Οι περίπλοκες σχέσεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με το Βασίλειο της Αρμενίας (Μέρος Δεύτερο) |
Όταν ο αυτοκράτορας Αύγουστος κήρυξε την Αρμενία «capta» (αιχμάλωτη) Ρικάρντο Γεργκανιάν Σε συνέχεια του προηγούμενου άρθρου «Τι γυρεύει ο Λούκουλλος στην Αρμενία;», περιγράφουμε τα επόμενα «επεισόδια» αυτού που θα μπορούσε να αποτελεί μια «μίνι σειρά» βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Τελικά, με τόσες ιστορίες των Βίκινγκς, των Άγγλων και των Οθωμανών, δεν θα μπορούσε να γίνει και μια «Netflix» παραγωγή για την αρχαία Αρμενία; Αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο ότι μετά τη συμφωνία με τον Πομπήιο, ο Τιγκράν ο Μέγας συνεχίζει τη βασιλεία του για δέκα ακόμη χρόνια, και φαίνεται ότι εκείνη την περίοδο εκπληρώνει τη δέσμευσή του να σταθεί ως «σύμμαχος και φίλος της Ρώμης». Μετά τον θάνατό του το 56 π.Χ., τον διαδέχεται ο γιος του, Αρταβάζτ. Εξαιρετικά μορφωμένος, θα βασιλέψει για είκοσι ολόκληρα χρόνια, στη διάρκεια των οποίων η Ρώμη θα χάσει την Αρμενία ως σύμμαχο κατά των Πάρθων. Πώς και γιατί επήλθε αυτή η ηχηρή αλλαγή στην εξωτερική πολιτική του βασιλείου της Αρμενίας; Ας σημειώσουμε πρώτα απ’ όλα ότι η Ρώμη έχει την ατυχία να εκπροσωπείται στην Ανατολή από έναν εξηντάρη αριστοκράτη ονόματι Μάρκος Λικίνιος Κράσσος (Marcus Licinius Crassus), που δεν έχει καμία αξία πέρα από την τεράστια περιουσία του. Θα είναι, επίσης, υπεύθυνος για μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές ήττες στα χρονικά της Ρώμης. Τον Κράσσο θα διαδεχθεί ένας γενναίος στρατιωτικός αλλά μέτριος πολιτικός ηγέτης, ο Μάρκος Αντώνιος, ο οποίος, αφού περιέλθει στην επιρροή της Κλεοπάτρας, θα θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τα συμφέροντα της Ρώμης... Αλλά, όπως πάντα, ας τα πάρουμε με τη σειρά. Το έτος 60 π.Χ., δηλαδή στο τέλος της βασιλείας του Τιγκράν, μια θεσμική αλλαγή έγινε στη Ρώμη: ιδρύθηκε η πρώτη Τριανδρία, αποτελούμενη από τον Πομπήιο, τον Κράσσο και τον Ιούλιο Καίσαρα. Ο Πομπήιος είναι τότε αυτός που χάρη στη δόξα του υπερισχύει των άλλων δύο. Ο Κράσσος είναι απλώς ένας θρυλικός μεγιστάνας. Και ο Καίσαρας, προς το παρόν, ένας επιδέξιος διπλωμάτης («είχε όλες τις κακίες, αλλά κανένα ελάττωμα» λέει γι’ αυτόν ο Τάκιτος). Στην εδαφική διαίρεση μεταξύ τους, ο Κράσσος δέχεται την Ανατολή, και το έτος 56 ξεκινά τη μεγάλη περιπέτεια επίθεσης κατά της Παρθικής Αυτοκρατορίας, η οποία μέχρι τώρα παραμένει ακατάκτητη και αποτελεί απειλή για τα ανατολικά σύνορα της Ρώμης. Ως «σύμμαχος» της Ρώμης, λόγω της συμφωνίας του πατέρα του με τον Πομπήιο, ο Αρμένιος βασιλιάς