Σεβαντά |
Του Ραζμίκ Αγαμπατιάν Τεύχος: Aπρίλιος-Ιούνιος 2011
«Τα λόγια είναι άνευ σημασίας και ενίοτε οδυνηρά». Προφανώς αυτός είναι ένας λογικοφανής λόγος για τον Σεβαντά προκειμένου να υποστηρίξει την εμπνευσμένη αγάπη του για τις «εικόνες», μέσα από την ιδιότητα του κινηματογραφιστή, σκηνοθέτη, παραγωγού αλλά και φωτογράφου. Στα 38 του χρόνια, αυτός ο «περίεργος» -για τους πολλούς- τύπος, έχει επιτύχει να κάνει διεθνώς αισθητή την παρουσία του στα κινηματογραφικά δρώμενα και να διαπρέψει με ταινίες, κυρίως μικρού μήκους - στις οποίες είναι αναμενόμενο πολλές φορές τα… λόγια να περιττεύουν. Εύστροφος, πεισματάρης, αυτοσαρκαστικός και συνειδητός… παγανιστής, όπως δηλώνει είναι κάτοικος του πλανήτη γη στην πόλη του Λος Άντζελες. Ωστόσο η αρμενική καταγωγή του είναι έκδηλη όχι μόνο στην τέχνη του, αλλά και στον τρόπο που σκέφτεται και τοποθετείται. Τα Αρμενικά ήρθαν σε επαφή μαζί του και το αποτέλεσμα είναι η συνέντευξη που ακολουθεί.
«Η αρμενική καταγωγή μου, αποτελεί πεδίο αστείρευτης ενέργειας»
Πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου σε 40 λέξεις; Το αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου μου είναι μπερδεμένο, αναποφάσιστο, εύθραυστο, συναισθηματικό, μαχητικό, παθιασμένο, ανικανοποίητο, προβληματικό αλλά και ονειροπαρμένο. Το δεξί ημισφαίριο είναι αυστηρό, αποφασιστικό, με αυτοπεποίθηση, πολυμήχανο, λειτουργεί με στρατηγική και ρεαλισμό αναζητώντας πάντα με τελειομανία την πρόκληση.
Πώς καταστάλαξες στη φωτογραφία και τον κινηματογράφο και γιατί τελικά επέλεξες τις συγκεκριμένες μορφές έκφρασης; Δεν τις επέλεξα εγώ. Αυτές με… επέλεξαν. Ξεκίνησα ως βιολιστής στο ωδείο. Ο πατέρας μου, Σαμουέλ Σεβαντά, είναι ένας γνωστός καλλιτέχνης. Με πήρε υπό την προστασία του στη σχολή του, από τότε που ήμουν πέντε χρονών. Εκεί ουσιαστικά άγγιξα, μύρισα και αισθάνθηκα την τέχνη. Όλες αυτές οι εμπειρίες της παιδικής μου ηλικίας, η συναναστροφή με ποιητές, τραγουδιστές, ηθοποιούς, σκηνοθέτες και φωτογράφους, όλοι φίλοι του πατέρα μου, μου εντυπώθηκαν και μου χάρισαν μια ιδιαίτερα διαφορετική προσέγγιση απέναντι στη ζωή. Πολλά χρόνια αργότερα συνειδητοποίησα, ότι μόνο αν συνέθετα και συνέπλεκα όλες τις μορφές τέχνης με τις οποίες ήρθα σε επαφή - και μόνο τότε - θα μπορούσα πραγματικά να γίνω δημιουργικός. Ο δρόμος αυτός που ακολούθησα, με οδήγησε στον κινηματογράφο και την τέχνη. Προέρχεσαι από ένα οικογενειακό υπόβαθρο με «βαριά» καλλιτεχνική κληρονομιά. Θέλεις να μας δώσεις μια εικόνα της καλλιτεχνικής σου εξέλιξης από την παιδική σου ηλικία μέχρι σήμερα; Δεν έχω να πω πολλά για την προσωπική καλλιτεχνική μου εξέλιξη, εκτός από το ότι ειλικρινά πιστεύω στην Εθνική Κληρονομιά και Μετεμψύχωση. Έχω διαπιστώσει ότι τα πάντα μας χαρίζονται και μας αφαιρούνται το ίδιο γρήγορα. Πολλοί το αποδίδουν στο Θεό, εγώ πιστεύω στη συλλογική συνείδηση. Την αντιλαμβάνομαι και γίνομαι κομμάτι της. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου αντλώ στοιχεία από αυτή την έξοχη «δεξαμενή».
