Πατέρας Γκιουρέγ Ζοχραμπιάν - Ο δούλος του Θεού και προστάτης των προσφύγων |
Καραμπετιάν Βερζίν Γονατισμένος πάνω στο τραπέζι με τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα και το ράσο του σκισμένο, σε ένα σκοτεινό κελί της Κωνσταντινούπολης, βλέπει να ανοίγουν οι ουρανοί και να εμφανίζεται η Παρθένος Μαρία περιτριγυρισμένη από αγγέλους και αγίους. Το ίδιο όραμα βλέπει σχεδόν λιπόθυμος και τις πέντε φορές που Τούρκοι στρατιώτες του ρίχνουν από εξήντα βουρδουλιές στα πέλματα, εφαρμόζοντας το γνωστό βασανιστήριο της φάλαγγας. Τον κατηγορούν ότι είναι ο Αρμένιος επαναστάτης Μεσρόπ Σαρκίς μεταμφιεσμένος σε παπά, υποκινητής και ηγέτης της εξέγερσης των Ποντίων κατά των Τούρκων. Παρά τις βασανιστικές ανακρίσεις και τους ξυλοδαρμούς, αρνείται επίμονα τις κατηγορίες. Καταδικάζεται σε θάνατο δια απαγχονισμού στις 14 Μαρτίου 1923. Μία ημέρα πριν τον απαγχονισμό του, στην τελευταία δίκη-παρωδία που στήνουν οι Τούρκοι στη φυλακή, ο δικαστής, όντας σε καλή διάθεση, του λέει ότι αν τον αναγνωρίσουν από την κεντρική καθολική εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και αποδείξουν την πραγματική του ταυτότητα, θα αφεθεί ελεύθερος. Αν όμως δεν τον αναγνωρίσει κανείς, θα κρεμαστεί αμέσως. Και εκείνος απαντά αγέρωχος: «Aν δεν με αναγνωρίσει κανείς, τότε μόνος μου θα βάλω τη θηλιά γύρω από τον λαιμό μου». Ο Ιταλός πατέρας Ιλαρίων Μόντι, ο ανώτατος ηγούμενος της καθολικής εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη, μόλις τον αντικρίζει στη φυλακή, αναφωνεί με τρόμο: «Πατέρα Γκιουρέγ Οχαννές Ζοχραμπιάν Ερζερουμτσί, γιατί είστε αλυσοδεμένος;». Έτσι, η καταδίκη σε θάνατο δια απαγχονισμού μετετράπη σε δια βίου εξορία από την Τουρκία. Δεν είχε πλέον το δικαίωμα να ζήσει στη γη που αιώνες πριν εμφανιστούν οι Τούρκοι στη Μικρά Ασία ανήκε στον λαό του. Ήταν 26 Μαρτίου 1923 όταν το καράβι που τον μετέφερε στην Ιταλία έκανε υποχρεωτική στάση στο νησί της Κέρκυρας. Αυτός ο τόπος έγινε το νέο πεδίο δράσης του μόλις ανακάλυψε πολλούς Αρμένιους πρόσφυγες να έχουν μεταφερθεί εκεί και εκατοντάδες ορφανά να είναι στοιβαγμένα στο κάστρο της Κέρκυρας. Πρωταρχικό του μέλημα, με σχεδόν ανύπαρκτους πόρους, ήταν η ίδρυση του πρώτου αρμενικού σχολείου, του «Αραραντιάν». Μερικούς μήνες μετά, στις 27 Αυγούστου 1923, δολοφονήθηκαν σε ενέδρα ο Ιταλός συντονιστής και η ομάδα του, υπεύθυνοι στις συνομιλίες μεταξύ Ελλήνων και Αλβανών για την οριοθέτηση των συνόρων. Η κυβέρνηση του Μουσολίνι θεώρησε υπαίτια την Ελλάδα και απαίτησε τη δημόσια συγγνώμη της. Μετά την απαξίωση της Ελλάδας να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια, οι