Το μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου στον τουρκοκρατούμενο Πενταδάκτυλο Εκτύπωση E-mail

 

Α­λέ­ξαν­δρος-Μι­χα­ήλ Χα­τζη­λύ­ρας

Oκτώβριός - Δεκέμβριός 2012 τεύχος 75

 

 

Το μο­να­στή­ρι του Α­γί­ου Μα­κα­ρί­ου, γνω­στό και ως Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο ή Μα­γκα­ρα­βάν­κ, κα­τέ­χει μια ι­διαί­τε­ρη ι­στο­ρι­κή, θρη­σκευ­τι­κή και συ­ναι­σθη­μα­τι­κή α­ξί­α για την αρ­με­νο­κυ­πρια­κή κοι­νό­τη­τα. Βρί­σκε­ται σε μια γρα­φι­κή το­πο­θε­σί­α μέ­σα στο πυ­κνό δά­σος της Πλα­τα­νιώ­τισ­σας, πε­ρί­που 1½ χιλιόμετρο δυ­τι­κά της Χα­λεύ­κας και σε υ­ψό­με­τρο 530 μ. Η τε­ρά­στια έ­κτα­σή του (σχε­δόν 8.500 σκά­λες ή 11,37 τετρ. χιλιόμετρα) ε­κτεί­νε­ται μέ­χρι την πα­ρα­λί­α και πε­ρι­λαμ­βά­νει πε­ρί­που 30.000 ε­λαιό­δε­ντρα και χα­ρου­πό­δε­ντρα. Α­πό την ει­δυλ­λια­κή του θέ­ση μπο­ρεί κά­ποιος να α­τε­νί­σει την ο­ρο­σει­ρά του Ταύ­ρου στην Κι­λι­κί­α, ι­διαί­τε­ρα το χει­μώ­να, ό­ταν δεν υ­πάρ­χει πολ­λή υ­γρα­σί­α και το χιό­νι κα­λύ­πτει τις βου­νο­κορ­φές.

Το μο­να­στή­ρι αρ­χι­κά ι­δρύ­θη­κε πε­ρί το έ­τος 1000 μ.Χ. α­πό Κό­πτες εις μνή­μην του Α­γί­ου Μα­κα­ρί­ου του Ε­ρη­μί­τη της Α­λε­ξάν­δρειας (306-395 μ.Χ.), που σύμ­φω­να με την παρά­δο­ση εί­χε α­σκη­τέ­ψει στην πε­ριο­χή. Η μνή­μη του ε­ορ­τα­ζό­ταν την πρώ­τη Κυρια­κή του Μά­η, πα­ρό­λον ό­τι η μο­νή γιόρ­τα­ζε ε­ξί­σου τη μνή­μη του Α­γί­ου Μα­κα­ρίου του Πρε­σβύ­τε­ρου της Αι­γύ­πτου (301-391 μ.Χ.) το Δε­κέμ­βρη. Μέ­χρι το 1425, το μο­να­στήρι εί­χε ή­δη πε­ριέλ­θει στην κα­το­χή της Αρ­με­νι­κής Εκ­κλη­σί­ας. Καθ’ ό­λη τη Φρα­γκο­κρα­τί­α και την Ε­νε­το­κρα­τί­α (1192-1489-1570), οι μο­να­χοί του ή­ταν γνω­στοί για τους πο­λύ αυ­στη­ρούς κα­νό­νες α­σκη­τι­κού βί­ου και θρη­σκευ­τι­κής με­τά­νοιας που α­κο­λου­θού­σαν: α­πα­γο­ρευό­ταν η εί­σο­δος α­κό­μη και σε θη­λυ­κά ζώ­α, ε­νώ κα­τά τη νη­στεί­α της Τεσ­σα­ρα­κο­στής δεν έ­τρω­γαν ό­σπρια που θα μπο­ρού­σαν να πε­ριέχουν έ­ντο­μα, ό­πως κου­κιά και φα­κές.