Μπορείς να μας πεις λίγα λόγια όσο αφορά στις ταινίες σου αλλά και για τις δημιουργίες σου ευρύτερα; Τα τελευταία 8 χρόνια έχω σκηνοθετήσει μια τριλογία ταινιών μικρού μήκους και έχω συνθέσει μια μουσική τριλογία. Το ταξίδι αυτό ξεκίνησε όταν ήρθα στις ΗΠΑ. Μακριά πλέον από την Αρμενία, συνειδητοποίησα ότι είναι λάθος να αφήνεις την πατρίδα σου μόνο και μόνο για να έχεις μια επιτυχημένη καριέρα. Οπότε από το 2000 και μετά, το ταξίδι ΗΠΑ-Αρμενία και αντίστροφα γίνεται κάθε χρόνο. Οι φίλοι μου Μικαέλ Μπογοσιάν, Εντγκάρ Μπαγντασαριάν και Κοχάρ Ιγκιτιάν με βοήθησαν και μου έδωσαν μια ώθηση για να γυρίσω τις πρώτες ταινίες μικρού μήκους As A Begin-ning, Mikosh, The Rope, Three Co-lors In Black and White. Και κάπως έτσι… φτάσαμε στο σήμερα.
Τι αποδοχής χαίρουν οι ταινίες σου έως τώρα; Έχω λάβει τουλάχιστον 10 διεθνή και εθνικά βραβεία. Ενδεικτικά, το βραβείο καλύτερου μοντάζ στο φεστιβάλ ταινιών San Gio της Βερόνα για το Three Colors In Black and White. Επίσης, το Mikosh έχει πάρει το βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ Con Can της Ιαπωνίας και το βραβείο κοινού του φεστιβάλ TIFF της Αλβανίας. Ενώ, ήταν επίσημη επιλογή στο πρόγραμμα του φεστιβάλ Καννών και του φεστιβάλ Jove της Βαλένθιας. Όταν δημιουργείς μια ταινία επιδιώκεις να μεταφέρεις κάποιο μήνυμα στο κοινό σου; Τα θέματα των ταινιών μου προκύπτουν από το γεγονός ότι εμπιστεύομαι απόλυτα την έμπνευση και το συναίσθημά μου. Θεωρώ, ότι όλοι οι καλλιτέχνες σε όλο τον κόσμο -είτε πρόκειται για συγγραφείς, είτε για ζωγράφους, είτε για σκηνοθέτες- έχουν να πουν μια καλή ιστορία. Οπότε κι εγώ με τη σειρά μου, ξεκινάω να δημιουργώ μια ταινία με την ελπίδα ότι θα αφήσω το δικό μου προσωπικό στίγμα ομορφιάς και πλούτου.
Έχει χώρο η πολιτική στην τέχνη; Ναι, και βέβαια έχει. Και πρέπει να έχει. Η τέχνη είναι η δύναμη της αλλαγής της Κατάστασης της Ανθρωπότητας. Η πολιτική κάνει το αντίθετο. Όταν έρχονται σε επαφή, τότε μπορούμε να δημιουργήσουμε μια σύνθεση της πραγματικότητας, η οποία κατά βάθος είναι… Μεταφυσική.
