Ταλίν Μαρντικιάν Δεκέμβριος 2018- Φεβρουάριος 2019, τεύχος 99
Είναι σπάνιοι οι συγγραφείς που, εκτός της συμβολής τους στην λογοτεχνία, έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο και στην πνευματική αναγέννηση του λαού τους. Ο Οβαννές Τουμανιάν είναι ένας από αυτούς. Ο Τουμανιάν έχει σκιαγραφήσει τον εθνικό χαρακτήρα του λαού, την ιστορία του και τα πιο ιερά ιδανικά με βάθος και σαφήνεια μέσα από τα γραπτά του. Εν ζωή ονομάστηκε «ποιητής όλων των Αρμενιών» και μέχρι σήμερα η δημοτικότητά του παραμένει αξεπέραστη. Τα έργα του αγαπιούνται όχι μόνο στην Αρμενία αλλά και σε κάθε τόπο όπου ζουν Αρμένιοι. Ο λαοφιλής αυτός ποιητής γεννήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 1869 στο χωριό Τσεγ της περιοχής Λορί της Αρμενίας (που προς τιμήν του μετονομάστηκε «Τουμανιάν» από το 1938 έως το 1969). Ήταν ο μεγαλύτερος από τα 8 παιδιά της οικογένειας Τουμανιάν. Η οικογένειά του κατάγεται από την αρμενική δυναστεία των Μαμιγκονιάν, και ο πατέρας του, Ασλάν, ήταν ο παπάς του χωριού τους. Ο Τουμανιάν είχε μεγάλη αδυναμία στον πατέρα του, για τον οποίο έγραψε αργότερα: «Το πιο πολύτιμο που είχα στη ζωή μου ήταν ο πατέρας μου. Ήταν ένας ειλικρινής και ευγενής άνθρωπος. Μια εξαιρετικά αλτρουιστική, γενναιόδωρη, πνευματώδης και χαρούμενη προσωπικότητα, η οποία διατηρούσε ταυτόχρονα έναν αέρα σοβαρότητας». Μεγάλωσε με τα παραμύθια, τις παραβολές και τους θρύλους του αρμενικού λαού. Τη λογοτεχνική του κλίση φαίνεται να την πήρε από τη μητέρα του, Σόνα, στην οποία άρεσε να αφηγείται ιστορίες, και ειδικότερα μύθους. Σε ηλικία 12 ετών έγραψε το πρώτο του ποίημα, οπότε μια λογοτεχνική σταδιοδρομία φαινόταν αναπόφευκτη. Στα δεκατέσσερά του πήγε στην Τιφλίδα και φοίτησε στη Σχολή Νερσεσιάν, μία από τις καλύτερες αρμενικές σχολές της εποχής, από την οποία, όμως, έφυγε όταν ο πατέρας του αρρώστησε και πέθανε. Στην ηλικία των 16 ετών, δύο χρόνια πριν την αποφοίτησή, διέκοψε την επίσημη εκπαίδευσή του και επέστρεψε στο Τσεγ για να βοηθήσει την οικογένειά του. Έτσι, η μελλοντική του εκπαίδευση και ανάπτυξη βασίστηκαν αποκλειστικά και μόνο στις δικές του προσπάθειες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο διάσημος Ρώσος ποιητής Βαλέρι Μπριούσοφ περιέγραφε τον Τουμανιάν ως έναν άνθρωπο «σε μεγάλο βαθμό αυτοδίδακτο». Πέρασε την υπόλοιπη ζωή του, μέχρι το θάνατό του το 1923, στην Τιφλίδα, η οποία ήταν το τότε διοικητικό κέντρο της Υπερκαυκασίας και ένα μεγάλο κέντρο του αρμενικού πολιτισμού. Δεν ταξίδευε πολύ. Τα ταξίδια του ήταν σπάνια και μόνο όταν ήταν αναπόφευκτα. Το 1908 ταξίδεψε στην Αγία Πετρούπολη και τη Μόσχα, αλλά αυτό ήταν ένα ταξίδι που έκανε ως κρατούμενος, όπου δικάστηκε ως κατηγορούμενος για αντι-τσαρικές δραστηριότητες για τον ρόλο του ως ειρηνοποιού στις αρμενο-ταταρικές σφαγές. Προς το τέλος της ζωής του, το 1921, ταξίδεψε ξανά, αυτήν τη φορά στην Κωνσταντινούπολη. Είχε επίγνωση της δυσμενούς κατάστασης του λαού του και της δικής του ανάγκης να τους βοηθήσει εκεί που μπορούσε. Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 υπήρχαν πρόσφυγες από την Αρμενία διασκορπισμένοι σε όλη την Ευρώπη, και ο Τουμανιάν αποφάσισε να επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 1921 για να βοηθήσει στην υποστήριξή τους. Μετά από μήνες επέστρεψε άρρωστος και μετά από σχεδόν 1 χρόνο απεβίωσε σε νοσοκομείο της Μόσχας στις 23 Μαρτίου 1923, σε ηλικία 54 ετών. Ήταν παντρεμένος από τα 19 του με την Όλγα Ματσκαλιάν, με την οποία απέκτησαν 10 παιδιά. Από το 1893 εργάστηκε σε διάφορα περιοδικά και άρχισε η ενεργή του δράση στα κοινά. Το 1899 ίδρυσε τη φημισμένη λογοτεχνική ομάδα «Βερναντούν» (Σοφίτα). Σε αυτή συμμετείχαν λόγιοι, όπως ο Τερενίκ Ντεμιρτζιάν, ο Λεβόν Σαντ, ο Γαζαρός Αγαγιάν, ο Βαχάν Ντεριάν, ο Αβεντίκ Ισαακιάν, ο Μπερτζ Προσιάν, καθώς και πολλές άλλες εξέχουσες αρμενικές προσωπικότητες. Σχεδόν οποιοσδήποτε είχε σημαντικό ρόλο στην αρμενική διανόηση των αρχών του 20ού αιώνα, ήταν τακτικός επισκέπτης αυτής της ομάδας που συχνά συναντιόταν στο σπίτι του Τουμανιάν στην Τιφλίδα. Διήρκησε για τουλάχιστον εννέα χρόνια, μέχρι το 1908. Το 1912 εξελέγη πρόεδρος της «Καυκασιανής Ένωσης Αρμενίων Συγγραφέων», τίτλο που κράτησε μέχρι το 1921. Η ένωση αυτή διοργάνωνε εβδομαδιαίες λογοτεχνικές αναγνώσεις και δημόσιες διαλέξεις αφιερωμένες στις λογοτεχνίες των κρατών της ευρύτερης περιοχής. Το 1914 εντάχθηκε στην «Επιτροπή για Υποστήριξη Θυμάτων Πολέμου», η οποία αργότερα βοήθησε και τους πρόσφυγες της Γενοκτονίας των Αρμενίων που εγκαταστάθηκαν στο Ετσμιατζίν. Πολλά ποιήματα του Τουμανιάν ήταν γραμμένα με ρεαλισμό και έντονη συνειδητοποίηση των προβλημάτων γύρω του. Έγραψε λυρικά για τις μεγάλες μέρες της Αρμενίας και τις δόξες που έζησε η πατρίδα του. Πολλά ποιήματα, έπη και μύθους, που του εξασφάλισαν τον τίτλο του πιο αγαπημένου και λαοφιλούς ποιητή όλων των Αρμενίων. Η γραφή του ήταν απλή, φυσική αλλά παράλληλα ποιητικά εμπνευσμένη. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 40 γλώσσες. Στα τριακόσια άρθρα που έγραψε, ο Τουμανιάν απέδειξε επίσης ότι είναι ένας ολοκληρωμένος κριτικός και ιστορικός της λογοτεχνίας και εξέφρασε πολλές ενδιαφέρουσες ιδέες για τη λογοτεχνία, την τέχνη, τη γλώσσα και την αρμενική κουλτούρα. Το πατρικό σπίτι του ποιητή στο Τσεγ μετατράπηκε σε σπίτι-μουσείο το 1939. Εκεί διατηρούνται σχεδόν 300 πολύτιμα αντικείμενα που αντιπροσωπεύουν τη δραστηριότητα και τη ζωή του μεγάλου συγγραφέα στο συγκεκριμένο σπίτι. Στην αυλή του σπιτιού υπάρχει μια προτομή του ποιητή και ένα εκκλησάκι όπου βρίσκεται θαμμένη η καρδιά του. Στο Γερεβάν, από το 1953, λειτουργεί το Μουσείο «Οβαννές Τουμανιάν». Στην έκθεση του μουσείου παρουσιάζονται αντίγραφα χειρογράφων, φωτογραφικά ντοκουμέντα και άλλα πρωτότυπα έγγραφα του Τουμανιάν. Τέλος, το σπίτι όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην Τιφλίδα έχει ανακαινιστεί και λειτουργεί ως επιστημονικό-πολιτιστικό κέντρο.
|