Βαγγέλης Παπαδάκης Εκτύπωση

Τουρκία 1893: Κατά τη διάρκεια μιας έκλειψης σελήνης, οι Τούρκοι βγήκαν μέσα στη νύχτα σε πόλεις και χωριά, και με τα όπλα και τα κανόνια τους άρχισαν να βάλλουν κατά του κτήνους που σκέπαζε το φεγγάρι. Φυσικά, δεν κατάφεραν να το εξοντώσουν.
Τουρκία 1895- Τουρκία 1909- Τουρκία 1915: Πολλές φορές στη διάρκεια αυτών των ετών οι Τούρκοι βγήκαν μέσα στη νύχτα με τα όπλα τους, έχοντας μετατραπεί οι ίδιοι πλέον σε κτήνη, για να εξοντώσουν τους Αρμένιους. Φυσικά, δεν κατάφεραν να τους εξοντώσουν. Αυτό αποδεικνύουν ο Αράμ και η Σέτα, οι ήρωες του Ρίτσαρντ Καλινόσκι στην παράσταση «Το κτήνος στο φεγγάρι», που επέστρεψε από τις 19 Νοεμβρίου 2018 στο θέατρο «Σημείο» σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Παπαδάκη και πρωταγωνιστές τους Κώστα Αρζόγλου, Βαγγέλη Παπαδάκη και Σοφία Λιάσκου.
Τα «Αρμενικά» συναντήθηκαν με τον σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή του έργου και είχαν με ενδιαφέρουσα συζήτηση.

