Χίλντα Τσομπογιάν |
Στην Αζνίβ Κασπαριάν Τεύχος: Μάρτιος-Απρίλιος 2010
Η Χίλντα Τσομπογιάν είναι πρόεδρος της “Ευρω-Αρμενικής Ομοσπονδίας για την Δικαιοσύνη και τη Δημοκρατία” (EAFJD), δηλαδή του γραφείου της Αρμενικής Εθνικής Επιτροπής για την Ευρώπη, με έδρα τις Βρυξέλλες.
Για μας, η απειλή απέλασης από έναν τούρκο Πρωθυπουργό, ξυπνά την οδυνηρή ανάμνηση του εκτοπισμού των γονέων μας
Η αναγνώριση της Γενοκτονίας από το Σουηδικό Κοινοβούλιο, κατά τη γνώμη σας, πώς μπορεί να επηρεάσει άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες δεν έχουν αναγνωρίσει τη Γενοκτονία; Βλέπω την αναγνώριση της Γενοκτονίας ως μια διαδικασία: πρέπει να γνωρίζουμε πώς επιτυγχάνεται η αναγνώριση της Γενοκτονίας στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης αλλά και αλλού. Πρόκειται για αίτημα που προέρχεται από την κοινωνία των πολιτών της κάθε χώρας, που υποβάλλεται συνήθως από πολίτες αρμενικής καταγωγής. Και, συνήθως, η εκάστοτε πολιτική τάξη του τόπου ανταποκρίνεται στο αίτημα, ως θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δικαιοσύνης. Πρόκειται πάντοτε για μία κίνηση που ξεκινά από τον λαό και ανεβαίνει προς τα πάνω. Η αναγνώριση δεν υπήρξε ποτέ καρπός συμφερόντων ενός κράτους που έφερε και υπέβαλε το θέμα στο κοινοβούλιο. Ούτε υπήρξε ποτέ δώρο του πολιτικού κόσμου κάποιας χώρας. Είναι πάντοτε αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, καθώς, προσκρούοντας, κάθε φορά, στον αρνητισμό της Τουρκίας, που εκτοξεύει απειλές κατά των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων της συγκεκριμένης χώρας, το θέμα μπαίνει στο παιχνίδι του συσχετισμού δυνάμεων. Η αναγνώριση της Σουηδίας ήταν μια μακρά διαδικασία. Συνεπώς, ναι, μπορεί να πει κανείς ότι μπορεί να επηρεάσει και άλλες χώρες, εάν καταστεί παράδειγμα σοβαρής πολιτικής δουλειάς που γίνεται με διακριτικότητα και υπομονή.
Όσον αφορά στους άλλους χριστιανικούς λαούς (Πόντιοι, Ασσύριοι), που γνώρισαν κι αυτοί τις θηριωδίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των Νεότουρκων, τι σημαίνει γι’αυτούς η αναγνώριση της Γενοκτονίας από το σουηδικό κοινοβούλιο; Η εξόντωση των Ασσυρο-Χαλδέων και των Ελλήνων του Πόντου περιλαμβάνεται στις ξεχασμένες γενοκτονίες του 20ου αιώνα και η αναγνώρισή τους σήμερα, φέρνει στο φως το βαθύτατα γενοκτονικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως την Δημοκρατία. Προκαλεί ανακούφιση στους Ασσυρο-Χαλδαίους και τους Ποντίους το γεγονός ότι η ιστορική αλήθεια βγαίνει επί τέλους στο φως. Πρόκειται, επίσης, για μια μεγάλη πρεμιέρα συνεργασίας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών – θυμάτων της γενοκτονίας. Είναι αυτό που ο συγγραφέας Μπερνάρ Ανρί Λεβύ αποκαλεί «αλληλεγγύη των ναυαγών». Η αναγνώριση αυτή συμπληρώνει την ιστορική εικόνα και καθιστά βαρύτερη την ευθύνη του τουρκικού κράτους στην υπόθεση της εξόντωσης των μη τουρκικών λαών της περιοχής. Δεν μπορεί πλέον να λέγεται ότι η γενοκτονία των Αρμενίων ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός, χρησιμοποιώντας το ψευδές επίσημο τουρκικό επιχείρημα ότι οι Αρμένιοι ήταν άξιοι εκτοπισμού καθώς είχαν συνεργαστεί με τους εχθρούς.