Πώς επιλέγεις τους ηθοποιούς σου; Κατά τη γνώμη μου είμαστε όλοι ηθοποιοί, με την έννοια ότι όλοι ποιούμε ήθη. Και τα πρόσωπα όλων μας, είναι οι μάσκες μας. Οπότε, όταν επιλέγω έναν ηθοποιό για κάποιο ρόλο, κατά βάση, αναζητώ την εσωτερική χάρη και ομορφιά του, η οποία είναι παρούσα στα μάτια κάθε ανθρώπου. Επίσης, εμπιστεύομαι πάντα τη Μεταφυσική - χωρίς αυτήν καμιά ταινία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί. Διότι, όταν οι ταινίες και η σκηνοθεσία κινούνται μέσα σε αυτά τα μυστηριακά κανάλια της Φύσης και της Θέωσης αποκαλύπτουν την πραγματική τους υπόσταση. Ως σκηνοθέτης, θεωρώ ότι είναι πρωταρχικό μέλημα να αντιληφθούμε και να αναζητήσουμε όλα αυτά τα στοιχεία. Στη συνέχεια, όταν -και εάν- βρούμε αυτή τη μαγεία, τότε τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν το δρόμο της τέχνης.
Σε γενικές γραμμές, οι ηθοποιοί στις ταινίες σου έχουν ιδιαίτερη φωτογένεια και πολύ χαρακτηριστικά πρόσωπα. Αυτό οφείλεται στην προσωπική σου οπτική ή απλά τυχαίνει; Δεν ξέρω, απλά κάνω ότι και οι περισσότεροι καλλιτέχνες, δηλαδή επιχειρώ με αφοσίωση να βρίσκω παντού την ομορφιά. Απλά προσπαθώ. Ο κινηματογράφος είναι μια μορφή τέχνης που βασίζεται σε πολλούς. Αποτελεί μια ομαδική και συνεργατική υπόθεση. Δεν είναι βιομηχανία, όπως πολλοί στις ΗΠΑ αρέσκονται να τον αποκαλούν και δεν θα μπορούσε να γίνει και ποτέ. Το να υπολογίζεις τη διάθεση του κοινού-καταναλωτή, το να προσπαθείς να προβλέπεις τα κέρδη, το να το πακετάρεις με ένα ωραίο περιτύλιγμα και μετά να το πουλάς, είναι τακτικές που δεν έχουν θέση στην 7η τέχνη. Άλλωστε ,ύστερα από λίγο αυτή η προσέγγιση παύει να λειτουργεί, γεγονός που το διαπιστώνουμε και στα χολιγουντιανά μπλογκμπάστερ. Χάνουν τελικώς την ουσία και αγγίζουν τα πάντα επιφανειακά. Επιπρόσθετα, αποτυγχάνουν εντελώς, λόγω του ότι δεν δανείζονται στοιχεία από τις εθνικές κληρονομιές και τη λαογραφία.
Φαντάζομαι σου αρέσει να βλέπεις ταινίες. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σου σκηνοθέτες και ποιες ταινίες θα ξεχώριζες; Και βέβαια μου αρέσει να βλέπω ταινίες. Αγαπημένες μου ταινίες είναι Ο Καθρέφτης, Η Θυσία και το Σολάρις του Αντρέι Ταρκόβσκι, το Ντόλτσε Βίτα του Φεντερίκο Φελλίνι, οι ταινίες του Ρομπέρ Μπρεσόν κ.ά.. Κατά κύριο λόγο μου αρέσει ο ευρωπαϊκός και ο ασιατικός κινηματογράφος. Με έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και μου προσφέρουν έμπνευση. Θα το ξαναπώ όμως, ο Ταρκόβσκι είναι Θεός.