papadakis2

Οβαννές Γαζαριάν
Δεκέμβριος 2018-Φεβρουάριος 2019, τεύχος 99

«Είχα δει την παράσταση το 1999 όταν πρωτοπαρουσιάστηκε από τον Δημήτρη Τάρλοου και την Ταμίλα Κουλίεβα σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Τότε ήμουν στη δραματική σχολή και πραγματικά με είχε εντυπωσιάσει, ήθελα να το δουλέψω οπωσδήποτε. Όταν τελείωσα πέρσι την «Πορνογραφική Σχέση», ένα έργο σύγχρονο, σκεφτόμουν ποια θα ήταν η επόμενη δουλειά μου. Τότε μου ήρθε στο μυαλό «Το κτήνος στο φεγγάρι». Το σκέφτηκα, επειδή στην τέχνη μιλάμε πολύ για πρόσφυγες, για μετανάστες, για ανθρώπους κατατρεγμένους που έχουν έρθει από άλλη χώρα προσπαθώντας να φτιάξουν τη ζωή τους κάπου αλλού… Ετούτο το έργο είναι πολύ κοντά σε αυτό το ανθρώπινο δράμα, βγάζοντας παράλληλα ένα πολύ ελπιδοφόρο μήνυμα. Επίσης, είναι ένα έργο πολύ επίκαιρο, αν αναλογιστούμε όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Έτσι, το συζήτησα με τη Σοφία Λιάκου, της οποίας επίσης ήταν ένα από τα αγαπημένα έργα, και κάπως έτσι ξεκινήσαμε.
Όταν, λοιπόν, αποφασίζεις να ανεβάσεις μια τέτοια παράσταση, αρχίζεις και το ψάχνεις. Γιατί γράφτηκε αυτό το έργο; Τι συνέβη τότε στην Αρμενία; Πώς αυτό με αφορά πραγματικά σήμερα; Τέθηκαν πάρα πολλά ερωτήματα και ήταν πραγματικά πολύ ενδιαφέρον να το ξεδιπλώσεις όλο αυτό και να βρεις την άκρη του. Νομίζω ότι η αφετηρία ήταν οι χαρακτήρες του έργου. Βέβαια, δεν ξέρω πώς και με πόση επιτυχία μπορείς να ερμηνεύσεις έναν άνθρωπο που έχει δει την οικογένειά του αποκεφαλισμένη, τα κεφάλια των ανθρώπων του να κρέμονται κομμένα, έναν άνθρωπο που έχει χάσει τα πάντα και βρίσκεται σε μια ξένη χώρα, κουβαλώντας τόσο αίμα και σημαντικές απώλειες στη ζωή του και παλεύοντας να ξαναφτιάξει τα πάντα από την αρχή. Φαίνεται αδιανόητο στα δικά μου μάτια και νομίζω σε οποιονδήποτε άνθρωπο της δυτικής κοινωνίας το 2019. Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι αυτά τα εγκλήματα επαναλαμβάνονται και σήμερα και είναι απορίας άξιο πώς η απάνθρωπη φύση μας μπορεί να μας κάνει κτήνη, πώς μπορούμε να σκοτώνουμε τόσο εύκολα, και μιλάω, βέβαια, τόσο για τη σφαγή ενός λαού όσο και για μεμονωμένες περιπτώσεις, για τη βία που ασκείται πάνω σε ανθρώπους που έχουν κάποια διαφορετικότητα. Γενικά οι άνθρωποι είμαστε πάρα πολύ βίαιοι. Και αυτό που συμβαίνει σήμερα πολύ φοβάμαι ότι θα συνεχίζεται και αύριο.
Όσον αφορά την Τουρκία, χωρίς να θέλω να το προσωποποιήσω και να κάνω πολιτική, βλέπω ότι και σήμερα παίζει πολύ ύπουλα παιχνίδια, πολύ επικίνδυνα, με στόχο πάντα τους λαούς που γειτνιάζουν με αυτήν. Και βέβαια, πάντα τα ανέντιμα αυτά πολιτικά παιχνίδια τα πληρώνουν οι απλοί άνθρωποι, που προσπαθώντας να βρουν ένα καλύτερο αύριο, δυστυχώς, βρίσκουν τον θάνατο στα νερά του Αιγαίου και της Μεσογείου. Γενικά η ανθρώπινη ζωή, ειδικά στην Ανατολή, είναι πολύ φθηνή, με σκοπό τότε να διατηρηθεί η οθωμανική αυτοκρατορία, σήμερα να ξαναχτιστεί και κάποιοι να καταφέρουν να γίνουν οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού στην ενέργεια και στην γεωπολιτική.
Για να ξαναγυρίσουμε, όμως, στην παράσταση, ο ρόλος του Αράμ με βάραινε πολύ. Βέβαια, το ότι δούλεψα και ως σκηνοθέτης και ως ηθοποιός με βοήθησε να διαχωρίσω λίγο την κατάσταση και να χτίσω τον ρόλο σιγά- σιγά εσωτερικά κατά τη διάρκεια της ημέρας και έξω από τις πρόβες, ακόμα και στον ύπνο μου. Σκεφτόμουν συνεχώς αυτόν τον χαρακτήρα και κατέληξα στο ότι δεν μπορεί κάποιος να ερμηνεύσει έναν τέτοιο χαρακτήρα στηριζόμενος μονάχα στην τεχνική του. Πρέπει να δεις αυτός ο άνθρωπος ποιός ήταν, πώς βίωσε τα βιώματα και τις τραυματικές εμπειρίες του και, κατόπιν, παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, να βουτήξεις στο «σύμπαν» του και να αποδώσεις όσα μπορέσεις να αντέξεις. Χρειάζεται πολλή ευαισθησία και πολλή αλήθεια για να τα καταφέρεις.
Θα χαρακτήριζα τον ρόλο τερατώδη, γιατί αυτός ο άνθρωπος, προκειμένου να αντιμετωπίσει όλα αυτά που του είχαν συμβεί και να συνεχίσει, είχε γίνει και ο ίδιος ένα τέρας. Χρειάστηκε μεγάλη ψυχική δύναμη για να καταφέρω να φέρω εις πέρας αυτόν τον ρόλο. Δεν ξέρω σε ποιο βαθμό τα κατάφερα, αλλά με ικανοποιεί βαθιά που στο τέλος κάθε παράστασης βλέπω κόσμο συγκινημένο και βουρκωμένο για κάτι που δεν είναι δικό μου ή δικό τους, αλλά που γίνεται τελικά δικό μας. Και αυτό που με χαροποιεί όντας ηθοποιός είναι ότι μέσα από τέτοιους ρόλους μπορώ να δείξω και να εμφυσήσω στον θεατή ότι είμαστε άνθρωποι φτιαγμένοι για ωραία πράγματα και υψηλά ιδανικά.
Στην περίπτωση αυτού του έργου, βέβαια, είχα και την ευθύνη της απόδοσης ενός ρόλου και ενός έργου βασισμένου σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα και όχι απλά σε μια μυθοπλασία. Έπρεπε να είμαι όσο πιο πραγματικός γινόταν, γιατί μπορεί να ερχόταν στο τέλος της παράστασης ο εγγονός του Αράμ και να μου έλεγε: «Καλή η προσπάθεια, αλλά τα πράγματα δεν έγιναν ακριβώς έτσι…»
«Τελειώνοντας, η όλη μου εμπειρία από αυτήν την παράσταση μου έδωσε να καταλάβω ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν ξεχνούν, που αγωνίζονται και καταφέρνουν να επιβιώσουν μέσα από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Όσο για την κτηνωδία που διέπραξαν οι Τούρκοι, πρέπει να επέλθει κάθαρση, η οποία δεν είναι τίποτα άλλο από τη δικαίωση και την αναγνώριση της Γενοκτονίας».