Σύμ­φω­να με το μύ­θο, στο Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο κα­τέ­φυ­γαν το 1140 ο πρί­γκη­πας της Κιλι­κί­ας Το­ρός Β’ για να γλυ­τώ­σει α­πό τους κα­τα­δί­ω­κες του και το 1348 ο Βα­σι­λιάς Ού­γος Δ’ για να ξε­φύ­γει α­πό την ε­πι­δη­μί­α της Μαύ­ρης Πα­νώ­λης. Τον Ιού­λιο του 1558 τη μο­νή ε­πι­σκέ­φθη­κε ο Ε­νε­τός κυ­βερ­νή­της Sebastian Venier. Κα­τά την Τουρ­κο­κρα­τί­α (1571-1878), ή­ταν γνω­στό ως το Κυα­νούν Μο­να­στή­ρι (Κα­πού­ιτ Βαν­κ, Γκεκ Μα­να­στίρ ή Μα­βί Μα­να­στίρ), λό­γω του γα­λά­ζιου χρώ­μα­τος που εί­χαν οι πόρ­τες και τα πα­ρα­θυ­ρό­φυλ­λά του. Το Αρ­με­νο­μο­νά­στηρο υ­πήρ­ξε δη­μο­φι­λές προ­σκύ­νη­μα για Αρ­μέ­νιους και μη πι­στούς, κα­θώς και σταθ­μός για ντό­πιους και ξέ­νους πε­ρι­η­γη­τές κα­θο­δόν προς τους Α­γί­ους Τό­πους, ό­πως ο ε­πι­στή­μο­νας Χοβ­σέπ Σι­σμα­νιάν, γνω­στός με το λο­γο­τε­χνι­κό ό­νο­μα «Τζε­ρέντς»: ε­μπνευ­σμέ­νος α­πό το πε­ρί­γραμ­μα της μα­κρι­νής ο­ρο­σει­ράς του Ταύ­ρου, έ­γρα­ψε γύ­ρω στο 1875 την ι­στο­ρι­κή νου­βέ­λα «Το­ρός Λε­βο­νί».

Το Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο υ­πήρ­ξε για αιώ­νες χώ­ρος α­νά­παυ­σης και α­νάρ­ρω­σης Καθόλι­κων (Πα­τριαρ­χών) και άλ­λων Αρ­με­νίων ιε­ρω­μέ­νων α­πό την Κι­λι­κί­α και την Ιε­ρου­σα­λήμ, με τις ο­ποί­ες δια­τη­ρού­σε στε­νές σχέ­σεις. Ί­σως ο πιο φη­μι­σμένος απ’ αυ­τούς ή­ταν ο Αβ­βάς Με­χι­τάρ της Σε­βα­στεί­ας (1676-1749): με προ­ο­ρι­σμό τη Ρώμη, σάλ­πα­ρε α­πό το λι­μά­νι της Α­λε­ξαν­δρέτ­τας. Ε­κεί, ό­μως, κόλ­λη­σε ε­λο­νο­σί­α, κα­θι­στώ­ντας τον α­νε­πι­θύ­μη­το στο κα­ρά­βι. Έ­νας κα­λός σα­μα­ρεί­της τον κω­πηλά­τη­σε στην α­κτή της Αμ­μο­χώ­στου, αλ­λά ό­ταν μα­θεύ­τη­κε η α­πο­στα­σί­α του α­πό την Αρ­με­νι­κή Εκ­κλη­σί­α προς τον Κα­θο­λι­κι­σμό εκ­διώ­χθη­κε. Έ­τσι, με­τα­φέρ­θη­κε στο Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο, ό­που οι μο­να­χοί ε­κεί τον πε­ριέ­θαλ­ψαν μέ­χρι να για­τρευ­τεί κα­τά τους κα­λο­και­ρι­νούς μή­νες του 1695.

