Τιγκράν Αμπραμιάν |
![]() |
«Στο θέατρο βρήκα ανθρώπους O Τιγκράν Αμπραμιάν έχει γεννηθεί στις 7 Μαΐου του 1987 στο Γερεβάν.Απότο 1992 ζει στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Παντείου Πανεπιστημίου, του τμήματος της Κοινωνιολογίας, και απόφοιτος της δραματικής σχολής «Πράξης 7». Ξεκίνησε την πορεία του ως βοηθός σκηνοθέτη στο έργο «Ζουβέ – Ελβίρα» της Μπριζίτ Ζακ σε σκηνοθεσία Θοδωρή Γράμψα στο στούντιο της «Πράξης 7». Ακολούθησεησυμμετοχή τουστοέργο«Όπουκιαν πας να μη χαθείς» του Νίκου Σκορίνη, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά στο θέατρο Από Μηχανής. Τα τελευταία δύο χρόνια ανήκει στο θίασο της νέας παιδικής σκηνής του Από Μηχανής και παίζει στο«Εγώτοξωτικό»τηςΜαριβίταςΓραμματικάκη και στο «Ο αόρατος Τονίνο» του Τζάνι Ροντάρι και τα δύο σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά. Φέτος έχει αναλάβει το ρόλο του βοηθού σκηνοθέτη στην παράσταση «Θείος Βάνιας» του Άντον Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καταλειφού στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά. Στον Μάικ Τσιλιγκιριάν Πότε κατάλαβες πως η υποκριτική τέχνη σε έχει κερδίσει, και πώς αποφάσισες να προσανατολιστείς σε ένα γοητευτικό μεν αλλά πολύ απαιτητικό και επισφαλές επάγγελμα; Η υποκριτική με γοήτευε από όταν ήμουν ακόμα παιδί. Μέσα από τις ταινίες και τις θεατρικές παραστάσεις που έβλεπα με τους γονείς μου ήρθαν τα πρώτα ερεθίσματα. Φυσικά, δεν καταλάβαινα ακριβώς τι είναι αυτό που μου προκαλούσε τόσο μεγάλο ενθουσιασμό αλλά και ενδιαφέρον. Θυμάμαι, ωστόσο, ότι συχνά ήμουν τόσο αποσβολωμένος όταν έβλεπα ταινίες ή έμπαινα τόσο βαθιά μέσα στην ιστορία της παράστασης που έχανα τον κόσμο γύρω. Ένιωθα «μαγεμένος». Μία από τις παραστάσεις που παρακολούθησα ως παιδί ακόμα και με ενέπνευσε, τη θυμάμαι ακόμα, ήταν το «Κάθε Πέμπτη, κύριε Γκριν» με τους Γιώργο Μιχαλακόπουλο και Γεράσιμο Σκιαδαρέση, το 2000. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα τόσο δυνατή έλξη με τη σκηνή. Είχε μπει ο σπόρος. Μεγαλώνοντας, αν και ενίοτε συμμετείχα σε σχολικές παραστάσεις, ποτέ δεν πήρα την απόφαση να ασχοληθώ πιο σοβαρά. Τα πρώτα πολύ δειλά βήματα έγιναν όταν, ως ενήλικας πλέον, αποφάσισα να ενταχθώ σε μια ερασιτεχνική ομάδα. Η εμπειρία μου εκεί υπήρξε καταλυτική, καθώς μπόρεσα για περίπου πέντε συναπτά έτη να βρίσκομαι στη σκηνή, έστω και ερασιτεχνικά, διαπιστώνοντας ότι το πάθος μου για αυτή δεν είχε σβήσει αλλά σιγόκαιγε και περίμενε. Αντιλήφθηκα τότε ότι αν δεν άφηνα αυτές τις βαθύτερες ανάγκες έκφρασης μέσα μου να εκδηλωθούν, δεν θα ένιωθα ποτέ ολοκληρωμένος. Έτσι, πήρα το ρίσκο, άλλαξα όλη μου τη ζωή, και άρχισα από την αρχή. Έδωσα εξετάσεις και μπήκα σε δραματική σχολή, σπούδασα, αποφοίτησα, και βούτηξα κατευθείαν στη δουλειά. Φυσικά, στην αρχή δεν γνώριζα τις πραγματικές προκλήσεις του χώρου. Οι δυσκολίες είναι πολλές, και κάποιες φορές μοιάζουν ανυπέρβλητες. Ωστόσο, στο θέατρο βρήκα ανθρώπους που ήθελα να