Αρταβάζτ προτείνει στον Κράσσο ένα πολεμικό σχέδιο σύμφωνα με το οποίο ο ρωμαϊκός στρατός θα προχωρούσε στην Αρμενία, και από εκεί, σε ένα έδαφος που ευνοούσε το βαρύ πεζικό του, θα εκτοξευόταν στην Ατροπατηνή (MediaAtropatene, σημερινή περιοχή Ταβρίζ, βορειοδυτικά του Ιράν), κέντρο της πραγματικής δύναμης των Πάρθων. Αλλά είτε λόγω της αλαζονείας του είτε λόγω της υπερβολικής του φιλοδοξίας, με την πρόθεση να καταλάβει όσο το δυνατόν γρηγορότερα την πρωτεύουσα των Πάρθων Κτησιφώντα (έδρα των αυτοκρατορικών θησαυρών στη Μεσοποταμία), ο Κράσσος απορρίπτει το λογικό σχέδιο του Αρταβάζτ. Σύμφωνα με ορισμένους, αυτή η απόφαση του Ρωμαίου ηγέτη είναι που θα δώσει την αφορμή για μια φράση που χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα στα ισπανικά: «Craso error!» (μέγα λάθος!). Έτσι, ο Κράσσος αποφασίζει να εκτοξεύσει τις λεγεώνες του από τη Συρία στη Μεσοποταμία. Θα τον συνοδεύουν, επίσης, έξι χιλιάδες Αρμένιοι ιππείς που θα σταλούν ως βοήθεια από τον βασιλιά Αρταβάζτ. Σε απάντηση, ο μονάρχης Ορόντης Β΄ της Παρθίας κινητοποιεί τα στρατεύματά του προς δύο κατευθύνσεις: μία προς τα δυτικά, για να αντιμετωπίσει τους Ρωμαίους, και μία με επικεφαλής τον ίδιο τον βασιλιά προς τα βόρεια, ενάντια στην Αρμενία, σύμμαχο της Ρώμης. Ο τρομερός στρατός των Πάρθων, που αποτελείται κυρίως από επιδέξιους τοξότες αλόγων και το ισχυρό βαρύ ιππικό «καταφρακτών», αιφνιδιάζει και συντρίβει τον ρωμαϊκό στρατό στη Μάχη των Καρχεών (σημερινό Χαράν στην Τουρκία) το 53 π.Χ. Ο Κράσσος αναχαιτίζεται και σκοτώνεται, ενώ το κεφάλι του στέλνεται ως τρόπαιο στον Πάρθιο βασιλιά. Από τους σχεδόν σαράντα χιλιάδες στρατιώτες που διασχίζουν τον Ευφράτη αναζητώντας τη δόξα που υποσχέθηκε ο Κράσσος, περίπου είκοσι χιλιάδες χάνουν τη ζωή τους και άλλοι δέκα χιλιάδες αιχμαλωτίζονται. Τα ρωμαϊκά στρατεύματα που επέζησαν επιστρέφουν στη Συρία υπό τον Γάιο Κάσσιο. Μπροστά σε μία από τις μεγαλύτερες στρατιωτικές ήττες στην ιστορία της Ρώμης, οι πηγές αποδίδουν την καταστροφική επιλογή της τοποθεσίας της μάχης —στη μέση του εδάφους της ερήμου— στη στρατιωτική ανικανότητα του Κράσσου, καθώς και στην εξαπάτηση ενός Άραβα συμμάχου ονόματι Αμπκάρ, ο οποίος προδίδει τον Ρωμαίο στρατηγό. Από την πλευρά τους, ορισμένοι ιστορικοί, ιδιαίτερα ο Πλούταρχος, επισημαίνουν τον Αρμένιο βασιλιά ως έναν από τους υπεύθυνους για την τραγωδία... επειδή κάλεσε τους έξι χιλιάδες ιππείς που είχε θέσει στη διάθεση του Κράσσου πίσω στην Αρμενία. Και τι έπρεπε να κάνει ο Αρταβάζτ μπροστά στην επικείμενη επίθεση των Πάρθων στα σύνορα της Αρμενίας; Μετά την πολύ σοβαρή ήττα των