 

O «χρυ­σός αιώ­νας»

 

Το 1642 έ­να φιρ­μά­νι α­πάλ­λα­ξε το μο-­να­στή­ρι α­πό φο­ρο­λο­γί­α, του ο­ποί­ου οι ό­ροι ανα­νε­ώ­θη­καν το 1660 και το 1701. Η πε­ρί­ο­δος 1650-1750 θε­ω­ρεί­ται ο «χρυ­σός αιώ­νας» του Αρμε­νο­μο­νά­στη­ρου, α­φού τε­ρά­στιες ε­κτά­σεις γης α­γο­ρά­στη­καν ή δό­θη­καν σ’ αυ­τό. Το 1734 ο Αρ­χι­μαν­δρί­της Χα­ρου­τιούν έ­λα­βε ά­δεια για να το α­να­και­νί­σει, εργα­σί­α η ο­ποί­α ο­λο­κλη­ρώ­θη­κε το 1735. Νέ­α α­να­καί­νι­ση πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε με­τα­ξύ 1811-1818, με­τά α­πό σχε­τι­κή ά­δεια και με χρη­μα­το­δό­τη­ση α­πό το Συ­με­ών Α­γά της Κριμαί­ας: τό­τε ή­ταν που κα­τα­σκευά­στη­κε το νέ­ο πα­ρεκ­κλή­σι στα βό­ρεια του παλαιό­τε­ρου, το ο­ποί­ο ε­γκαι­νιά­στη­κε στις 3 Ια­νουα­ρί­ου 1814. Η ει­κό­να του Α­γί­ου Μακα­ρί­ου λί­γο πριν την εί­σο­δο του πα­ρεκ­κλη­σιού θε­ω­ρεί­το θαυ­μα­τουρ­γή, ε­νώ πα­λαιό­τε­ρα οι κά­τοι­κοι της πε­ριο­χής πί­στευαν ό­τι ά­κου­γαν τον Ά­γιο να καλ­πά­ζει με το ά­λο­γό του τις νύ­χτες. Μι­κρού με­γέ­θους α­να­στή­λω­ση έ­γι­νε το 1866 με δα­πά­νες του Αρ­μέ­νιου Πα­τριάρ­χη Κων­στα­ντι­νού­πο­λης Μπο­γός Τα­κτα­κιάν, ο οποί­ος φαί­νε­ται ό­τι προ­σπά­θη­σε -α­νε­πι­τυ­χώς- να α­να­βιώ­σει τη μο­να­στι­κή κοινό­τη­τα. Πα­ρό­μοια προ­σπά­θεια έ­γι­νε το 1837 και το 1947 α­πό τους Κα­θό­λι­κους (Πα­τριάρ­χες) της Κι­λι­κί­ας, Μι­κα­έλ και Κα­ρε­κίν Α’, α­ντί­στοι­χα.

