Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2015, τεύχος 86
Στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. το Βασίλειο του Βαν εμφανίζεται αποδυναμωμένο από τις επιδρομές των Κιμμέριων και των Σκυθών. Στα συντρίμμια του δημιουργούνται μικρά διοικητικά κέντρα. Μέσα σε αυτά αναδεικνύεται ο Μπαρούιρ Σκαϊορτί ως βασιλιάς, λαμβάνοντας το στέμμα από τον άρχοντα της Μηδείας, ενώ έχει παράλληλα ως σύμμαχο και τη Βαβυλωνία. Τον διαδέχεται ο γιος του, Χρατσιά, σύγχρονος του Ναβουχοδονόσορα. Συμφωνα πάντα με τον Χορενατσί, δέχεται στη χώρα πρόσφυγες Εβραίους από τη Βαβυλώνα, ανάμεσά τους και τον Οίκο Σαμπάντ, προγόνους του εβραϊκού σκέλους της Δυναστείας των Βαγρατιδών (Πακραντουνί- Βασιλιάδες της Αρμενίας την περίοδο 885-1045 μΧ.). Ο Μοβσές Χορενατσί συγχέει το Βασιλιά Αράμ του Βασιλείου του Βαν (πατέρας του Αρά του Όμορφου, θρυλικού ήρωα που επίσης λατρεύτηκε ως θεότητα) με τον Αραμάν των Γερβαντουνί, προσωπικότητα που τιμώρησε σκληρά τους εχθρούς και διεύρυνε τα σύνορα του κράτους, κατακτώντας μεταξύ άλλων την Καισαρεία και φτάνοντας έως τη Μαύρη Θάλασσα. Οι γείτονες ονόμασαν τη χώρα Αρμενία. Χάρτης του Ηρόδοτου για την περίοδο 6ου και 5ου αιώνα π.Χ. παρουσιάζει την Αρμενία ως ενιαία οντότητα, με εδάφη που περιλαμβάνουν αυτό που ονομάζεται έως σήμερα αρμενικό οροπέδιο. Θεμελιωτής του Βασιλείου των Γερβαντουνί θεωρείται ο Γερβάντ ο Βραχύχρονος, συγγενής των προαναφερθέντων∙ το Βασίλειο ιδρύθηκε περίπου το 570 π.Χ, με επίκεντρο αρχικά την περιοχή Αϊραράντ και τελικά έδρα την πόλη Τουσπά, στο σημερινό Βαν. Ο Γερβάντ ηττάται στον πόλεμο με το Βασιλιά των Μήδων Αζταχάκ και αναγκάζεται να δεχτεί την εξουσία του στην Αρμενία. Διατηρεί ωστόσο στρατό και το δικαίωμα να ασκεί την εσωτερική διοίκηση στην επικράτεια, αποδίδοντας φόρο υποτελείας. Ο γιος του, Ντικράν Γερβαντιάν, όταν τον διαδέχεται, στρέφεται πολιτικά στην Περσία των Αχαιμενιδών. Προσωρινά η Αρμενία κερδίζει την ανεξαρτησία της, έπειτα όμως θα μετατραπεί σε σατραπεία, αργότερα με δύο διοικητικά κέντρα, την Τουσπά και το Ερεπουνί (σημερινό Ερεβάν). Σε τρίγλωσση (περσικά, ελαμιριανά, βαβυλωνιακά) επιγραφή του βράχου του Πεχιστούν (Περσία) αναφέρεται από το Δαρείο Ά το όνομα Αρμενία, ενώ η αρμενική αντίσταση εξαίρεται ως η πλέον δυναμική έναντι των Περσών. Ο Διάδοχος Βαχάκν παρομοιάζεται από το Μοβσές Χορενατσί με τον ομώνυμο θεό του αρμενικού οκτάθεου, που έχει ως μέγιστο τον Αραμάζτ και εξέχουσα μορφή την Αναΐτ. Οι Αρμένιοι λατρεύουν ως θεότητες και τα στοιχεία της Φύσης. Ακολουθούν τρεις σατράπες με το όνομα Χιταρνές. Ο Α' καθιερώνει γιορτές αφιερωμένες στο Βασιλικό Οίκο. Ο Β', σύμφωνα με επιγραφή που βρέθηκε στο Αρμαβίρ, έχοντας ξανθό δέρμα και μικρή μύτη, επιθυμεί σύζυγο με παρόμοια εξωτερικά χαρακτηριστικά προκειμένου να τα διαιωνίσει στον Οίκο. Ο Χιταρνές ο Γ' δημιουργεί Ιππικό με 1000 ιππείς καφέ αλόγων, το οποίο σπέρνει τον τρόμο στους εχθρούς. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Αρμενία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη η κατασκευή οπλισμού, αλλά και ειδών καθημερινής ανάγκης, λόγω των μεταλλείων χαλκού, ασημιού και χρυσού που διαθέτει. Ιδιαίτερα αναπτυγμένη είναι η κλωστοϋφαντουργία και η αγγειοπλαστική. Η Κάθοδος των Μυρίων και η ελληνιστική διείσδυση στην Αρμενία Ο Αρντασίρ ο 'Α, σύμφωνα με την παράδοση, πριν πεθάνει καλεί τους πέντε γιους του και τους αναθέτει να κατασκευάσουν αρδευτικά έργα, ώστε να αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο η γεωργία, ενώ είναι ήδη διαδεδομένη στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές η κτηνοτροφία. Πληροφορίες για την καθημερινότητα των Αρμενίων λαμβάνουμε από τον ιστορικό και στρατιωτικό Ξενοφώντα στο έργο του «Κύρου Ανάβασις». Είναι η περίοδος της βασιλείας του Γερβάντ Β'. Το 404 π.Χ. στην Περσία, ο Κύρος, αδερφός του βασιλιά Αρταξέρξη, με τη βοήθεια 13.000 Ελλήνων (η Κάθοδος των Μυρίων) και των Αρμενίων προσπαθεί ανεπιτυχώς να καταλάβει την εξουσία. Κατά την υποχώρησή τους οι Έλληνες βρίσκουν καταφύγιο στη φιλόξενη αρμενική γη. Προσπερνώντας τις καλά οχυρωμένες πόλεις, τα κάστρα και τους επιβλητικούς ναούς, δείγματα πολιτισμού της αρμενικής αρχιτεκτονικής, καταλήγουν στην ασφαλή ύπαιθρο, όπου τυγχάνουν θερμής υποδοχής από τους Αρμενίους. Ο Ξενοφών αναφέρεται στην καλλιέργεια σίτου, κριθαριού, αμπελιών και την παρασκευή κρασιού, ενώ καταγράφει και την ύπαρξη ενός ποτού που έμοιαζε με την σημερινή μπύρα. Υπό την πίεση των εξελίξεων, ο Γερβάντ διέφυγε και, σύμφωνα με αθηναϊκές πηγές, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Πιθανότατα έμεινε εκεί ως το τέλος της ζωής του. Το 331 π.Χ. ο Γερβάντ ο Γ', γιος ή εγγονός του Β', εκμεταλλεύεται τη συντριβή του Δαρείου από το Μέγα Αλέξανδρο και κηρύττει την ανεξαρτησία της Αρμενίας, αποκαθιστώντας τη βασιλεία. Μεταφέρει την πρωτεύουσα στο Αρμαβίρ. Ακολουθεί πολιτική στενής συνεργασίας με τη Μακεδονική δυναστεία. Στη χώρα των Αρμενίων διεισδύει ο ελληνιστικός πολιτισμός και η ελληνική γλώσσα. Αρμένιοι μυθικοί ήρωες και θεότητες ταυτίζονται με αντίστοιχους Ελληνικούς. Το 260π.Χ. ο Σαμούς, γιος του Γερβάντ του Γ', εγκαθιδρύει Βασίλειο στην περιοχή Τζοπκ-Καμακενέ, ανατολικά του Ευφράτη. Ιδρύει την πόλη Σαμόσατα (Σαμσάτ στη σημερινή Τουρκία). Ο γιος του Αρσάμ ιδρύει την Αρσαμασάντ και την ανακηρύσσει πρωτεύουσα. Το κράτος αυτό θα καταλυθεί οριστικά το 72 μ.Χ. από το Ρωμαίο Αυτοκράτορα Καλιγούλα. Η ελληνιστική πνευματική διείσδυση στην αρμενική επικράτεια θα συνεχιστεί εντονότερα κατά τη διάρκεια της εξουσίας των Σελευκιδών στις ανατολικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η Αρμενία, υπό τον Γερβάντ Δ' τον Τελευταίο, έχει απολέσει πολλά εδάφη. Ο Βασιλιάς ιδρύει νέα πρωτεύουσα, το Γερβαντασάντ στο Αϊραράντ, που σύντομα θα παρακμάσει. Ο Αρμένιος στρατηγός Αρντασές, με την υποστήριξη του Βασιλιά Αντίοχου του Γ' Σελεύκου, καταλαμβάνει την εξουσία, ανατρέποντας τον προκάτοχό του το 201 π.Χ.. Έτσι, ιδρύεται η ισχυρή Δυναστεία των Αρτασιδών που θα κυβερνήσει την Αρμενία για δυο αιώνες.
|