Αρμενικά έγγραφα για τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Τουρκία |
Σαρκίς Αγαμπατιάν Τεύχος: Aπρίλιος-Ιούνιος 2011
Δύο πρόσφατα έγγραφα που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας μας πληροφορούν για τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Τουρκία. Οι συντάκτες αυτών των εκθέσεων διατυπώνουν προσεκτικά τις εκτιμήσεις τους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν η αρμενική, η ελληνική και η εβραϊκή μειονότητα. Το πρώτο έγγραφο με ημερομηνία Φεβρουαρίου του 2011 έχει τίτλο: «Έκθεση για τις μη μουσουλμανικές μειονότητες». Το υπογράφουν τρεις γνωστοί Αρμένιοι της Κωνσταντινούπολης, οι Κρικόρ Ντοσεμιτζιγιάν, Γερβάντ Οζουζούν και Μουράτ Μπιμπέρογλου. Στόχος των συντακτών είναι ν’ αναζητήσουν λύσεις στα προβλήματα των μειονοτήτων που ζουν στην Τουρκία, τη στιγμή που η κυβέρνηση σκοπεύει ν’ αναθεωρήσει το Σύνταγμα ώστε να ενισχύσει τις προσπάθειές της για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η έκθεση είναι γραμμένη στα τουρκικά και ταχυδρομήθηκε στο σάιτ hyetert.com. Παραθέτουμε συνοπτικά τα κυριότερα σημεία της από άρθρο του Χαρούτ Σασουνιάν που δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό Ραμγκαβάρ Μαμούλ: Οι συντάκτες περιγράφουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μη μουσουλμανικές μειονότητες στην Τουρκία από την εγκαθίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1923, ενός κράτους μονολιθικού και ομοιογενούς που βασιζόταν σε μια κουλτούρα και μια θρησκεία. Η πολιτική αυτή είχε σοβαρές συνέπειες στις μειονότητες που εξαναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν ή ν’ αφομοιωθούν. Οι μη μουσουλμανικές μειονότητες θεωρούνταν ξένες οντότητες ή εσωτερικοί εχθροί του Κράτους. Δεν υπάρχει ούτε ένας αστυνομικός ή δημόσιος λειτουργός που να είναι μέλος μειονότητας. Η μετακίνηση των Εβραίων της ανατολικής Θράκης το 1934, ο Φόρος Περιουσίας που επιβλήθηκε στις μειονότητες το 1942, οι επιθέσεις ευρείας κλίμακας εναντίον των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης στις 6 και 7 Σεπτεμβρίου 1955, είχαν ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση αυτών των κοινοτήτων και την εξαφάνιση της κουλτούρας τους. Η πολιτική αυτή των φυλετικών διακρίσεων και οι βίαιες επιθέσεις προκάλεσαν τη μείωση του πληθυσμού των μειονοτήτων στην Τουρκία και από 350.000 άτομα το 1927, σήμερα έχουν περιοριστεί στα 80.000, την ίδια στιγμή που ο αριθμός των Τούρκων έχει εξαπλασιαστεί. Οι συντάκτες υπογραμμίζουν ότι η τουρκική κυβέρνηση επέστρεψε πρόσφατα μερικές περιουσίες που ανήκαν σε μειονοτικά ιδρύματα και είχαν δημευτεί μετά το 1974. Λόγω των αντιφατικών σημείων και των ελλείψεων στον καινούργιο νόμο για τα ιδρύματα των μειονοτήτων, οι περιουσίες που επιστράφηκαν δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, διότι καμιά κοινότητα δεν επιτρέπεται να πάρει άδεια και να κάνει τις απαραίτητες επισκευές και ανακαινίσεις. Επιπροσθέτως η κυβέρνηση παραβίασε τα άρθρα 41 και 42 της συνθήκης της Λοζάνης του 1923, που υποχρέωνε την Τουρκία να επιχορηγεί και να παρέχει εξοπλισμό στις μη μουσουλμανικές μειονότητες για εκπαιδευτικούς, θρησκευτικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς και να προστατεύει τα θρησκευτικά τους ιδρύματα. Πέρα από τη Συνθήκη της Λοζάνης, διάφορες αποφάσεις του Ο.