Φαί­νε­ται ό­τι οι τε­λευ­ταί­οι μο­να­χοί ζού­σαν μό­νι­μα στο μο­να­στή­ρι μέ­χρι το 1800, ε­νώ το 1850 κα­τέ­στη με­τό­χι της εκ­κλη­σί­ας της Πα­να­γί­ας στη Λευ­κω­σί­α. Στην πε­ριο­χή γύ­ρω α­πό το Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο καθ’ ό­λη την Τουρ­κο­κρα­τί­α και μέ­χρι τη δε­κα­ε­τί­α του 1920 κα­τοι­κού­σαν αρ­με­νι­κές οι­κο­γέ­νειες. Με­τά τις χα­μι­τι­κές σφα­γές (1894-1896), με­ρι­κοί Αρ­μέ­νιοι πρό­σφυ­γες βρή­καν κα­τα­φύ­γιο ε­δώ. Το Ε­θνι­κό Εκπαι­δευ­τή­ριο-Ορ­φα­νο­τρο­φεί­ο, που λει­τουρ­γού­σε στη Λευ­κω­σί­α ο Βα­χάν Κιουρκτζιάν (γνω­στός και ως «Πα­γκου­ράν») με­τα­ξύ 1897-1904, εί­χε τις θε­ρι­νές του ερ­γα­σίες στο Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο, στο ο­ποί­ο λει­τουρ­γού­σε έ­να μι­κρό αρ­με­νι­κό σχο­λεί­ο για τα παι­διά της πε­ριο­χής μέ­χρι το 1914. Ε­πί­σης, με­τα­ξύ 1910-1922 στον κο­ντι­νό οικι­σμό της Ατ­τά­λου λει­τουρ­γού­σε έ­να μι­κρό αρ­με­νι­κό σχο­λεί­ο, στο ο­ποί­ο τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια δί­δα­σκε ο Αρ­χι­μαν­δρί­της Κρι­κόρ Μπα­χλα­βου­νί, γνω­στός και ως «Το­πάλ Βαρ­τα­μπέτ», α­πό τραυ­μα­τι­σμό που υ­πέ­στη κα­τά την υ­πη­ρε­σί­α του στην Αρ­με­νι­κή Λε­γε­ώ­να.

 

O λό­φος του Με­χι­τάρ

 

Την Κυ­ρια­κή 8 Σε­πτεμ­βρί­ου 1901, οι μα­θη­τές του Ε­θνι­κού Εκ­παι­δευ­τη­ρί­ου-Ορ­φανο­τρο­φεί­ου α­νή­γει­ραν στο λό­φο βο­ρειο­α­να­το­λι­κά της μο­νής έ­να μι­κρό πέ­τρινο μνη­μεί­ο επ’ ευ­και­ρί­α της 200ής ε­πε­τεί­ου του Τάγ­μα­τος των Με­χι­τα­ρι­στών, ε­νώ έ­κτο­τε ο λό­φος ο­νο­μά­στη­κε «Με­χι­τα­ρα­πλούρ» (λό­φος του Με­χι­τάρ). Οι πρώ­ην μα­θη­τές συ­νέ­χι­σαν να ε­πι­σκέ­πτο­νται κά­θε χρό­νο το μνη­μεί­ο, εις α­νά­μνη­ση του α­γα­πη­μέ­νου τους παι­δα­γω­γού Βα­χάν Κιουρκτζιάν. Τριά­ντα χρό­νια με­τά, τέσ­σε­ρις πρώ­ην μα­θη­τές (Μοβ­σές Σουλ­τα­νιάν, Σι­μόν Βα­νιάν, Αρ­μέν Μπε­τε­βιάν και Ρα­φα­έλ Φι­λιπ­πο­σιάν) α­ντι­κα­τέ­στη­σαν το πέ­τρι­νο μνη­μεί­ο με έ­ναν ο­βε­λί­σκο φτιαγ­μέ­νο α­πό κο­νί­α­μα με τη βο­ή­θεια του ντό­πιου αρ­χι­τέ­κτο­να Γκα­ρό Μπα­λιάν, ο ο­ποί­ος εί­χε σχε­διά­σει τα δί­δυ­μα κτί­ρια του Εκ­παι­δευ­τι­κού Ιν­στι­τού­του Μελ­κο­νιάν. Το μνη­μεί­ο α­πο­κά­λυ­ψαν στις 2 Αυ­γού­στου 1931 ο Κα­θόλι­κος (Πα­τριάρχης) της Κι­λι­κί­ας, Σα­χάκ Β’ Χα­μπα­γιάν, και ο Αρ­χιε­πί­σκο­πος Αρ­με­νί­ων Κύ­πρου, Πε­τρός Σα­ρα­τζιάν.

