Αρμενική κοσμηματοποιία Χρυσή Κληρονομιά 5000 χρόνων |
Πηγή: Περιοδικό Armenian Jewellers Association INTERNATIONAL MAGAZINE Μετάφραση: Τζοβινάρ Μιχικιάν Oκτώβριός - Δεκέμβριός 2012 τεύχος 75
Η τέχνη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του πολιτισμού ενός έθνους. Για τους Αρμένιους, η τέχνη της κατεργασίας του χρυσού και του ασημιού στην κατασκευή κοσμημάτων και άλλων διακοσμητικών στοιχείων, κατείχε ήδη από τις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. σημαίνουσα θέση στην ιστορία τους.
Ο χρυσός και το ασήμι ήταν σε χρήση στην Αρμενία ήδη από την Παλαιολιθική εποχή. Σε έργα ρωμαίων και ελλήνων ιστορικών, υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη πλούσιων μεταλλευμάτων στα εδάφη της Αρμενίας. Αυτό αποδεικνύεται και από τα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών. Κατά τον 1ο αιώνα π.Χ., ο Στράβων αναφέρει ότι στο Kharkhdic, οι κάτοικοι δεν ασχολούνταν μόνο με την καλλιέργεια της γης, αλλά και με την εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων σιδήρου και αργύρου της περιοχής. Ακόμα, ο Προκόπιος της Καισάρειας στο έργο του «οι Περσικοί Πόλεμοι» (6ος αιώνας μ.Χ.), αναφέρει την ύπαρξη ορυχείων χρυσού στα περίχωρα των οχυρών Parandius και Bolon. Επιστάτης των ορυχείων ήταν ένας Αρμένιος, ο Σιμόν. Η μεταλλοτεχνία και η ύπαρξη ορυχείων χρυσού και αργύρου ήταν η βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η ανάπτυξη της τέχνης των κοσμημάτων στην Αρμενία. Είναι γνωστό, επίσης, ότι από την αρχαιότητα ακόμα, η Αρμενία είχε εμπορικές σχέσεις με τις γειτονικές αλλά και με μακρινές χώρες και εισήγαγε διάφορα ακριβά προϊόντα. Ωστόσο, οι πλούσιοι Αρμένιοι παρήγγειλλαν κι αγόραζαν στολίδια από ασήμι ή χρυσό, διακοσμητικά ή οικιακά είδη, κυρίως από συμπατριώτες χρυσοχόους. Υπάρχουν αρκετές αναφορές σε κείμενα αρχαίων ιστορικών, σχετικά με τη διακόσμηση διαφόρων σκευών (βάζα, λεκάνες, κύπελλα, κ.ά.), όπλων κ.λ.π. με τη χρήση χρυσού και ασημιού. Υπάρχει ένας σχετικά μικρός αριθμός κειμηλίων από την αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα, ωστόσο, από τη νεώτερη περίοδο ξεχωρίζουν οι περίτεχνα διακοσμημένες παραδοσιακές αρμενικές στολές. Τα καλύτερα δείγματά τους φυλάσσονται στο Κρατικό Μουσείο Ιστορίας και στο Κρατικό Εθνογραφικό Μουσείο της Αρμενίας. Η Αρμενία ήταν ένα από τα κύρια κέντρα μεταλλοτεχνίας και κατασκευής κοσμημάτων, με πάρα πολλά εργαστήρια χρυσοχοΐας. Αποτέλεσμα της ανάπτυξης αυτής της τέχνης ήταν η ύπαρξη διαφορετικών κλάδων χρυσοχοΐας σε διάφορες πόλεις της χώρας. Όλα αυτά φανερώνουν ότι κατά την αρχαιότητα, η Αρμενία ήταν σημαντικό κέντρο μεταλλοτεχνίας. Οι τεχνίτες απέδιδαν ένα “εσωτερικό μυστήριο” στα πολύτιμα μέταλλα και τους λίθους, βλέποντας μέσα τους σύμβολα του παραδείσου, των θεών ή σύμβολα υψηλότερων πνευματικών αξιών. Στα ιστορικά μουσεία της Αρμενίας υπάρχουν μοναδικά δείγματα της αρμενικής μεταλλοτεχνίας από την 3η χιλιετία π.