Η.Ε. και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα δικαιώματα του ανθρώπου παραβιάζονται συνεχώς από την τουρκική κυβέρνηση. Ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα για τις μειονότητες είναι ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει το Αρμενικό Πατριαρχείο και την Εβραϊκή Ραββινεία ως νομικά πρόσωπα. Το Ελληνικό Πατριαρχείο αναγνωρίστηκε τελικά ως νομικό πρόσωπο πριν από ένα χρόνο. Ένα άλλο πρόβλημα είναι ο διορισμός από την κυβέρνηση τούρκων υποδιευθυντών για να επιβλέπουν τα μειονοτικά σχολεία, γεγονός που δημιουργεί κλίμα καχυποψίας. Η εκπαίδευση νέων καθηγητών και κληρικών καθίσταται αδύνατη λόγω του κλεισίματος των θεολογικών σχολών από το τουρκικό Κράτος. Οι συντάκτες της έκθεσης ζητούν να επιτραπεί στους ιερωμένους να διδάσκουν το μάθημα των θρησκευτικών στα μειονοτικά σχολεία όπως γινόταν στο παρελθόν. Συμπερασματικά, οι συντάκτες καλούν τις τουρκικές αρχές να λάβουν υπόψη όλες τις προαναφερθείσες νομικές πτυχές όταν θα συνταχθεί το καινούργιο «δημοκρατικό και σύγχρονο» Σύνταγμα. Το δεύτερο έγγραφο είναι μια συνέντευξη του αρχιεπισκόπου Αράμ Ατεσιάν, γενικού Βικάριου του Αρμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, προς τη Μελινέ Ανουμιάν, με αφορμή τις προετοιμασίες για τον εορτασμό των 550 χρόνων από την ίδρυσή του. Σύμφωνα με τον αρχιεπίσκοπο Ατεσιάν, 67.000 Αρμένιοι ζουν στην Κωνσταντινούπολη, ενώ άλλοι 3.000 στο εσωτερικό της χώρας, 500 στην Άγκυρα, 300 στην Αλεξανδρέττα, 70 στη Σεβάστεια, 50 στη Μαλάτια και 20 οικογένειες στο Χαρπέρτ. Επιπλέον, ο γενικός Βικάριος ανέφερε ότι υπάρχουν 100.000 Αρμένιοι στην Τουρκία που φοβούνται να αποκαλύψουν την πραγματική τους ταυτότητα. Στον αριθμό αυτό δεν περιλαμβάνονται οι πολίτες που προέρχονται από τη Δημοκρατία της Αρμενίας στους οποίους δεν δίδεται άδεια να παντρευτούν ενώ και τα παιδιά τους δεν μπορούν να βαφτιστούν στο πατριαρχείο λόγω της ιδιότητας του παράνομου μετανάστη. Ο αρχιεπίσκοπος Ατεσιάν είναι ικανοποιημένος επειδή τα τελευταία χρόνια επιστράφηκαν μερικές περιουσίες που ανήκαν σε αρμενικά ιδρύματα. Ανέφερε ότι υπάρχουν 44 αποστολικές εκκλησίες εν λειτουργία στην Τουρκία, 37 στην Κωνσταντινούπολη, 3 στην Αλεξανδρέττα, 2 στα Τιγρανόκερτα, 1 στο Μαρντίν και 1 στην Καισάρεια. Επίσης, υπάρχουν 12 αρμενικά σχολεία που συνδέονται με το πατριαρχείο, καθώς επίσης 3 σχολεία και 10 εκκλησίες. Στην Τουρκία ζουν ακόμη 3.000 Αρμένιοι καθολικοί και 1.000 ευαγγελικοί. Αξίζει ένα μεγάλο μπράβο στους εκκλησιαστικούς και λαϊκούς παράγοντες της Κωνσταντινούπολης που μετά από εννέα δεκαετίες βρήκαν το κουράγιο και ύψωσαν τη φωνή τους για να υπερασπιστούν τα καταπατημένα πολιτικά τους δικαιώματα!
|