Η πε­ριο­χή χρη­σι­μο­ποιό­ταν ως θε­ρι­νό θέ­ρε­τρο και κα­τα­σκη­νω­τι­κός χώ­ρος για Αρ­μέ­νιους πρό­σκο­πους και μα­θη­τές του Σχο­λεί­ου Με­λι­κιάν-Ου­ζου­νιάν, της ΑΥ­ΜΑ και του Εκ­παι­δευ­τι­κού Ιν­στι­τού­του Μελ­κο­νιάν, πολ­λοί α­πό τους ο­ποί­ους υ­πήρ­ξαν ορ­φα­νά της Αρ­με­νι­κής Γε­νο­κτο­νί­ας. Το 1917 και το 1918 το μο­να­στή­ρι επι­σκέ­φθη­καν ε­θε­λο­ντές της Αρ­με­νι­κής Λε­γε­ώ­νας, η ο­ποί­α σχη­μα­τί­στη­κε και εκπαι­δεύ­τη­κε στη Μο­ναρ­κά της Καρ­πα­σί­ας. Μέ­χρι το 1974, με­γά­λος α­ριθ­μός αρ­μενο­κυ­πρια­κών οι­κο­γε­νειών διέ­με­νε στη γύ­ρω πε­ριο­χή κα­τά τα σαβ­βα­το­κύ­ρι­ακα και τις δια­κο­πές. Το πρώ­το σαβ­βα­το­κύ­ρι­α­κο του Μά­η, ε­ορ­τή του Α­γί­ου Μα­καρί­ου, σχε­δόν ο­λό­κλη­ρη η αρ­με­νο­κυ­πρια­κή κοι­νό­τη­τα ε­πι­σκε­πτό­ταν το Αρ­με­νομο­νά­στη­ρο, ε­νώ ε­τοι­μα­ζό­ταν και προ­σφε­ρό­ταν ρέ­σι (χε­ρισ­σά).

Το 1909 οι κλη­ρο­νό­μοι του Αρ­τίν Α­γά Μου­γα­λιάν κα­τα­σκεύ­α­σαν δύ­ο δω­μά­τια, ε­νώ το 1922 η Μη­τρό­πο­λη κα­τα­σκεύ­α­σε κά­ποια σπι­τά­κια για τους μύ­λους του μο­να­στηριού. Το 1926 το πα­ρεκ­κλή­σι α­να­και­νί­στη­κε με δα­πά­νες των Ντι­κράν Ου­ζου­νιάν (σο­λέ­ας και νάρ­θη­κας), Α­σιότ Α­σλα­νιάν (α­πο­θε­τή­ριο) και Γκα­ρό Μπα­λιάν (κωδω­νο­στά­σιο και πά­τω­μα), ε­νώ - κα­τά πα­ραγ­γε­λί­α του με­γά­λου ευεργέ­τη Α­γά Κα­ρα­μπέτ Μελ­κο­νιάν - κα­τα­σκευά­στη­κε σκυ­ρό­στρω­τος δρό­μος που ένω­νε τη μο­νή με τη Χα­λεύ­κα. Το αρ­χο­ντα­ρί­κι και το σκευο­φυ­λά­κιο α­να­και­νί­στη­καν το 1929, με δα­πά­νες των Μπο­γός και Άν­να Μα­κα­ριάν. Η πλα­τεί­α στα α­να­το­λι­κά του μο­να­στη­ρί­ου κα­τα­σκευά­στη­κε κα­τά πα­ραγ­γε­λί­α του Κα­θόλι­κου (Πα­τριάρχη) Σα­χάκ Β’, ο ο­ποί­ος την ε­γκαι­νί­α­σε στις 8 Σε­πτεμ­βρί­ου 1933, ό­πως μαρ­τυ­ρεί η μαρ­μά­ρι­νη ε­πι­γρα­φή σε πέ­τρι­νη στή­λη στα νό­τια της πλα­τεί­ας. Ο Σα­χάκ Β’ που ε­πί­σης δια­κό­σμη­σε τη μο­νή το 1931, περ­νού­σε αρ­κε­τά α­πό τα κα­λο­καί­ρια του στο Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο, ό­που α­πο­λάμ­βα­νε την ιπ­πα­σί­α.