συναντήσω, ένιωσα πραγματική σύνδεση με τον «άλλον», κατάφερα να γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου αλλά και τον κόσμο, και φυσικά βρήκα το μέρος εκείνο που μου επέτρεψε να μπορώ να συνδέομαι με τον εαυτό μου και να εκφράζομαι αληθινά. Αξίζει κανείς να παλεύει για όλα αυτά, όσα κι αν είναι τα εμπόδια. Τη χρονιά που πέρασε είχες μια παραγωγική και πολύπλευρη καλλιτεχνική δραστηριότητα. Θα μπορούσες να μας περιγράψεις τι ακριβώς έκανες; Το τελευταίο διάστημα συνειδητοποίησα ότι η σκηνοθεσία με αφορά και με ενδιαφέρει σχεδόν εξίσου με την υποκριτική. Στην αρχή της φετινής χρονιάς, λοιπόν, ξεκίνησα ως βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση «Γράμμα στον πατέρα» του Φραντς Κάφκα, στο H.ug., σε σκηνοθεσία της Πηνελόπης Φλουρή. Αμέσως μετά ανέλαβα ξανά τον ρόλο βοηθού σκηνοθέτη στην παράσταση «Θείος Βάνιας» του Άντον Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καταλειφού, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Παράλληλα, παίζω στην παιδική παράσταση «Ο αόρατος Τονίνο» του Τζάνι Ροντάρι, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά, αλλά και σε μια χριστουγεννιάτικη παράσταση με τίτλο «Εγώ το ξωτικό» της Μαριβίτας Γραμματικάκη, επίσης σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλωνά. Οι δύο αυτές παραστάσεις φιλοξενούνται στο Από Μηχανής Θέατρο, στο Μεταξουργείο. Πόσο διαφορετικό είναι να παίζεις σε παιδιά; Το να παίζεις μπροστά σε παιδιά είναι μια πραγματική πρόκληση για κάθε ηθοποιό. Τα παιδιά κρίνουν με απόλυτη ειλικρίνεια αυτό που βλέπουν, και αντιδρούν με αυθορμητισμό, χωρίς να φιλτράρουν. Αυτή η τόσο αληθινή αντίδραση μπορεί πολλές φορές να σε πιάσει εξαπίνης. Οι αντιδράσεις τους είναι επίσης συχνά απροσδόκητες, ορμώμενες από τη φαντασία τους, που φυσικά καλπάζει σε αυτή την ηλικία. Κάτι ακόμη που έμαθα παίζοντας μπροστά σε παιδιά είναι ότι δεν γίνεται να τα ξεγελάσεις. Αντιλαμβάνονται τα πάντα, και αν δεν είσαι αληθινός, το εντοπίζουν αμέσως! Προσωπικά, λατρεύω να παίζω για παιδιά. Μπορείς στη διάρκεια της παράστασης να τα γνωρίσεις, να συνδεθείς μαζί τους, και στο τέλος θα σε ανταμείψουν με το πιο γενναιόδωρο χαμόγελο. Μεγάλωσες στην Ελλάδα από γονείς που ήρθαν στην Ελλάδα ως οικονομικοί μετανάστες από την Αρμενία. Η αρμενική καταγωγή σου, οι διηγήσεις της οικογένειάς σου από την πατρίδα αποτελούν μια μορφή βιώματος; Αναμφισβήτητα! Καταρχάς, η γλώσσα από μόνη της είναι μια μορφή βιώματος. Ειδικά τα πρώτα χρόνια, όταν ακόμη οι γέφυρες με τους συγγενείς και τους δικούς μας ανθρώπους στην Αρμενία ήταν πολύ δυνατές, υπήρχε πάντα μεγάλη ανάγκη όχι μόνο να μιλάμε συχνά για καθημερινά θέματα, αλλά και να μου διηγούνται ιστορίες από το παρελθόν της οικογένειάς μας. Αποτελούσε μια ευκαιρία για εκείνους να ανασύρουν τις ιστορίες στη μνήμη τους και για εμένα να έρθω σε επαφή με αυτές. Με αυτές τις διηγήσεις, και παράλληλα με όσες αναμνήσεις έχω από παιδί, κατάφερα να συνθέσω την εικόνα της ζωής