Ρωμαίων στο πεδίο της μάχης, η Αρμενία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την επίθεση των Πάρθων και ο Αρταβάζτ αναγκάζεται να υπογράψει ένα σύμφωνο: παραδίδει τον νότο της χώρας και εδραιώνει μια «συμμαχία» με την Παρθία μέσω του γάμου της αδερφής του με έναν από τους γιους του βασιλιά Ορόντη. Ο Αρταβάζτ γνωρίζει ότι οι Πάρθοι ήταν παραδοσιακοί εχθροί της Αρμενίας από την εποχή του πατέρα του. Ταυτόχρονα όμως, μετά τη ρωμαϊκή στρατιωτική καταστροφή στην Ανατολή, συνειδητοποιεί ότι δεν είναι δυνατόν να υιοθετήσει άλλη στάση πέρα από το να συμφωνήσει μαζί τους. Στα χρόνια που ακολουθούν, η Ρώμη δεν θα μπορέσει να αποκαταστήσει τη θέση της στην περιοχή λόγω των εσωτερικών αγώνων μεταξύ Καίσαρα και Πομπήιου, που θα λήξουν με την ήττα του τελευταίου στην περίφημη μάχη των Φαρσάλων, στην Ελλάδα, το έτος 48 π.Χ. Το ημιτελές σχέδιο του Καίσαρα Ιδιοκτήτης και κύριος πλέον της Ρώμης, ο Καίσαρας αποφασίζει να εκδικηθεί για την ήττα του Κράσσου και ξεκινά τις προετοιμασίες για μια μεγάλη πολεμική εκστρατεία κατά της Παρθίας. Αλλά στο μεταξύ μαχαιρώνεται μέχρι θανάτου από τους συνωμότες στη Γερουσία... Το σχέδιό του, το οποίο θα συνεχίσει αργότερα ο Μάρκος Αντώνιος, ήταν το ίδιο που είχε προτείνει ο Αρταβάζτ στον Κράσσο: να επιτεθεί στους Πάρθους μέσω Αρμενίας και όχι από τη Μεσοποταμία. «Το σχέδιο του Καίσαρα ήταν να συγκεντρώσει εκατό χιλιάδες άνδρες στο οροπέδιο του Ερζερούμ στην Αρμενία, και από εκεί να φτάσουν στον Αράξ και να τον διασχίσουν για να διεισδύσουν στην Ατροπατηνή, ένα υποτελές κράτος της Παρθίας. Εάν ο Πάρθιος μονάρχης αποφάσιζε να σπεύσει προς βοήθεια του υποτελή βασιλιά του, ο ρωμαϊκός στρατός θα έδινε τις αποφασιστικές μάχες σε μια σαφώς ευνοϊκή τοποθεσία, αφού τα μετόπισθέν του θα ήταν προστατευμένα. Εάν οι Πάρθοι αποφάσιζαν να εγκαταλείψουν τον υποτελή βασιλιά στη μοίρα του, η Ατροπατηνή θα γινόταν το πρώτο στάδιο της ρωμαϊκής νίκης και η βάση της μετέπειτα επίθεσης κατά της Παρθίας» λέει ο ιστορικός Γκουλιέλμο Φερέρο*. Το σχέδιο αυτό δρομολογείται την άνοιξη του έτους 36 π.Χ., υπό τη διοίκηση του Μάρκου Αντώνιου, ο οποίος με εννέα λεγεώνες ξεκινά την εκστρατεία του από τη Συρία. Η γυναίκα του Κλεοπάτρα τον συνοδεύει μέχρι να φτάσει στον Ευφράτη. Μόλις διασχίζει το ποτάμι, κατευθύνεται προς το οροπέδιο Ερζερούμ, όπου ενώνεται με άλλες έξι λεγεώνες. Οι βασιλείς της Αρμενίας και του Πόντου συντάσσονται στο πλευρό του: η Αρμενία τον βοηθά με έξι χιλιάδες ιππείς και δέκα χιλιάδες πεζούς. Συνολικά, οι δυνάμεις του Μάρκου Αντώνιου ξεπερνούν τους εκατό χιλιάδες άνδρες έναντι των πενήντα χιλιάδων Πάρθων, από