Χ. μέχρι σήμερα: κοσμήματα, μινιατούρες γλυπτών, αντικείμενα τελετουργίας και λατρείας, σύμβολα εξουσίας, όπλα, σφραγίδες, κεντήματα από χρυσό νήμα. Επίσης, σχεδόν όλα τα χρυσά, αργυρά και χάλκινα νομίσματα που έχουν βρεθεί ως τώρα, προέρχονται από την περίοδο μεταξύ του 5ου αιώνα π.Χ. και του 11ου αιώνα μ.Χ.: νομίσματα της δυναστείας των Αρταξιδών (Τιγράνης ο Μέγας, Αρταβάζτ Β΄), ελληνικά, ρωμαϊκά, βυζαντινά και άλλα. Η χρυσοχοΐα και η αργυροχοΐα έγιναν οι πιο δημοφιλείς κλάδοι της διακοσμητικής τέχνης. Διάφορα δείγματα κοσμημάτων, κυπέλλων και άλλων παρόμοιων ευρημάτων από χρυσό και ασήμι, διακρίνονται για τις καλλιτεχνικές συνθέσεις και το στυλ τους. Η αρμενική τέχνη κατασκευής κοσμημάτων έφτασε σε υψηλά επίπεδα ανάπτυξης την περίοδο του Μεσαίωνα. Πολλοί κοσμηματοποιοί εξασκήθηκαν σε πόλεις της Αρμενίας όπως το Ντβιν, Ανί, Βαν, Γκαρίν και άλλες, όπου ίδρυσαν εμπορικές ενώσεις. Ως αποτέλεσμα του καταμερισμού της εργασίας στις εμπορικές ενώσεις, δημιουργήθηκαν πιο εξειδικευμένοι κλάδοι. Έτσι, η κατεργασία του ασημιού εξελίχθηκε σε διαφορετική τέχνη. Ωστόσο, πολλοί τεχνίτες συνέχισαν να εργάζονται παράλληλα με το χρυσό και με το ασήμι. Οι αρχαίες αρμενικές παραδόσεις κατασκευής κοσμημάτων χρησιμοποιήθηκαν ανελλιπώς σχεδόν μέχρι σήμερα. Ανάλογα με τις τεχνικές μεθόδους και τις διακοσμητικές απόψεις, μπορούμε να διακρίνουμε τις παρακάτω σχολές κατασκευής κοσμημάτων: του Βαν-Βασπουρακάν, του Γκαρίν, της Κιλικίας, των Αρμενίων της Περσίας, του Σιουνίκ-Αρτσάχ και του Ερεβάν. Η τέχνη του κοσμήματος ήταν δημοφιλής στις αρμενικές κοινότητες, όπως της Κωνσταντινούπολης, της Τιφλίδας, της Κριμαίας, της Πολωνίας και του Αστραχάν. Κάθε σχολή κατασκευής κοσμημάτων ήταν εξειδικευμένη σε συγκεκριμένες τεχνικές μεθόδους παραγωγής. Για παράδειγμα, η σχολή Karno ήταν γνωστή για την τεχνική της στην κατασκευή προμετωπίδων, περιδέραιων, ζωνών, ασημένιων τμημάτων όπλων και άλλων. Αντίστοιχα, η σχολή του Βαν-Βασπουρακάν ήταν γνωστή στην κατασκευή εμαγιέ ζωνών και κοσμημάτων, ενώ η Σχολή Αρτσάχ-Σιουνίκ στις διακοσμητικές ζώνες και τα στολίδια. Οι αρμένιοι κοσμηματοποιοί χρησιμοποιούσαν πάνω από 15 τεχνικές μεθόδους, όπως η χύτευση σε μοντέλα από κερί ή από πηλό, η σφυρηλάτηση, η πλέξη με ασημί και χρυσές κλωστές, η χαρακτική, η επιχρύσωση και η επαργύρωση, η επισμάλτωση και η δημιουργία κραμάτων χρυσού ή