Οι τελευταίες δηλώσεις του Ερντογάν, ότι θα απελάσει τους Αρμενίους από την Τουρκία, πώς μπορούν να επηρεάσουν τη διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. Νομίζετε ότι η αρμενική διασπορά θα πρέπει να αντιδράσει στις δηλώσεις αυτές; Η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρώπη, αυτή τη στιγμή, χωλαίνει λόγω της άρνησης της χώρας αυτής να σεβαστεί τις πολιτικές της δεσμεύσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αρνείται πάντοτε να αντιμετωπίσει το ρατσιστικό, υπερεθνικιστικό χαρακτήρα των διακρίσεων της τουρκικής κοινωνίας, όπως θα έκανε με οποιαδήποτε άλλη υποψήφια χώρα. Διατηρεί πάντοτε την προοπτική να την αλλάξει μετά την ενσωμάτωση. Νομίζω ότι η Ευρώπη σφάλλει αναβάλλοντας για αργότερα αυτό που είναι ανίκανη να κάνει τώρα, ενώ, η Τουρκία, όλο και πιο ξεκάθαρα, επιδεικνύει το αληθινό της πρόσωπο. Ο λόγος του Ερντογάν, που απευθυνόταν στις τουρκικές κοινότητες της Ευρώπης, λέει πολλά ως προς την επιθετικότητα με την οποία η χώρα αυτή χρησιμοποιεί τους μετανάστες της, επιβάλλοντας τα δικά της συμφέροντα και το δικό της εθνικιστικό μοντέλο, περιφρονώντας τις ευρωπαϊκές αξίες. Για μας, η απειλή απέλασης από έναν Τούρκο πρωθυπουργό, ξυπνά την οδυνηρή ανάμνηση του εκτοπισμού των γονέων μας, και είναι λυπηρό το γεγονός ότι αυτή η δήλωση , αντάξια της γλώσσας των ναζί, δεν καταδικάστηκε ομόφωνα, ως όφειλε, από τους ευρωπαίους ηγέτες, παρά μόνον για να πουν ότι τέτοιες δηλώσεις δεν διευκολύνουν την ένταξη! Σήμερα, απέναντι στα μέσα που θέτει το τουρκικό κράτος στην υπηρεσία του αρνητισμού, χρειάζεται, ασφαλώς, μια ισχυρή αντίδραση από την πλευρά της διασποράς, αλλά τούτο δεν αρκεί. Πρέπει να επανεξετάσουμε τις στρατηγικές του Αρμενικού Ζητήματος.
Πώς βλέπετε το «ευρωπαϊκό πρόσωπο» της Τουρκίας, λαμβάνοντας υπόψη τη στάση της ως προς το Αρμενικό Ζήτημα; Η ευρωπαϊκή μορφή της Τουρκίας υπάρχει από τα τέλη του 19ου αιώνα. Καταρχήν με τη μορφή των Νεότουρκων, που κήρυξαν τον πόλεμο κατά του αυταρχισμού του Σουλτάνου, επαγγέλθηκαν τον εκσυγχρονισμό της Αυτοκρατορίας και τις αρχές της ισότητας και της αδελφοσύνης μεταξύ των πολιτών. Ωστόσο, οι ιδέες αυτές, που ήρθαν δανεικές από τη δύση μαζί με τον εκσυγχρονισμό, καταποντίστηκαν με την Γενοκτονία. Η δεύτερη φάση του εκσυγχρονισμού της χώρας προς μία ευρωπαϊκή κατεύθυνση, που πραγματοποιήθηκε από τον Μουσταφά Κεμάλ, παρήγαγε ένα αυταρχικό καθεστώς, τύπου Μουσολίνι, το οποίο ισχύει μέχρι σήμερα. Το κοσμικό κράτος, που δανείστηκαν από τη Γαλλία, όπως και άλλες δημοκρατικές πρόοδοι που σημειώθηκαν στη Δύση, μετατράπηκαν