τους οποίους οι σαράντα χιλιάδες είναι ιππείς. Αλλά ιδού, λόγω της μεγάλης επείγουσας ανάγκης του Αντώνιου να επιστρέψει στην αγκαλιά της Κλεοπάτρας, ή της επιτακτικής ανάγκης να επιτύχει μια γρήγορη νίκη για να επιστρέψει ένδοξα στη Ρώμη (όπου ο αντίπαλός του Οκταβιανός έχει ξεκινήσει πολιτική δράση), ο ρωμαϊκός στρατός διαπράττει ένα σοβαρό λάθος: αντί να προχωρήσει σταδιακά με το σύνολο των δυνάμεών του, ή ακόμη και να περιμένει και να ξεχειμωνιάσει στην Αρμενία, ο Αντώνιος περνάει στην επίθεση, αφήνοντας πίσω τον βαρύ πολεμικό μηχανισμό του. Έτσι, ενώ οι ρωμαϊκές μηχανές καταστροφής προχωρούν αργά μέσα από την κοιλάδα του Αράξ (στη σημερινή κατεύθυνση Ερζερούμ-Γερεβάν-Τζούλφα), ο Αντώνιος, μαζί με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του, ακολουθεί το συντομότερο μονοπάτι (πιθανόν μέσω Ερζερούμ-Μους-Βαν) και πολιορκεί το φρούριο της πρωτεύουσας της Ατροπατηνής. Ούτε ανόητοι ούτε τεμπέληδες, οι Πάρθοι εκμεταλλεύονται την ευκαιρία και εκτοξεύονται εναντίον του καραβανιού που μεταφέρει τη ρωμαϊκή πολεμική μηχανή, η οποία καταστρέφεται ολοσχερώς στη μάχη της Γαζάκας (νότια της λίμνης Ουρμία, άγνωστη τοποθεσία). Χωρίς την υποστήριξη των μηχανισμών καταστροφής του, και υπό τη συνεχή επίθεση των Πάρθων ιπποτοξοτών που αποφεύγουν επιδέξια μια ευρεία αντιπαράθεση, ο Μάρκος Αντώνιος βρίσκει αδύνατο να κατακτήσει τη μηδική πρωτεύουσα. Καθώς πλησιάζει ο χειμώνας, αναγκάζεται να άρει την πολιορκία του φρουρίου και αρχίζει την υποχώρηση προς το Αρτασάτ, διανύοντας απόσταση 500 χιλιομέτρων σε εχθρικό έδαφος, υπό τη συνεχή παρενόχληση των σαράντα χιλιάδων Πάρθων ιππέων. Ο εξουθενωμένος ρωμαϊκός στρατός φτάνει τελικά στην Αρμενία διασχίζοντας τον Αράξ (πιθανόν μέσω Τζούλφα) και βρίσκεται σε μια συμμαχική χώρα, όπου καταφέρνει να εφοδιαστεί, να ξεκουραστεί και να συνεχίσει τον δρόμο της επιστροφής. Παρά τη γενναιότητα του Αντώνιου, η εκστρατεία συνιστά μια πλήρη αποτυχία για τους Ρωμαίους. Και αυτή η στρατιωτική αποτυχία έρχεται ακριβώς τη στιγμή που μια νίκη είναι απαραίτητη για τη Ρώμη. «Η υποχώρηση από την Περσία σήμαινε για τον Αντώνιο ό,τι σήμαινε η υποχώρηση από τη Ρωσία για τον Ναπολέοντα: την αρχή της πτώσης του. Εν μέρει χάρη σε αυτό, ο Οκταβιανός έγινε αυτοκράτωρ Αύγουστος» εξηγεί ο Φερέρο. Ο Αντώνιος προσπαθεί να καλύψει την ήττα του στέλνοντας αναφορές «νίκης» στη Ρώμη. Όταν, όμως, διαδίδεται η είδηση της αποτυχίας του, χρειάζεται έναν αποδιοπομπαίο τράγο: τον Αρμένιο βασιλιά Αρταβάζτ, ο οποίος, βλέποντας την καταστροφή στη Γαζάκα, έχει αποσύρει τους στρατιώτες του από το ρωμαϊκό στρατόπεδο... Παραδόξως, χάρη