Στην αυ­λή του μο­να­στη­ριού υ­πήρ­χε έ­να κυ­κλι­κό συ­ντρι­βά­νι, ε­νώ οι ρο­διές, οι με­σπι­λιές, τα δέν­δρα ε­σπε­ρι­δο­ει­δών οι ι­βί­σκοι και τα κλή­μα­τα χά­ρι­ζαν στους ε­πι­σκέ­πτες μια γα­λή­νια α­τμό­σφαι­ρα. Το 1945 η α­ποι­κια­κή κυ­βέρ­νη­ση πα­ραχώ­ρη­σε στη Μη­τρό­πο­λη κο­τσιά­νια (ε­πί­ση­μους τί­τλους ι­διο­κτη­σί­ας) για πε­ρισ­σό­τε­ρα α­πό 80 τε­μά­χια γης, έ­κτα­σης 9.000 σκα­λών (12,04 τετρ. χιλιόμετρα). Το 1962 πε­ρί­που 500 σκά­λες (0,67 τετρ. χιλιόμετρα) πω­λή­θη­καν, μειώ­νο­ντας έ­τσι α­πό 1 χιλιόμετρο σε 400 μέ­τρα το μή­κος της α­κτής που α­νή­κε στη μο­νή.

 

Τα χει­ρό­γρα­φα της Μονής

 

Στην έ­κτα­ση του μο­να­στη­ριού υ­πήρ­χαν χι­λιά­δες πεύ­κα και κυ­πα­ρίσσια, ό­πως και 30.000 ε­λαιό­δε­ντρα και χα­ρου­πό­δε­ντρα, η εκ­με­τάλ­λευ­ση των ο­ποί­ων α­πο­τε­λού­σε -μέ­χρι και το 1974- την κύ­ρια πη­γή ε­σό­δων της Αρ­με­νι­κής Μη­τρό­πο­λης Κύ­πρου.

Μέ­χρι τα πρώ­τα χρό­νια του 20ού αιώνα, έ­νας με­γά­λος α­ριθ­μός ε­ξαί­ρε­των και α­νε­κτί­μη­των χει­ρο­γρά­φων που γρά­φτη­καν στο σκρι­πτό­ριο της μο­νής με­τα­ξύ 1202 και 1740, κα­θώς και πο­λυά­ριθ­μα πο­λύ­τιμα εκ­κλη­σια­στι­κά σκεύ­η και εν­δύ­μα­τα φυ­λάσ­σο­νταν στο Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο, προ­τού με­τα­κι­νη­θούν στη Λευ­κω­σί­α για α­σφα­λή φύ­λα­ξη. Το 1947, 56 χει­ρό­γρα­φα με­ταφέρ­θη­καν στο Κα­θο­λι­κά­το (Πα­τριαρ­χεί­ο) της Κι­λι­κί­ας στο Α­ντι­λιάς και α­πό το 1998 φυ­λάσ­σο­νται στο Μου­σεί­ο «Κι­λι­κί­α». Τα σκεύ­η που με­τα­κι­νή­θη­καν στη Λευ­κω­σί­α εί­χαν τη δι­κή τους πε­ρι­πέ­τεια, κα­θώς το 1964 - εν μέ­σω της τουρ­κο­κυ­πρια­κής α­νταρ­σί­ας - με­τα­φέρ­θη­καν με πολ­λές δυ­σκο­λί­ες στις ε­λεύ­θε­ρες πε­ριοχές. Σή­με­ρα, φυ­λάσ­σο­νται στο συ­νο­δι­κό της Μη­τρό­πο­λης, σε ει­δι­κή προ­θή­κη που δώ­ρι­σαν οι Νσάν και Κα­ρα­μπέτ Α­ρα­κτσι­ντζιάν το 1986. Ω­στό­σο, οι ει­κό­νες του πα­ρεκ­κλη­σιού κλά­πη­καν τον Ια­νουά­ριο του 1983.