μας στην Αρμενία. Μέσα από τη συγκεκριμένη εικόνα αναδύονται, φυσικά, τρόποι σκέψης, νοοτροπίες, συναισθήματα. Oι γονείς μου μου μετέδωσαν από μικρή ηλικία τις αξίες και τις συμπεριφορές που κουβαλούσαν αλλά και τις αρμενικές παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα. Αισθάνομαι πάντα ότι φέρω όλο αυτό το βίωμα ως σταθερό παράγοντα στον τρόπο που αντιμετωπίζω τα πράγματα, και αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μου μέχρι και σήμερα. Άλλωστε, σε κάθε νέα γνωριμία, μόλις αναφέρω το όνομά μου, αυτό από μόνο του δίνει το έναυσμα για να επαναλάβω την καταγωγή μου. Αρκετά συχνά μάλιστα μπορεί να ερωτηθώ για αυτήν, και έτσι θα χρειαστεί για πολλοστή φορά να διηγηθώ και να μοιραστώ το βίωμά μου. Γεγονός που με κάνει πάντα περήφανο. Τι συμβουλή θα έδινες σε κάποιον που αποφάσιζε να ασχοληθεί με την υποκριτική και το θέατρο; Σίγουρα θα τον ενθάρρυνα να το κάνει. Θεωρώ τις σπουδές σε μια δραματική σχολή ως ένα πολύ μεγάλο μάθημα ζωής για κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από το αν θα καταφέρει αργότερα να ασχοληθεί επαγγελματικά με αυτό. Η συστηματική επαφή με θεατρικά, λογοτεχνικά κείμενα, η ανάλυση, η ομαδική δουλειά, η προσωπική δουλειά με τον εαυτό μας, η δυνατότητα να εφαρμόσουμε τις καλλιτεχνικές μας ιδέες σε ένα προστατευμένο περιβάλλον, αποτελούν όλα μέρος της διδακτικής διαδικασίας. Εν γένει, πρόκειται για μια περίοδο άκρως δημιουργική για κάθε σπουδαστή. Θεωρώ πως μέσα από όλα αυτά μπορεί κανείς να αποκομίσει τόσο πολλά εφόδια για τον εαυτό του που αξίζει να το κάνει μόνο και μόνο για αυτό τον λόγο. Για να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του αλλά και τον κόσμο. Πέρα από αυτό, όμως, αν κάποιος θέλει να συνεχίσει να εργάζεται στον χώρο της υποκριτικής, σύντομα θα αντιληφθεί ότι η δουλειά αυτή έχει διαφορετικές απαιτήσεις από ό,τι ίσως φαντάζεται κανείς όταν πρωτοξεκινάει. Απαιτεί πολύ διάβασμα, παρατήρηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, και κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και κατάστασης. Παράλληλα, πρέπει να δουλεύει κανείς με τον εαυτό του σε διαφορετικά επίπεδα. Πρέπει, δηλαδή, να προσπαθεί να καταλάβει τον εαυτό του, τις αντιδράσεις του, τη συμπεριφορά του, αλλά και να δουλεύει πάνω στα εργαλεία του, το σώμα, τη φωνή, τα εκφραστικά μέσα εν γένει. Πρέπει να βρίσκεται πάντα σε μια κατάσταση ενεργή, να έχει «πλαστικότητα», να μπορεί γρήγορα να προσαρμόζεται σε διαφορετικές συνθήκες ανάλογα με τις απαιτήσεις κάθε παράστασης. Όλα αυτά για να γίνουν χρειάζεται να είναι κανείς αφοσιωμένος, υπομονετικός, και να έχει επιμονή, να ξέρει ότι συχνά θα δοκιμάζει και θα αποτυγχάνει. Για την κατάκτηση αυτής της τέχνης, απαιτείται μακρόχρονη και απαιτητική ενασχόληση. Μπορείς με λίγες λέξεις να περιγράψεις τι σημαίνει θέατρο για σένα; Αρχαία μυσταγωγική τελετή όπου θεατές και ηθοποιοί γίνονται ένα και φτάνουν μαζί σε μια ανώτερη πνευματική κατάσταση (κάθαρση). |