στον Αρμένιο μονάρχη, ο ρωμαϊκός στρατός σώζεται από την ολοκληρωτική καταστροφή, και είναι ο ίδιος ο Μάρκος Αντώνιος που τον ευχαριστεί εκείνη την εποχή για τις υπηρεσίες που του προσέφερε. Ο Πλούταρχος περιγράφει πώς περιποιούνται τους Ρωμαίους στρατιώτες στην Αρμενία ύστερα από τις στερήσεις που είχαν υποστεί κατά τις επιθέσεις των Πάρθων. Αργότερα, όμως, ο ίδιος ο Πλούταρχος και ο Στράβων απηχούν τις κατηγορίες του Μάρκου Αντώνιου κατά του βασιλιά Αρταβάζτ. Είναι προφανές ότι αυτές δεν έχουν βάση. Πρόκειται για την παραδοσιακή θέση των περισσότερων Ρωμαίων ιστορικών, που επιδιώκουν να ερμηνεύσουν τις αποτυχίες της Ρώμης επικαλούμενοι την «προδοσία» των συμμάχων της... Οι κακές συμβουλές της Κλεοπάτρας Μόλις επιστρέφει, ο Μάρκος Αντώνιος επιδίδεται σε μερικά σκανδαλώδη συμπόσια στην Αντιόχεια παρέα με την Κλεοπάτρα. Και ακολουθώντας την κακή συμβουλή της, καλεί τον βασιλιά της Αρμενίας στη Νικόπολη με το πρόσχημα να κάνει συζητήσεις. Εκεί, ο Αρταβάζτ, η βασίλισσα και τα δύο παιδιά τους αιχμαλωτίζονται: Το σχέδιο της Κλεοπάτρας είναι να αρπάξει τους θησαυρούς της Αρμενίας και να βάλει στον θρόνο έναν από τους δικούς της γιους και του Μάρκου Αντώνιου. Ο ιστορικός Δίων Κάσσιος αφηγείται πώς, ερχόμενοι ενώπιον της βασίλισσας της Αιγύπτου, ο Αρμένιος βασιλιάς και η οικογένειά του διατηρούν μια έντιμη στάση και δεν υποκύπτουν στην Κλεοπάτρα, ούτε την εκλιπαρούν για έλεος, γεγονός που εκπλήσσει όλους τους παρόντες Ρωμαίους, αλλά δεν επηρεάζει καθόλου την Αιγύπτια μονάρχη: η αρμενική βασιλική οικογένεια ξεχωρίζει για το θάρρος της, αλλά υφίσταται πολυάριθμες ταπεινώσεις και βασανιστήρια. Η Κλεοπάτρα προσπαθεί με αυτόν τον τρόπο να μάθει σε ποιους χώρους φυλάσσονται οι βασιλικοί θησαυροί. Αμέσως μετά, ο Μάρκος Αντώνιος διατάζει τον στρατό του να προχωρήσει στην Αρμενία: ο έφηβος Αλέξανδρος —το μικρότερο από τα παιδιά του ζευγαριού— τοποθετείται στον θρόνο. Το αρμενικό βασίλειο λεηλατείται από τα ρωμαϊκά στρατεύματα και οι θησαυροί μεταφέρονται στην Αίγυπτο. Ακόμη και ο ναός της θεάς Αναΐτ πέφτει θύμα λεηλασίας. Παρά τη συμβουλή που του δίνουν κάποιοι Ρωμαίοι να μην προχωρήσει με αυτή την εχθρική πολιτική απέναντι στην Αρμενία, ο Μάρκος Αντώνιος αφήνει τον εαυτό του να παρασυρθεί από τις επιθυμίες της ακόρεστης Κλεοπάτρας. Έτσι, ο Αρμένιος βασιλιάς Αρταβάζτ δολοφονείται κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του. Αυτή η τραγική τροπή των γεγονότων, σε συνδυασμό με την κατάκτηση και τη λεηλασία του Αρτασάτ, σηματοδοτούν μια καμπή στις σχέσεις της Ρώμης με την Αρμενία. Μέχρι τότε, η Αρμενία ήταν σύμμαχος