Με­τα­ξύ 1947-1949 πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε ση­μα­ντι­κή α­να­στή­λω­ση, με ση­μα­ντι­κές δα­πά­νες α­πό τον Χο­βαν­νές (Πρό­ε­δρο του Ε­κτε­λε­στι­κού Συμ­βου­λί­ου της Αρ­με­νι­κής Ε­θναρ­χί­ας) και τη Μαί­ρη Σια­κα­ριάν. Την α­να­στή­λω­ση αυ­τή, ό­πως και την τε­λευ­ταία του 1973, ε­πέ­βλε­πε το Τμή­μα Αρ­χαιο­τή­των. Έ­να ση­μα­ντι­κό πρό­βλη­μα ή­ταν η έλ­λει­ψη νε­ρού: το 1948 α­νο­ρύ­χθη­κε μια ε­πι­τυ­χής αρ­τε­σια­νή γε­ώ­τρη­ση (πε­ρί­που 300-400 μ. νό­τια του μο­να­στη­ριού) χά­ρη στις προ­σπά­θειες του Κα­πριέλ Κα­σπα­ριάν, που μα­ζί με τη σύ­ζυ­γό του Αρ­σια­λού­ις δώ­ρι­σαν 300 λίρες για την α­νέ­γερ­ση της βρύ­σης των «Αρ­χαγ­γέ­λων», την ο­ποί­α ευ­λό­γη­σε ε­πί­ση­μα στις 2 Μα­ΐ­ου 1948 ο Ε­πί­σκο­πος Γε­βόντ Τσε­μπε­γιάν. Το 1949, ο Σαρ­κίς και η Σουρ­πίκ Μα­ρα­σλιάν δώ­ρι­σαν 500 λίρες για το δί­κτυο δια­νο­μής νε­ρού, την τουρ­μπί­να και την η­λε­κτρο­γεν­νή­τρια, ό­πως μαρ­τυ­ρεί η μο­να­δι­κή ε­πι­γρα­φή που δια­σώ­ζε­ται στο μο­να­στι­κό σύ­μπλεγ­μα.

Στις 12 Ιου­νί­ου 1966, ο Αρ­χιε­πί­σκο­πος Μα­κά­ριος Γ’ ε­πι­σκέ­φθη­κε το μο­να­στή­ρι, φύ­τε­ψε μιαν α­ρω­κά­ρια στην αυ­λή του και προ­σέ­φε­ρε ε­πι­τα­γή 3.000 λιρών προς τον Αρ­χιμαν­δρί­τη Γερ­βά­ντ Α­πε­λιάν. Τον Ιού­νιο του 1968, ο Καρ­νίκ Κου­γιουμ­τζιάν κα­τασκεύ­α­σε το νέ­ο βα­πτι­στή­ριο του πα­ρεκ­κλη­σιού, κα­θώς πολ­λά Αρ­με­νό­παι­δα βαφτί­ζο­νταν ε­κεί. Η τε­λευ­ταί­α βά­φτι­ση έ­γι­νε την Κυ­ρια­κή, 14 Ιου­λί­ου 1974, η εγ­γο­νή του κου Κου­γιουμ­τζιάν, Σιο­γέρ, λί­γο πριν την πρώ­τη φά­ση της τουρ­κι­κής εισβο­λής στις 20 Ιου­λί­ου 1974.

