Τσβετάνα Πασκάλεβα |
Στον Σαρκίς Αγαμπατιάν Απρίλιος-Ιούνιος 2012 Τεύχος 73
«Η ψυχή μου βρίσκεται στην Αρμενία»
Η Τσβετάνα Πασκάλεβα είναι δημοσιογράφος και εικονολήπτρια. Γεννήθηκε στη Βουλγαρία και αποφοίτησε από την Εθνική Ακαδημία Θεάτρου και Κινηματογράφου της Σόφιας. Το 1990 εγκατέλειψε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στη Μόσχα και βρέθηκε στη Ν. Οσετία, την αυτόνομη περιοχή της Γεωργίας, για να καλύψει τις εθνικές συγκρούσεις. Στη συνέχεια επισκέφθηκε το Ναγκόρνο Καραμπάχ αποτυπώνοντας με το φακό της τις εκτοπίσεις των αρμενίων κατοίκων στα χωριά Κεντασέν, Μαρντουνασέν και Σαουμιάν από τις τοπικές δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν που υποστηρίζονταν από τις τακτικές μονάδες του σοβιετικού στρατού. Αποφάσισε να εγκαταλείψει τις σπουδές της και να παραμείνει στο Καραμπάχ με σκοπό να καλύψει τη σύγκρουση μεταξύ Αρμενίων και Αζέρων δημιουργώντας επτά ντοκιμαντέρ για τον πόλεμο. Οι ταινίες της προβλήθηκαν στο αμερικανικό Κογκρέσο, στο Κοινοβούλιο του Καναδά, στη Διεθνή Αμνηστία και άλλες οργανώσεις. Η Πασκάλεβα έχει τιμηθεί με διάφορες διακρίσεις σε πολλά διεθνή φεστιβάλ ταινιών. Αν και δεν έφερε ποτέ όπλο παρά μόνο τη μηχανή της, για την προσφορά της στη διάρκεια του πολέμου έλαβε το βαθμό του συνταγματάρχη του στρατού του Καραμπάχ το 1995 και το Μετάλλιο Ανδρείας το 1996 από την αρμενική κυβέρνηση, ενώ τιμήθηκε με το Βραβείο «Γκαρμπίς Παπαζιάν» της Γενικής Αρμενικής Ένωσης Αγαθοεργίας και με το Μετάλλιο Μοβσές Χορενατσί, την υψηλότερη τιμητική διάκριση στην Αρμενία. Ζει στο Ερεβάν και έχει αφιερώσει τη ζωή της στην υπόθεση της ανεξαρτησίας του Καραμπάχ. Η Πασκάλεβα έχει μια εκπομπή στην αρμενική δορυφορική τηλεόραση κάθε σαββατοκύριακο με τίτλο «Τζαρακάιτ» (Ακτίνα) που ασχολείται με διάφορα κοινωνικά θέματα.
Πώς βρεθήκατε από φοιτήτρια στη Μόσχα στο μέτωπο του Καραμπάχ το Μάιο του 1991; Εκείνη την περίοδο που έκανα τη διπλωματική μου εργασία στο Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου της Μόσχας και ήταν σε εξέλιξη ο πόλεμος στη νότια Οσετία το 1990, άκουσα για πρώτη φορά ότι συνέβαιναν φοβερά γεγονότα στο Ορεινό Καραμπάχ. Είχαν εκτοπιστεί εξ ολοκλήρου από τις εστίες τους οι αρμένιοι κάτοικοι των χωριών Κεντασέν και Μαρντουνασέν. Είχα σοκαριστεί από το γεγονός ότι στα χρόνια της «περεστρόικα» και της «γκλάστνοστ» συνέβαιναν τέτοια πράγματα και η τηλεόραση σιωπούσε και δεν μετέδιδε τίποτα. Διασταύρωσα τις πληροφορίες μου και έχοντας την εμπειρία από τη Ν. Οσετία αποφάσισα να πάω επιτόπου, να μελετήσω την κατάσταση και να ενημερώσω τον κόσμο για την πραγματικότητα. Επί μια βδομάδα διάβασα και ενημερώθηκα για το πρόβλημα του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Μετά από ένα μήνα ενώ ήμουν έτοιμη ν’ αναχωρήσω, πληροφορήθηκα την εξαφάνιση του δημοσιογράφου Βαρτάν Οβανεσιάν που βρισκόταν στο χωριό Κεντασέν. Είχα λοιπόν ένα διπλό κίνητρο μπροστά μου. Να περιγράψω τις συνθήκες εκτόπισης των κατοίκων των δύο χωριών και να βρω τα ίχνη του Χοβανισιάν. Από τη Μόσχα έφτασα στο Χοτσαλού μέσω Ερεβάν το Μάιο του 1991. Στο αεροδρόμιο οι Αζέροι με συνέλαβαν και με κράτησαν δύο μέρες για να ελέγξουν τους λόγους για τους οποίους βρισκόμουν εκεί. Σε κάθε σχεδόν ερώτηση μου έλεγαν ότι μπορεί να είμαι Αρμένια από τη Βουλγαρία. Και όλα αυτά επειδή είχα έρθει μέσω Ερεβάν και όχι μέσω Μπακού. Το καλό ήταν ότι βρισκόμουν για πρώτη φορά εκεί και δεν είχα φίλους ή κάποια οικογενειακή σχέση με Αρμενίους. Απλώς επισκεπτόμουν την περιοχή ως δημοσιογράφος. Μετά από δυο μέρες μου είπαν ότι έχουν ελέγξει τα πάντα, ότι είμαι φιλοξενούμενή τους και θα με συνοδεύσουν στο Σουσί, όχι όμως στο Στεπανακέρτ όπου υπάρχουν εξτρεμιστές. Από εκεί, κατάφερα να τους πείσω να με πάνε στο Κεντασέν όπου είχαν εγκατασταθεί 600 οικογένειες Αζέρων που το είχαν μετονομάσει σε Τσαϊκέν. Το υλικό που συγκέντρωσα αποτέλεσε το πρώτο μου ντοκιμαντέρ και καταγράφει τις τελευταίες σελίδες της ιστορίας του αρμενικού Κεντασέν.