της Ρώμης κατά των Πάρθων. Στο εξής, και παρά τη μετριοπαθή πολιτική του Αυγούστου και των διαδόχων του, ένα σημαντικό μέρος της αρμενικής φεουδαρχικής αριστοκρατίας —το λεγόμενο «εθνικό κόμμα»— στρέφεται στους Πάρθους, τους οποίους θεωρούν φυσικούς συμμάχους, για να εγγυηθούν την ανεξαρτησία της Αρμενίας. Η αντίδραση στην Αρμενία δεν άργησε να ξεσπάσει: μόλις ο γιος του Μάρκου Αντώνιου και της Κλεοπάτρας τοποθετήθηκε στον θρόνο, μια εθνική εξέγερση καθαίρεσε τον γόνο, ο οποίος αντικαταστάθηκε από έναν από τους γιους του βασιλιά Αρταβάζτ ονόματι Αρντασές. Ωστόσο, ο ρωμαϊκός στρατός επεμβαίνει ξανά στην Αρμενία και ο μικρός Αλέξανδρος αποκαθίσταται στον θρόνο, τον οποίο καταλαμβάνει από το 34 έως το 31 π.Χ., πάντα υπό την προστασία των ρωμαϊκών δυνάμεων. Από την πλευρά του, ο Αρντασές αναζητά καταφύγιο στην αυλή του Πάρθου βασιλιά, ο οποίος εξακολουθεί να βρίσκεται σε πόλεμο με τη Ρώμη. Στο τελευταίο στάδιο των αγώνων του ενάντια στον Οκταβιανό, ο Μάρκος Αντώνιος αναγκάζεται να αποσύρει τα στρατεύματά του από την Αρμενία. Την ίδια περίοδο, με τη βοήθεια της Παρθίας, ο Αρντασές επιστρέφει στο βασίλειό του και καταλαμβάνει τον θρόνο από το 30 έως το 20 π.Χ. Όταν ο Αρντασές μαθαίνει ότι, σε μια ακραία πράξη εκδίκησης, η Κλεοπάτρα είχε διατάξει τον αποκεφαλισμό του αιχμάλωτου πατέρα του, του βασιλιά Αρταβάζτ, σε μια έκρηξη οργής διατάζει τη δολοφονία όλων των Ρωμαίων που βρίσκονται στην Αρμενία, ενέργεια που θα αφήσει το στίγμα της στις σχέσεις με τον μελλοντικό αυτοκράτορα Αύγουστο, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, επέκρινε τότε την αιχμαλωσία του Αρμένιου βασιλιά και κατηγόρησε τον Μάρκο Αντώνιο ότι ατίμασε τη Ρώμη μέσω αυτής της ποταπής πράξης. Ο Αύγουστος και η πολιτική του προς την Αρμενία Μετά την αποφασιστική νίκη του επί των δυνάμεων του Αντώνιου στην περίφημη ναυμαχία του Ακτίου (σημερινή Πρέβεζα, στην Ελλάδα), ο Οκταβιανός αναλαμβάνει την εξουσία το έτος 27 π.Χ. και γίνεται ο πρώτος αυτοκράτορας της Ρώμης με τον τίτλο του «Αυγούστου». Όλοι πιστεύουν ότι το πρώτο πράγμα που θα κάνει ο νέος αυτοκράτορας είναι να αποτελειώσει τους Πάρθους. Δεν γίνεται όμως έτσι. Ο Αύγουστος έχει άλλα σχέδια. Προς το παρόν, είναι ικανοποιημένος με το να φέρει στη Ρώμη τον πρίγκιπα Τιγκράν, γιο του Αρταβάζτ και αδελφό του Αρντασές, τον οποίο η Κλεοπάτρα κράτησε αιχμάλωτο μετά τον αποκεφαλισμό του πατέρα του. Είναι η γνωστή ρωμαϊκή πολιτική που άψογα εφάρμοσε ο Αύγουστος κατά τη διάρκεια της βασιλείας του: αυτή της «καλλιέργειας» μελλοντικών «εφέδρων» υποτελών βασιλέων στο παλάτι του. Έτσι, ο Τιγκράν διαμένει στη Ρώμη, λαμβάνοντας την καλύτερη εκπαίδευση. Η ώρα της δράσης στην Ανατολή έρχεται δέκα χρόνια αργότερα, γύρω στο 20 π.