 

H τουρ­κι­κή ει­σβο­λή

 

Το Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο κα­τα­λή­φθη­κε κα­τά τη δεύ­τε­ρη φά­ση της τουρ­κι­κής ει­σβο­λής (14-16 Αυ­γού­στου 1974). Λί­γα χρό­νια με­τά, το κα­το­χι­κό κα­θε­στώς το χρη­σι­μο­ποιού­σε για να στε­γά­σει πα­ρά­νο­μους ε­ποί­κους α­πό την Α­να­το­λί­α, ε­νώ κα­τά τη δεκα­ε­τί­α του 1980 ε­κεί διέ­με­ναν α­ξιω­μα­τι­κοί του στρα­τού. Το σύ­μπλεγ­μα υ­πέ­στη με­ρι­κές ζη­μιές α­πό φω­τιά στα τέ­λη του 1996. Με­τα­ξύ 1997-1998 και ξα­νά το 2005, το κα­το­χικό κα­θε­στώς σκό­πευε να το με­τα­τρέ­ψει σε ξε­νο­δο­χεί­ο: χά­ρη σε ορ­γα­νω­μέ­νες αντι­δρά­σεις α­πό την Κυ­πρια­κή και την Αρ­με­νι­κή Δη­μο­κρα­τί­α, το Κα­θο­λι­κά­το (Πα­τριαρ­χεί­ο), το Βα­τι­κα­νό, την ΟΥ­ΝΕ­ΣΚΟ και το Ευ­ρω­κοι­νο­βού­λιο, τα α­νί­ε­ρα αυ­τά σχέ­δια α­πο­τρά­πη­καν.

Με­τά τη με­ρι­κή άρ­ση στους πε­ριο­ρι­σμούς στη δια­κί­νη­ση α­πό και προς τις κατε­χό­με­νες πε­ριο­χές τον Α­πρί­λιο του 2003, με­μο­νω­μέ­να μέ­λη της αρ­με­νο­κυ­πριακής κοι­νό­τη­τας ε­πι­σκέ­φθη­καν το μο­να­στή­ρι. Τον Απρί­λιο του 2006 η η­γε­σί­α της κοι­νό­τη­τας ε­πι­σκέ­φθη­κε το Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο ε­πίση­μα για πρώ­τη φο­ρά με­τά το 1974. Το Δε­κέμ­βριο του 2006 και τον Ιού­λιο του 2008, το ε­πισκέ­φθη­καν ο Χραντ Ντιν­κ και ο Κα­θόλι­κος (Πα­τριάρ­χης) Α­ράμ Α’, α­ντί­στοι­χα. Χά­ρη στην πρω­το­βου­λί­α του Αρ­μέ­νιου Εκ­προ­σώ­που Βαρ­τκές Μα­χτε­σιάν, σε συ­νεργα­σί­α με την Αρ­με­νι­κή Μη­τρό­πο­λη Κύ­πρου και υ­πό την ε­πι­τή­ρη­ση της ΟΥΝ­ΦΙΚΥΠ, το ε­τή­σιο προ­σκύ­νη­μα α­να­βιώ­θη­κε στις 6 Μα­ΐ­ου 2007, με τη συμ­με­το­χή πε­ρί­που 250 α­τό­μων· προ­σκύ­νη­μα διορ­γα­νώ­θη­κε ξα­νά στις 10 Μα­ΐ­ου 2009 και 9 Μα­ΐ­ου 2010, με τη συμμε­το­χή πε­ρί­που 200 α­τό­μων κά­θε φο­ρά, κα­θώς ε­πί­σης και στις 8 Μα­ΐ­ου 2011 και 13 Μα­ΐου 2012, με πε­ρί­που 150 συμ­με­τέ­χο­ντες, πε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων κά­ποιων α­πό το ε­ξω­τε­ρι­κό.

Α­φη­μέ­νο στο έ­λε­ος της φύ­σης και των βαν­δά­λων, σιω­πη­λό, η­μι-ε­ρει­πω­μέ­νο, βεβη­λω­μέ­νο και ε­γκα­τα­λειμ­μέ­νο, το Αρ­με­νο­μο­νά­στη­ρο πε­ρι­μέ­νει καρ­τε­ρι­κά να ε­πι­στρέ­ψουν ει­ρη­νι­κά οι νό­μι­μοι ι­διο­κτή­τες και προ­σκυ­νη­τές του…

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 6 επισκέπτες συνδεδεμένους