Η αρμενική καταγωγή σου, κατά πόσο έχει επηρεάσει τo ύφος των ταινιών σου; Η αρμενική καταγωγή μου είναι προφανές ότι με έχει επηρεάσει και πιστεύω ότι αποτελεί ένα πεδίο αστείρευτης ενέργειας - εάν αξιοποιηθεί με προσοχή και σύνεση. Όσο για τις επιρροές μου, ευρύτερα, θα έλεγα ότι είναι η παγανιστική μας κληρονομιά, οι ποιητές Γεγισέ Τσαρένς, Χοβανές Τουμανιάν και Βαχάν Τεριάν, ο Σεργκέι Παρατζάνοφ, ο Αντρέι Ταρκόβσκι φυσικά, ο Γκαμπριέςλ Γκαρσία Μαρκές, ο πατέρας μου και η οικογένειά μου.
Έχεις σκηνοθετήσει τις ταινίες σου στην Αρμενία. Συνάντησες δυσκολίες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων; Για να είμαι ειλικρινής, δυσκολίες συνάντησα σε κάθε βήμα στο δρόμο μου, σε κάθε στάδιο της παραγωγής, σε όλες τις φάσεις των γυρισμάτων. Δυστυχώς, η κατάσταση στην Αρμενία είναι πολύ πίσω σε πολλά ζητήματα. Ακόμη ζούμε τη φάση της προσαρμογής από το προηγούμενο σοβιετικό καθεστώς. Και πολύ φοβάμαι ότι θα χρειαστεί πολύς χρόνος ακόμη για να απαλλαγούμε από τους «Χριστιανούς-Μπολσεβίκους», οι οποίοι στρογγυλοκάθονται στις ανώτερες θέσεις της γραφειοκρατικής μηχανής ελέγχοντας τα πάντα, ακόμα και τη βιομηχανία του κινηματογράφου.
Υπάρχουν πολιτιστικές συγγένειες μεταξύ Αρμενίων και Τούρκων; Ο κάθε λαός είναι διαφορετικός. Αρμένιοι και Τούρκοι διαφέρουν στην τέχνη, στον πολιτισμό, στο εμπόριο και γενικά σε κάθε πτυχή του τρόπου ζωής. Γι' αυτό και εμείς έχουμε επιτύχει στη μουσική, στη ζωγραφική, στο σκάκι κλπ.
Τα τελευταία χρόνια, βλέπουμε πολλούς νέους τούρκους σκηνοθέτες να ξεχωρίζουν και να κάνουν διεθνή καριέρα, οι οποίοι απαρτίζουν ένα νέο τουρκικό κινηματογραφικό ρεύμα. Έχεις δει εσύ κάποια τουρκική ταινία; Όχι, δεν έχω δει. Και θα ήθελα τα πράγματα να παραμείνουν ως έχουν. Ας μου επιτραπεί να πω ότι θεωρώ ότι υπάρχει ένα… κενό μεταξύ μας. Πρόκειται για ένα ζήτημα που ξεκίνησε πριν περίπου 100 χρόνια. Μέχρι η Τουρκία να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος μεταξύ Αρμενίων και Τούρκων. Εν πάση περιπτώσει, οι τουρκικές ταινίες δεν μ' ενδιαφέρουν. Αυτή είναι η θέση μου, έχω συνειδητά κατασταλάξει σε αυτήν και δεν σκοπεύω να την αλλάξω, εκτός κι αν υπάρξει μια λύση στο Αρμενικό ζήτημα.