Χ. Ο Αρντασές, σύμμαχος των Πάρθων, συνεχίζει να βασιλεύει στην Αρμενία. Ο Αύγουστος επιδεικνύει δύναμη χωρίς να τη χρησιμοποιεί: πηγαίνει με τον στρατό του στη Συρία και στέλνει ενισχύσεις από τη Μακεδονία στη Μικρά Ασία. Ο Πάρθιος βασιλιάς προτιμά να αποδεχτεί τους όρους του Αυγούστου παρά να αντιμετωπίσει τις ρωμαϊκές δυνάμεις. Και ποιοι είναι αυτοί οι όροι; Πρώτον, η επιστροφή των κατακτημένων ρωμαϊκών λαβάρων στα χέρια των Πάρθων μετά την ήττα του Κράσσου. Και δεύτερον, η αναγνώριση της κυριαρχίας της Ρώμης επί της Αρμενίας. Αμέσως μετά, ο Αρμένιος βασιλιάς Αρντασές δολοφονείται από επαγγελματίες που προσέλαβαν οι Ρωμαίοι, οι οποίοι φέρνουν τον Τιγκράν από τη Ρώμη για να τον τοποθετήσουν στον θρόνο ως… Τιγκράν Γ΄. Η Αρμενία είναι πλέον —για ακόμη μία φορά— κράτος «σύμμαχο και φίλο», υπό την κηδεμονία της Ρώμης. Εξού και η ιστορική φράση του Αυγούστου προς τους Ρωμαίους: «Armeniacapta» (Αρμενία αιχμάλωτη). Επίλογος Τον Τιγκράν Γ΄ θα διαδεχθεί ο Τιγκράν Δ΄ —τελευταίος βασιλιάς της δυναστείας των Αρντασεσιάν— ο οποίος θα βασιλέψει από το 12 π.Χ. μέχρι το 2ο έτος της εποχής μας. Οι χαοτικές εσωτερικές συγκρούσεις θα είναι συχνές, αφού η φεουδαρχική ηγεσία είναι μοιρασμένη μεταξύ της φιλορωμαϊκής και της φιλοπαρθικής πλευράς. Αυτή η κατάσταση αναρχίας θα συνεχιστεί μέχρι το έτος 53. Σε όλη αυτή την ταραγμένη περίοδο, ο Αύγουστος θα τηρήσει την πολιτική της μη προσάρτησης της Αρμενίας στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, παρά τις εσωτερικές επικρίσεις για αυτή την απόφαση. «Μόνο ό,τι μπορεί να κρατηθεί προσαρτάται» θα είναι η απάντησή του στους επικριτές. Τα επόμενα χρόνια θα περιοριστεί στην τοποθέτηση βασιλιάδων-«μαριονέτων» της Ρώμης στο βασίλειο της Αρμενίας. Από την πλευρά τους, οι Πάρθοι θα συνεχίσουν τις προσπάθειές τους να δουν ένα μέλος της βασιλικής τους δυναστείας στον θρόνο της Αρμενίας. Η διελκυστίνδα μεταξύ Ρώμης και Παρθίας για το βασίλειο του Μετζ Χάικ θα τελειώσει στιγμιαία με τη στέψη —από τον αυτοκράτορα Νέρωνα— του βασιλιά Τιριδάτη Α΄, αδελφού του Πάρθου βασιλιά και εμπνευστή της δυναστείας Αρσακουνί (Αρσακιδών), που θα κυβερνήσει στην Αρμενία για περισσότερους από τρεις αιώνες. Τα ακόλουθα επεισόδια αυτής της «μίνι σειράς»(«Στρατηγός Κόρβουλο κατά Τιριδάτη», «Η Ρώμη θαυμάζει τον Τιριδάτη στο Κολοσσαίο», «Η στέψη του Αρμένιου βασιλιά στη ρωμαϊκή αγορά» κ.λπ.) θα τα δούμε την επόμενη φορά...
*Guglielmo Ferrero, “Grandeur et Déca-dence de Rome”, Παρίσι, 1924, σελ. 90. |