστάν, ούτε φυσικά της Τσετσενίας. Μικρή εξαίρεση αποτελεί η φιλοαρμενική απόφαση για τη συμπερίληψη του άρθρου 907 στην Πράξη για την Υποστήριξη της Ελευθερίας (Freedom Support Act) του 1992, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ θα σταματούσαν την παροχή βοήθειας στο Αζερμπαϊτζάν. Όμως και αυτή η απόφαση ήταν περισσότερο αποτέλεσμα της κινητοποίησης του αρμενικού λόμπι παρά έκφραση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Την περίοδο εκείνη, οι ΗΠΑ δεν θεωρούσαν απαραίτητη τη διείσδυση στον ευρασιατικό χώρο, ούτε ήθελαν να πλήξουν τη Ρωσία του Γέλτσιν, η οποία θεωρείτο εταίρος της Δύσης. Εξάλλου, οι Αμερικανοί είχαν άλλες προτεραιότητες, με την επικείμενη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και τις ανησυχητικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή μετά την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ και την αντιαμερικανική πολιτική του θεοκρατικού Ιράν. Η μόνη πρωτοβουλία που πήραν τότε οι ΗΠΑ ήταν η παροχή οικονομικής βοήθειας για τον εκδημοκρατισμό και τις μεταρρυθμίσεις στις χώρες του Καυκάσου, μια πολιτική η οποία ακολουθήθηκε σε όλες τις μετασοβιετικές δημοκρατίες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας. Tο «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας Τα πράγματα άλλαξαν αισθητά την περίοδο 1994-2009. Το αμερικανικό ενδιαφέρον για τον ευρασιατικό χώρο είχε μεγαλώσει, και ο Καύκασος αποτελούσε για τους Αμερικανούς την πύλη εισόδου στην Ευρασία. Πράγματι, η γεωστρατηγική σημασία του Καυκάσου είναι μεγάλη. Βρίσκεται μια ανάσα από τη Μέση Ανατολή και αποτελεί το «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας. Βρέχεται δε από την Κασπία Θάλασσα, η οποία είναι πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Στο πλαίσιο αυτό, η Ουάσινγκτον άρχισε να εμπλέκεται στα τεκταινόμενα της περιοχής. Η υποστήριξη του αγωγού Μπακού-Τιφλίδα-Τσεϊχάν (BTC), η διαμεσολάβηση για την επίλυση του ζητήματος του Αρτσάχ μέσω της συμμετοχής στην Ομάδα Μινσκ του ΟΑΣΕ, η παροχή σημαντικής οικονομικής βοήθειας μέσω της Αμερικανικής Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης (USAID) και η υποστήριξη της «Επανάστασης των Ρόδων» στη Γεωργία το 2003 αποτελούν ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα. Οι λόγοι πίσω από το αμερικανικό ενδιαφέρον συνδέονταν, κυρίως, με την ενεργειακή ασφάλεια και τον περιορισμό της ρωσικής επιρροής στην ευρύτερη περιοχή. Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ προσπάθησαν να αυξήσουν την επιρροή τους στη Μαύρη Θάλασσα, τόσο με την ένταξη της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας στο ΝΑΤΟ όσο και με την προσέγγιση της Ουκρανίας και της Γεωργίας. Η προεδρία Μπους υποστήριζε ανοιχτά την ευρωατλαντική ολοκλήρωση του Καυκάσου και της Ανατολικής Ευρώπης, γεγονός που την έφερε σε σύγκρουση με το Κρεμλίνο, οδηγώντας στον πόλεμο Ρωσίας-Γεωργίας το 2008. Σε αντίθεση με τη Γεωργία, η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν δεν ήθελαν να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ ή στην Ε.Ε. Συμμετείχαν, ωστόσο, στις πρωτοβουλίες των οργανισμών αυτών, όπως στη Σύμπραξη για την Ειρήνη (ΝΑΤΟ) και στην Ανατολική Εταιρική Σχέση (Ε.