Τι έγινε τελικά με τον Βαρτάν Οβανεσιάν, βρήκατε τα ίχνη του; Μετά από πολλές έρευνες εξακρίβωσα ότι πράγματι ο δημοσιογράφος Βαρτάν Οβανεσιάν βρισκόταν στις φυλακές της Γκάντζα. Έπεισα έναν Αζέρο αξιωματούχο να με οδηγήσει στην πόλη για να τον συναντήσω και να του πάρω συνέντευξη. Σκάρωσα μια ιστορία ότι τα μέσα ενημέρωσης γράφουν για τις ωμότητες των Αζέρων ότι σκοτώνουν δημοσιογράφους και ότι αν ο Οβανεσιάν ήταν ζωντανός θα τον φωτογράφιζα για να δείξω στον κόσμο ότι αυτά που γράφουν για τους Αζέρους είναι ψέματα. Στην πραγματικότητα κανείς δεν ασχολείτο μαζί του. Τελικά μου έδωσαν την άδεια να τον συναντήσω και να τον μαγνητοσκοπήσω σε μια συνέντευξη διάρκειας δεκαπέντε λεπτών. Τον κατηγορούσαν ότι ήταν εξτρεμιστής και ότι έχει διαπράξει αγριότητες εναντίον των Αζέρων. Από το φάκελο του ανακριτή διαπίστωσα ότι ήταν δημοσιογράφος σ’ ένα από τα μεγαλύτερα πρακτορεία Τύπου της Μόσχας, αλλά είχε παραιτηθεί. Όταν επέστρεψα στη Μόσχα ενημέρωσα τον διπλωματικό εκπρόσωπο της Αρμενίας, Φελίξ Μαμιγκονιάν και τους γονείς του Βαρτάν ότι ο γιος τους ήταν ζωντανός και βρισκόταν στη φυλακή. Έδωσα στη δημοσιότητα τη βιντεοταινία με τη συνέντευξη, στείλαμε επιστολές στον Γκορμπατσόφ ώστε να ασκηθεί πίεση και ν’ αφεθεί ελεύθερος και έτσι μετά από ένα μήνα πληροφορηθήκαμε ότι ο Βαρτάν παραδόθηκε στην αρμενική πλευρά. Πιστεύω ότι αν ήμουν στη θέση του Βαρτάν, θα βρισκόταν κάποιος άλλος δημοσιογράφος για να με σώσει. Ωστόσο, γι’ αυτές τις ενέργειές μου βρέθηκα στο στόχαστρο των Αζέρων.
Ο κόσμος που σας γνωρίζει στην Αρμενία όταν αναφέρεται στο πρόσωπό σας, λέει «η δική μας Τσβετάνα». Πού αποδίδετε την αγάπη του κόσμου στο πρόσωπό σας; Παρά τις δύσκολες καταστάσεις εκείνη την περίοδο ο κόσμος δεν είχε χάσει την ελπίδα του και προσπαθούσε από κάπου να πιαστεί. Κάθε φορά που τελείωνα το ρεπορτάζ μου με συνόδευαν μέχρι το ελικόπτερο λέγοντάς μου πήγαινε, ενημέρωσε τον κόσμο για το πρόβλημά μας και γύρνα πάλι πίσω. Πίστευαν ότι οι ανταποκρίσεις μου θα βοηθούσαν για να σταματήσει ο πόλεμος, κι εγώ δεν είχα δικαίωμα να τους απογοητεύσω. Έχω μια ιδιαίτερη σχέση με τον κόσμο και όταν αναφέρεται στη «Τσβετάνα μας» καταλαβαίνω πώς νιώθει. Η καταγραφή του πολέμου στο Καραμπάχ σε ντοκιμαντέρ ήταν κάτι περισσότερο από επαγγελματική δραστηριότητα; Πράγματι, έτσι είναι, ζούσα μαζί με τον κόσμο αυτές τις τραγικές καταστάσεις και κανείς δεν μπορούσε να εγγυηθεί για τη ζωή μου. Στο μέτωπο ήμουν το πιο απροστάτευτο άτομο διότι είχα μόνο τη μηχανή μου αλλά πίστευα ότι κάνω μια πολύ σοβαρή και υπεύθυνη δουλειά. Έκανα την προσευχή μου και παρακαλούσα τον Θεό να μου δώσει δύναμη για να μπορέσω να συνεχίσω και ν’ αντέξω τις δοκιμασίες του πολέμου.