Κατά τη γνώμη σου, οι αρμένιοι σκηνοθέτες θα μπορέσουν να έχουν την ευκαιρία να κάνουν διεθνή καριέρα στο κοντινό μέλλον; Όπως προείπα έχουμε διαπρέψει σε καλλιτεχνικά πεδία ατομικής μορφής έκφρασης, αλλά δεν είμαστε καλοί συνεργάτες και «συμπαίκτες» στην ομαδική προσπάθεια. Για αυτό κι έχουμε πρόβλημα στο ποδόσφαιρο. Ο κινηματογράφος όμως όπως τόνισα και πριν, είναι μια ομαδική υπόθεση. Οι Αρμένιοι σκηνοθέτες θα μπορούσαν να ξεχωρίσουν όπως π.χ. ο Ατόμ Εγκογιάν, μόνο αν βγουν έξω από το καβούκι τους, αν μάθουν να συνεργάζονται και τελικά επιστρέψουν στην Αρμενία με μια διαφορετική και ολοκληρωμένη αντίληψη των πραγμάτων. Τότε ναι, πιστεύω ότι θα μπορούσαμε να διαπρέψουμε. Και αυτό αργά ή γρήγορα θα συμβεί. Απλά χρειαζόμαστε λίγο χρόνο ακόμα. Τα 70 χρόνια της Σοβιετικής «Δημοκρατίας» δε ξεγράφονται εύκολα. Έχουν χαραχτεί στην ψυχοσύνθεση των περισσότερων Αρμενίων.
Ποια είναι η γνώμη σου για τις σχέσεις μεταξύ Αρμενίας και Τουρκίας. Μπορεί τελικά η τέχνη να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των δύο λαών; Βεβαίως και η τέχνη μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Πρέπει όμως και οι δύο πλευρές να είναι ανοιχτές σε νέες προοπτικές και ιδέες. Αμφότεροι, είμαστε βαθιά δεμένοι με τις ρίζες μας. Σε αυτό οφείλουμε άλλωστε την ύπαρξή μας μέχρι σήμερα. Είναι ο αμυντικός μηχανισμός που έχουμε και μας προστατεύει από το να διαλυθούμε και να εξελιχθούμε σε κάτι τελείως άλλο. Και φυσικά αυτή η άκαμπτη στάση είναι επόμενο να δημιουργήσει προστριβές μεταξύ των δύο αυτών λαών. Δεν πιστεύω στην πρακτική εφαρμογή της δημοκρατίας. Είναι πολύ ωραία στα χαρτιά, υπάρχει όμως ένα «αλλά». Στην πραγματικότητα, κάθε λαός έχει μια πολιτιστική κληρονομιά με τα αρνητικά της και τα θετικά της, και διατηρώντας την, με τις όποιες διαφορές και ομοιότητες, μας προσδιορίζει. Είναι θέλημα… «Θεού». Σεβόμενοι ο καθένας την ιστορία του άλλου, μπορούμε να προχωρήσουμε και να φτάσουμε στη λύση. Διαφορετικά, τίποτα δεν πρόκειται ν' αλλάξει στη σχέση μεταξύ Αρμενίας και Τουρκίας. Το ΝΑΤΟ προς το παρόν είναι με το μέρος της Τουρκίας, αλλά η παγκοσμιοποίηση θα καταρρεύσει. Έχει συμβεί στο παρελθόν και αναπόφευκτα θα ξανασυμβεί. Τότε, οι τρόποι που προσεγγίζουμε τους γείτονές μας σήμερα, θα καθορίσουν και τις μελλοντικές μας σχέσεις.
Ποια είναι τα σχέδια σου στο άμεσο μέλλον; Προς το παρόν, είμαι βαθιά «χωμένος» στα γυρίσματα της ταινίας «Ο Τελευταίος Τροβαδούρος», η οποία βασίζεται στο μυθιστόρημα «Ραψωδία για τον Ιπποτισμό» του Γεγισέ Τσαρένς. Επίσης, βρισκόμαστε στην προπαρασκευαστική φάση για τα γυρίσματα μια ταινίας, που θα στοιχίσει 50 εκατομμύρια δολάρια, σχετικά με τη Γενοκτονία των Αρμενίων. Ο τίτλος της θα είναι «So Help You God» (σε ελεύθερη μετάφραση: «Ο Θεός να βάλει το χέρι του»). Μάλιστα προγραμματίζουμε να την προβάλουμε στις αίθουσες στις 24 Απριλίου του 2015. Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφθείτε τον ιστότοπο:
|