Ε.), ενώ συνεργάστηκαν με τις ΗΠΑ στο πλαίσιο της καταπολέμησης της διεθνούς τρομοκρατίας. Η Αρμενία, παρά τους στενούς δεσμούς που συνέχισε να διατηρεί με τη Ρωσία, υπέγραψε το 2004 συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, και έστειλε δυνάμεις για την υποστήριξη των αμερικανικών και νατοϊκών αποστολών στο Κοσσυφοπέδιο, στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Αναφορικά με την αμερικανική στάση στη διένεξη Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, αυτή παρέμενε ισορροπημένη. Από τη μία, οι Αμερικανοί υποστήριζαν ότι η επίλυση του ζητήματος του Αρτσάχ έπρεπε να γίνει με βάση την αρχή της αυτοδιάθεσης, με αποτέλεσμα να δυσαρεστήσουν το Αζερμπαϊτζάν. Αυτό φάνηκε και από τις «Αρχές της Μαδρίτης», οι οποίες προωθήθηκαν από τις ΗΠΑ. Οι «Αρχές της Μαδρίτης» ναι μεν απορρίφθηκαν από τους Αρμένιους, αλλά αποτελούσαν τη μόνη ρεαλιστική λύση που θα εξυπηρετούσε τα αρμενικά συμφέροντα αναφορικά με το καθεστώς του Αρτσάχ. Από την άλλη, οι Αμερικανοί έβλεπαν το Μπακού ως έναν σημαντικό εταίρο, λόγω των ενεργειακών του αποθεμάτων αλλά και της γεωστρατηγικής αξίας που είχε αποκτήσει, ιδίως μετά τη δημιουργία της άτυπης συμμαχίας με την Τουρκία και το Ισραήλ. Για αυτό και δεν σταμάτησαν την παροχή βοήθειας προς την αζερική κυβέρνηση, ούτε τις επαφές μαζί της. Κατά την περίοδο 2009-2017, οι Αμερικανοί άρχισαν να περιορίζουν την παρουσία τους στον Καύκασο. Αυτό όμως έγινε σταδιακά. Στην αρχή σημειώθηκαν ορισμένα βήματα προς τα εμπρός, που εκφράστηκαν με την αμερικανική μεσολάβηση μεταξύ Αρμενίας και Τουρκίας, η οποία οδήγησε το 2009 στην υπογραφή των Πρωτοκόλλων της Ζυρίχης, καθώς και με την υποστήριξη της Γεωργίας μετά τον πόλεμο του 2008. Ωστόσο, ο Καύκασος σταμάτησε να αποτελεί προτεραιότητα για τους Αμερικανούς. Σε αυτό συνέβαλαν τα γεγονότα στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, με τις αραβικές εξεγέρσεις και την άνοδο του Ισλαμικού Κράτους (ISIS), καθώς και τα γεγονότα στην Ουκρανία μετά την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας και την έναρξη των εχθροπραξιών στο Ντονμπάς. Ένας ακόμη λόγος που φαίνεται να απομάκρυνε το αμερικανικό ενδιαφέρον για τον πλούσιο σε ορυκτά Καύκασο και την Κασπία Θάλασσα ήταν η «επανάσταση» του σχιστολιθικού αερίου στην αμερικανική ήπειρο. Η αμερικανική αδιαφορία κορυφώθηκε την περίοδο 2017-2021. Βασικός παράγοντας ήταν η εξωτερική πολιτική που ακολούθησε ο Ντόναλντ Τραμπ αλλά και η εστίαση των ΗΠΑ στην αντιμετώπιση του Ιράν και στον οικονομικό ανταγωνισμό με την Κίνα. Η απουσία μιας σταθερής αμερικανικής πολιτικής στον Καύκασο εξηγεί και την αναιμική προσπάθεια της Ουάσινγκτον να συμβάλει στον τερματισμό των εχθροπραξιών στο Αρτσάχ το φθινόπωρο του 2020. Το μόνο που κατάφεραν οι ΗΠΑ ήταν η επίτευξη της συμφωνίας της 25ης Οκτωβρίου 2020 για την κατάπαυση του πυρός για ανθρωπιστικούς λόγους, η οποία μάλιστα δεν τηρήθηκε από τη μεριά του Αζερμπαϊτζάν. Η απουσία των ΗΠΑ από τον Καύκασο επιβεβαίωσε τη ρωσική ηγεμονία στην περιοχή, όπως απέδειξε και η συμφωνία της 9ης Νοεμβρίου, η οποία τερμάτισε τον πόλεμο μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν και αναβάθμισε τη θέση της Ρωσίας στην περιοχή. Όχι στις κυρώσεις έναντι του Αζερμπαϊτζάν Στη συνέχεια, και με την εκλογή Μπάιντεν, το αμερικανικό ενδιαφέρον για τον Καύκασο επανήλθε. Στο πλαίσιο της νέας πολιτικής τους στον Καύκασο, οι ΗΠΑ πήραν σειρά πρωτοβουλιών για την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν. Το ενδιαφέρον αυτό έγινε ακόμη μεγαλύτερο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Σήμερα, η αμερικανική πολιτική στον Καύκασο βασίζεται στους εξής άξονες: την ενεργειακή ασφάλεια, την απομάκρυνση της Ρωσίας από την περιοχή, την αύξηση της δυτικής παρουσίας στη Μαύρη Θάλασσα, και τη χρήση του Καυκάσου ως διόδου προς την Κεντρική Ασία. Για αυτό και κρίνεται αναγκαία η οριστική επίλυση της διαμάχης Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν. Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να διατηρούν μια ισορροπημένη στάση όσον αφορά τη σύγκρουση Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν. Από τη μία καταδίκασαν την παράνομη είσοδο των αζερικών δυνάμεων στα εδάφη της Δημοκρατίας της Αρμενίας καθώς και τον αποκλεισμό του Αρτσάχ, ενώ υποστηρίζουν ότι πρέπει να υπάρχουν διεθνείς εγγυήσεις για την ασφάλεια και τον σεβασμό των δικαιωμάτων των Αρμενίων του Αρτσάχ. Βλέπουν επίσης θετικά τις εξαγγελίες της αρμενικής κυβέρνησης για την ολοκλήρωση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στις οποίες πρέπει να προχωρήσει η Αρμενία. Η αναβάθμιση των σχέσεων ΗΠΑ-Αρμενίας φάνηκε και από την επίσκεψη στην Αρμενία της Νάνσι Πελόζι, προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, στις 17 Σεπτεμβρίου του 2022, τρεις ημέρες μετά την επίθεση του Αζερμπαϊτζάν στην Αρμενία. Από την άλλη, οι ΗΠΑ έχουν πάψει να είναι οπαδοί της εξεύρεσης λύσης βάσει της αρχής της αυτοδιάθεσης, και δεν είναι διατεθειμένες να επιβάλουν κυρώσεις στο Αζερμπαϊτζάν αν αυτό επιτεθεί ξανά στην Αρμενία ή αν προχωρήσει σε νέα, ευρείας κλίμακας στρατιωτική επιχείρηση στο Αρτσάχ. Αυτό σημαίνει ότι οι Αμερικανοί είναι έτοιμοι να δεχτούν την ενσωμάτωση του Αρτσάχ στο Αζερμπαϊτζάν χωρίς την εξασφάλιση κάποιου καθεστώτος αυτονομίας ή αυτοδιοίκησης. Το ίδιο φαίνεται να δέχονται το Γερεβάν, η Μόσχα και οι Βρυξέλλες. Οι λόγοι για τη στάση των ΗΠΑ έναντι του Αζερμπαϊτζάν είναι πολλοί. Καταρχάς, η Ουάσινγκτον βλέπει το Αζερμπαϊτζάν ως έναν σύμμαχο για την οριστική απομάκρυνση της Ρωσίας από τον Καύκασο. Μπορεί Ρωσία και Αζερμπαϊτζάν να συνεργάζονται, όμως αρκετές φορές τα συμφέροντά τους είναι αντικρουόμενα. Επίσης, μπορεί το Αζερμπαϊτζάν να βοηθά τη Ρωσία να παρακάμπτει τις δυτικές κυρώσεις, όμως ταυτόχρονα έχει στηρίξει έμπρακτα την Ουκρανία. Δεύτερον, οι Αμερικανοί τάσσονται υπέρ της διοχέτευσης μεγαλύτερων ποσοτήτων αζερικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Το Αζερμπαϊτζάν έχει επίσης την προοπτική να αποτελέσει ενδιάμεσο σταθμό για τη μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από την Κεντρική Ασία προς την Ευρώπη. Ήδη το Καζακστάν έχει προχωρήσει στις εξαγωγές πετρελαίου προς την Ευρώπη μέσω Αζερμπαϊτζάν, παρακάμπτοντας τη Ρωσία. Ακόμη, το Αζερμπαϊτζάν και ο Καύκασος γενικότερα διευκολύνουν την πρόσβαση των δυτικών στην Κεντρική Ασία, ενώ το Αζερμπαϊτζάν αποτελεί έναν δυνητικό σύμμαχο των ΗΠΑ (και του στενού συμμάχου τους Ισραήλ) εναντίον του Ιράν. Θετική στάση προς την κυβέρνηση Πασινιάν Οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να βοηθήσουν την Αρμενία να ξεπεράσει τα προβλήματά της και να ανακάμψει. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι αυτή η βοήθεια δεν θα περιλαμβάνει το Αρτσάχ. Οι Αμερικανοί επιθυμούν να βρεθεί μια οριστική λύση για όλα τα διμερή ζητήματα Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν το συντομότερο δυνατόν. Και θέλουν να είναι εκείνοι (ή οι Ευρωπαίοι) που θα μεσολαβήσουν με επιτυχία για την υπογραφή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας. Δεν επιθυμούν την εξεύρεση μιας λύσης με τη διαμεσολάβηση της Ρωσίας, ούτε τη διατήρηση των ρωσικών δυνάμεων στο Αρτσάχ. Πιστεύουν ότι η επίλυση των διμερών ζητημάτων Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν αλλά και Αρμενίας-Τουρκίας θα απομακρύνουν το Γερεβάν από τη Μόσχα, μειώνοντας την αμυντική, ενεργειακή και οικονομική εξάρτηση της Αρμενίας από τη Ρωσία. Η βιασύνη αυτή έγκειται και στο γεγονός ότι η τωρινή κυβέρνηση της Αρμενίας είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε συμβιβασμούς όσον αφορά το Αρτσάχ, και οι Αμερικανοί γνωρίζουν ότι το μοναδικό ζήτημα που μπορεί να καθυστερήσει την επίτευξη μιας συμφωνίας είναι εκείνο του Αρτσάχ. Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν την πτώση της κυβέρνησης Πασινιάν. Η «εγκατάλειψη» του Αρτσάχ είναι ένας από τους λόγους. Η αρμενική κυβέρνηση δεν έχει τις καλύτερες σχέσεις με τη Ρωσία, και επιθυμεί την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Άγκυρα και το Μπακού, ενώ είναι επίσης διατεθειμένη να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις. Τέλος, οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν την πολιτική αστάθεια για μια χώρα όπως η Αρμενία.Για αυτό και οι Αμερικανοί βλέπουν θετικά την κυβέρνηση Πασινιάν. Η ομαλοποίηση των σχέσεων Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, το άνοιγμα των εμπορικών διαδρόμων και η άρση του τουρκοαζερικού αποκλεισμού της Αρμενίας θα διευκολύνουν την εμπορική, ενεργειακή και γεωοικονομική διασύνδεση της Δύσης με τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία, συμβάλλοντας στην αύξηση της δυτικής παρουσίας στον Εύξεινο Πόντο και στην Κασπία Θάλασσα. Όμως οι Αμερικανοί θα πρέπει να είναι προσεκτικοί, διότι το εγχείρημα αυτό θα βοηθήσει την Κίνα να εξασφαλίσει τον λεγόμενο Μεσαίο Διάδρομο του Νέου Δρόμου του Μεταξιού (BRI), εξέλιξη η οποία πλήττει μακροπρόθεσμα τα αμερικανικά συμφέροντα. Κάνοντας μια αποτίμηση της αμερικανικής πολιτικής στον Καύκασο τα τελευταία τριάντα χρόνια, καθίσταται σαφές ότι οι ΗΠΑ δεν ακολούθησαν μια σταθερή πολιτική στην περιοχή αυτή. Κατά τις περιόδους 1991-1994 και 2009-2021, η Ουάσινγκτον δίσταζε ή δεν επιθυμούσε να ακολουθήσει μια αποφασιστική πολιτική στην περιοχή. Αντιθέτως, την περίοδο 1994-2009 ο Καύκασος αποτελούσε μία από τις προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Μετά το 2021, και κυρίως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ έχουν επανέλθει δυναμικά, θέτοντας ως στόχο την περιθωριοποίηση της Ρωσίας και την αύξηση της δυτικής παρουσίας σε μια περιοχή αυξανόμενης γεωστρατηγικής σημασίας. Για να πετύχουν τους στόχους τους, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί θέλουν να συνδράμουν στην επίλυση των διμερών ζητημάτων Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, καθώς αδυνατούν να εφαρμόσουν τις πολιτικές τους στην περιοχή αν δεν υπάρχει ειρήνη και σταθερότητα. Η Αρμενία μπορεί να επωφεληθεί από την παρουσία των ΗΠΑ στην περιοχή. Το ερώτημα που προκύπτει, ωστόσο, είναι αν οι ΗΠΑ μπορούν να εγγυηθούν ότι η Αρμενία δεν θα κινδυνέψει σε περίπτωση που το Μπακού δεν τηρήσει την όποια συνθήκη υπογράψει. Επιπλέον, προκύπτει το συμπέρασμα ότι ούτε η παρουσία των ΗΠΑ ούτε της Ε.Ε. ούτε της Ρωσίας μπορεί να ωφελήσει τους Αρμένιους του Αρτσάχ από τη στιγμή που η ίδια η Αρμενία τούς έχει πρακτικά εγκαταλείψει μετά την ήττα στον πόλεμο του 2020. |