Τα ντοκιμαντέρ σας βοήθησαν τους Αρμενίους του Καραμπάχ στον αγώνα για την ανεξαρτησία της χώρας τους; Γιατί οι Αζέροι έχουν τέτοιο μένος απέναντί σας; Νομίζω ότι οι ανταποκρίσεις μου εκείνη την εποχή βοήθησαν για να σχηματίσει ο κόσμος μια εικόνα για την κατάσταση στο Καραμπάχ. Και επειδή ήμουν η μόνη ξένη δημοσιογράφος, πολλοί συνάδελφοί μου από τη Δύση και από μεγάλα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία όπως Reuters, CBS, CNN απευθύνονταν σε μένα για να τους δώσω θέματα τα οποία αξιοποιούσαν. Έστελνα, επίσης, ανταποκρίσεις και σε βουλγαρικές εφημερίδες. Έδωσα μεγάλο βάρος στην αποτύπωση της εικόνας με το φακό ώστε να μπορέσω να ετοιμάσω αυτές τις επτά αρχειακές ταινίες και ν’ αποτελέσουν ιστορικό υλικό. Τώρα πλέον είναι η αδιάψευστη απόδειξη για το ποιος είναι ο ένοχος, ποιος ξεκίνησε τον πόλεμο και γιατί οι Αρμένιοι του Καραμπάχ αναγκάστηκαν να μάθουν να πολεμούν και να δημιουργήσουν μια ζώνη ασφάλειας γύρω από τα πατρογονικά τους εδάφη. Οι Αζέροι μού έχουν άχτι διότι η αλήθεια πονάει. Είναι παράδοξο να εμφανίζεται ως πρώτος στόχος μία δημοσιογράφος που με κίνδυνο της ζωής της προσπάθησε να μεταδώσει ειδήσεις στον κόσμο και να την έχουν στο στόχαστρο. Μια φορά τραυματίστηκα από θραύσματα οβίδας. Εγχειρίστηκα δυο φορές στο πόδι και άλλες δυο φορές ελεύθεροι σκοπευτές πυροβόλησαν στη μηχανή μου. Πέντε φορές ξέφυγα από τον κλοιό των Αζέρων αλλά πίστευα ότι με τη δύναμη του Θεού θα τα καταφέρω. Επίσης, θα ήθελα να προσθέσω ότι ο αρχιεπίσκοπος Μπαργκέβ με βάφτισε στο Γκαντζασάρ τον Οκτώβριο του 1993. Η μητέρα μου πάντα έλεγε ότι επειδή εργάζομαι σε επικίνδυνα μέρη πρέπει να βαφτιστώ. Έτσι, έγινα χριστιανή με νονό τον Ζορί Παλαγιάν διατηρώντας τ’ όνομά μου, αλλά προσθέτοντας και το αρμενικό Χριψιμέ.
Μετά τη λήξη του πολέμου πώς έγινε και μείνατε στην Αρμενία; Όλη μου η ψυχή και η επαγγελματική μου δραστηριότητα βρίσκεται στην Αρμενία. Όταν υπεγράφη η εκεχειρία πίστεψα ότι το πρόβλημα του Καραμπάχ θα λυνόταν σύντομα και δεν ήθελα ν’ αφήσω το έργο μου ημιτελές. Ήθελα να βρίσκομαι στο Καραμπάχ όταν ο λαός θα γιόρταζε την ανεξαρτησία του. Και εφόσον το πρόβλημα δεν έχει ακόμη επιλυθεί η παραμονή μου στην Αρμενία συνεχίζεται εδώ και 21 χρόνια. Κρατώ την υπόσχεσή μου και θα βρίσκομαι στο Καραμπάχ όταν θα αναγνωριστεί η ανεξαρτησία του.
Πώς βλέπετε το μέλλον του Καραμπάχ; Για μένα είναι δρόμος χωρίς επιστροφή. Από την έναρξη του πολέμου έχει κυλήσει πολύ νερό στ’ αυλάκι και οι κάτοικοι ζουν πλέον μια ελεύθερη και ειρηνική ζωή. Δεν απομένει παρά η επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας και των συνόρων του Καραμπάχ. Τώρα που οι συμπρόεδροι της ομάδας Μινσκ έχουν δραστηριοποιηθεί, προσπαθώντας να βρουν εναλλακτικές λύσεις, συνειδητοποιώ ότι οι ταινίες μου έχουν νόημα, διότι δείχνουν πώς ξεκίνησε ο πόλεμος και γιατί δεν πρέπει να επαναληφθεί. Εξ άλλου, από νομική και ιστορική άποψη το δίκιο είναι με το μέρος των αρμενίων κατοίκων του Καραμπάχ. |