σε παρωδία στην Τουρκία, καθώς παρεκτράπηκε για να υποστηρίξει μία μοναδική θρησκεία, το Σουνιτικό Ισλάμ, χωρίς να εγγυάται τη λατρεία όλων των άλλων θρησκειών, περιλαμβανομένων και των άλλων πτερύγων του Ισλάμ. Η τουρκική πολιτική έναντι του αρμενικού ζητήματος εκπορεύεται από έναν ακραίο εθνικισμό, χαρακτηριστικό των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Η διεθνής πίεση που ασκήθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας ένταξης στην Ευρώπη, επέτρεψε κάποια ανοίγματα, κάποιες εκδηλώσεις ελευθερίας έκφρασης στους κόλπους της κοινωνίας των πολιτών, που παραμένουν, ωστόσο, εξαιρετικά ολιγάριθμα. Οι προσπάθειες κάποιων Τούρκων διανοουμένων να εκσυγχρονίσουν την πολιτική σκέψη στην Τουρκία, είναι ασφαλώς αξιέπαινες, είναι πατριώτες που θέλουν να βγάλουν τη χώρα τους από το αδιέξοδο στο οποίο περιέπεσε με τη Γενοκτονία και τον αρνητισμό. Τέλος, δε πρέπει να ξεχνούμε ότι η τουρκική κοινωνία των πολιτών, δεν είναι ευρωπαϊκή, πέραν μιας δυτικοποιημένης ελίτ, που υπήρχε ανέκαθεν σε περιθωριακή κατάσταση.
Εάν κάποτε η Τουρκία καταστεί μέλος της ΕΕ, με ποιό τρόπο αυτό θα επηρεάσει τις σχέσεις Αρμενίας – Τουρκίας; Εάν η Τουρκία ενταχθεί στην Ευρώπη χωρίς ν’αλλάξει το πολιτικό της δόγμα της υπεροχής της τουρκικής φυλής, χωρίς να παραιτείται από την επιδίωξή της να καθυποτάξει άλλους λαούς στους δικούς της ανώτερους σχεδιασμούς, τότε η βιωσιμότητα του αρμενικού κράτους θα απειληθεί σοβαρά. Και προς το παρόν, τουλάχιστον, αυτή η αλλαγή δεν έχει συμβεί στην τουρκική πολιτική σκέψη. Επί του παρόντος, η όλη συζήτηση των Τούρκων ηγετών για καθιέρωση σχέσεων καλής γειτονίας με την Αρμενία, δεν βασίζεται σε καμμία αλλαγή ή αμφισβήτηση αυτού του σκεπτικού. Είναι προφανές ότι η Τουρκία δε θεωρεί την Αρμενία ως μία χώρα εταίρο, αλλά ως όμηρο που στραγγαλίζει στην πράξη και αποπειράται να απομονώσει πολιτικά και οικονομικά. Εάν η Ευρώπη μπορούσε ν’αλλάξει αυτήν την Τουρκία, θα προσέφερε μία πολύτιμη υπηρεσία στην ειρήνη και την ασφάλεια της περιοχής. Ωστόσο, ως προσεκτικός παρατηρητής της εξέλιξης της οικοδόμησης της Ευρώπης, διαπιστώνω ότι η Ευρώπη πέρασε από τέτοιες πολιτισμικές, κοινωνικές και πολιτικές κρίσεις ώστε δεν έχει την πολιτική ικανότητα ν’αλλάξει σε βάθος μια χώρα μ’έναν επιθετικό εθνικισμό, 75 εκατομμυρίων κατοίκων, που έκτισε την ταυτότητά της πάνω στο πτώμα ενός άλλου λαού. Η διαδικασία ένταξης προσφέρει στην Τουρκία οικονομική ισχύ, ικανή να ενισχύσει ακόμη περισσότερο αυτόν τον εθνικισμό, που συνιστά πραγματικό κίνδυνο για την μελλοντική ασφάλεια της Αρμενίας.
|