αργύρου. Παράλληλα με τις προηγούμενες τέχνες, άνθισαν και άλλες σχετικές, όπως η επεξεργασία πολύτιμων λίθων. Η αρμενική τεχνική στη διακόσμηση με τη χρήση πολύτιμων λίθων, ήταν πασίγνωστη και χρησιμοποιείτο για το στολισμό της ενδυμασίας των ευγενών, της Ανατολής και της Δύσης. Οι αρμένιοι τεχνίτες της Ινδίας σημείωσαν μεγάλη επιτυχία στη χρήση ημιπολύτιμων λίθων και των απομιμήσεών τους. Από τον 17ο μέχρι και τον 19ο αιώνα, ένα στα δύο αντικείμενα με απομιμήσεις πολύτιμων λίθων προέρχονταν από αρμένιους τεχνίτες. Το καλύτερο δείγμα αρμενικής τέχνης με χρήση πολύτιμων λίθων είναι το διαμαντένιο στέμμα του τσάρου της Ρωσίας Αλεξέι Μιχαήλοβιτς. Πολύτιμα αντικείμενα και κοσμήματα αρμενίων τεχνιτών φυλάσσονται σε διάφορα μουσεία του κόσμου και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές (Βρετανικό Μουσείο, Λούβρο, Ερμιτάζ, κλπ). Οι αρμένιοι τεχνίτες ήταν ιδιαιτέρως γνωστοί για την ικανότητά τους να διακοσμούν όπλα με πολύτιμους λίθους. Ένας από αυτούς ήταν ο Τατσίκ. Ένα ξίφος κατασκευασμένο από αυτόν, είχε πάνω του 451 λίθους σε διάφορα σχήματα και μεγέθη. Σε ιδιαίτερη εκτίμηση ήταν επίσης οι αρμένιοι τεχνίτες που διακοσμούσαν όπλα με χρυσό, τεχνική η οποία ήταν ακόμα άγνωστη στην Ευρώπη. Χάρη στη γνώση αυτής της τεχνικής, ο αρμένιος Μπεντρός Ζαχάρεβιτς έγινε ο προσωπικός τεχνίτης του βασιλιά της Πολωνίας Ιωάννη Σομπιέσκυ Γ΄. Οι Αρμένιοι χρησιμοποιούσαν συχνά ασημοστόλιστα ή επιχρυσωμένα αντικείμενα στην καθημερινότητά τους όπως ζώνες, πόρπες, κορδέλες, δαχτυλίδια και σκεύη (πχ. σετ καφέ και τσαγιού). Σήμερα, αρκετά από αυτά φυλάσσονται στο Κρατικό Μουσείο αρμενικής ιστορίας στο Ερεβάν, στο εθνογραφικό μουσείο στο Σαρνταραμπάτ και στο μουσείο του καθεδρικού ναού στο Ετσμιατζίν. Γνωστά ιστορικά γεγονότα υποχρέωσαν τους αρμένιους τεχνίτες να ξενιτευτούν και να εργαστούν στο εξωτερικό, κυρίως στην περιοχή του Καυκάσου και σε πόλεις της Μεσογείου. Γι’ αυτόν τον λόγο πιθανότατα, έργα αρμένιων τεχνιτών βρέθηκαν σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης, η Αρμενία εξακολουθούσε να είναι ένα από τα γνωστά κέντρα της τέχνης των κοσμημάτων. Μια από τις κορυφαίες επιχειρήσεις κοπής και επεξεργασίας ακατέργαστων διαμαντιών της Σοβιετικής Ένωσης βρισκόταν στην Αρμενία, όπου υπήρχαν και πολλά άλλα εργαστήρια κοσμημάτων. Η τέχνη αυτή ανθεί μέχρι και σήμερα. Αρμένιοι κοσμηματοποιοί συνεχίζουν να δημιουργούν μεγάλες ποικιλίες έργων από πολύτιμα μέταλλα και λίθους. Πολλά από αυτά δημιουργούνται εν μέρει ή και εξ ολοκλήρου με τη χρήση της παραδοσιακής τεχνικής των σχολών του Μους, του Μπιτλίς ή του Βαν, γι’ αυτόν το λόγο τα έργα τους είναι μοναδικής αξίας.
|