Ιταλοί αγκυροβόλησαν στο λιμάνι της Κέρκυρας με 17 πολεμικά πλοία και ζήτησαν την άνευ όρων παράδοση του νησιού. Η αρνητική απάντηση των Ελλήνων έφερε ως αποτέλεσμα τον βομβαρδισμό του κάστρου από θαλάσσης και αέρος. Ο τραγικός απολογισμός ήταν 12 νεκροί και 22 τραυματίες, ανάμεσά τους και πολλοί Αρμένιοι πρόσφυγες. Η συνθηκολόγηση των Ελλήνων στοίχισε στην ήδη πολύ φτωχή Ελλάδα το ποσό των 50.000.000 λιρών προς την ιταλική κυβέρνηση και τη δημόσια συγγνώμη της! Από τη μεριά της, η ιταλική κυβέρνηση διέθεσε 10.000.000 λίρες στο Τάγμα των Ιπποτών της Μάλτας για την ανακούφιση των προσφύγων της Μικράς Ασίας. Το Τάγμα των Ιπποτών πλησίασε τον Χάιρ Γκιουρέγ ως εκπρόσωπο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και τον έθεσε επικεφαλής στην ομάδα για τη διαχείριση των πόρων που είχαν διατεθεί για τους πρόσφυγες. Με τον τίτλο Τοποτηρητής Αρμενίων Καθολικών Ελλάδας, μεταξύ 1923 και 1925, ο πατέρας Ζοχραμπιάν έφτασε στο Δουργούτι και ξεκίνησε την ανέγερση ενός κτηριακού συγκροτήματος που περιελάμβανε έναν ιερό ναό και ένα δημοτικό σχολείο. Το 1926 έχτισε στην Κοκκινιά το αρμενικό καθολικό σχολείο «Αραραντιάν» και ανέθεσε τη λειτουργία του στους Μεχιταριστές πατέρες της Βιέννης. Η καθολική εκκλησία της Κοκκινιάς, αφιερωμένη στην Αγία Θηρεσία, οικοδομήθηκε και αυτή το ίδιο έτος. Ως επικεφαλής των καθολικών Αρμενίων Ελλάδας, ταξίδεψε από τη Θεσσαλονίκη έως την Κρήτη και από την Κέρκυρα έως την Αλεξανδρούπολη, προκειμένου να επισκεφθεί το διασκορπισμένο ποίμνιό του και να σχηματίσει ενορίες. Στη Σάμο, σε ένα μοναστήρι, ίδρυσε εργαστήριο υφαντικής για τις νεαρές Αρμένισσες, ενώ στη Ρόδο ορφανοτροφείο και γεωργική σχολή, όπου διετέλεσε διευθυντής για αρκετά χρόνια. Όπου βρέθηκε, παρηγόρησε και ευεργέτησε τους ξεριζωμένους από τις εστίες τους Αρμένιους. Το 1938 διορίστηκε Πατριαρχικός Βικάριος των Αρμενίων στη Συρία. Σε μερικές πόλεις της Συρίας όπου χύθηκε άφθονο το αίμα των αθώων Αρμενίων θυμάτων της Γενοκτονίας του 1915 αναπτύχθηκαν, χάρη στην ακούραστη δράση του, σχολεία, εκκλησίες και ενοριακές κοινότητες. Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης θητείας του, η ανέγερση ιδρυμάτων και άλλων σπουδαίων έργων σημάδεψε το πέρασμά του και σε αυτή τη χώρα, όπως άλλωστε και στη χώρα όπου μεγαλούργησε, στην Ελλάδα. Μερικά χρόνια μετά, το 1953, καταπονημένος από σοβαρά προβλήματα υγείας κυρίως στα πόδια, λόγω των βασανιστηρίων που είχε υποστεί, χρίστηκε από τον καρδινάλιο Αγαγιανιάν, Πατριαρχικός Εκπρόσωπος Αρμενοκαθολικών της Νότιας Αμερικής. Η άφιξή του στο Μπουένος Άιρες και αργότερα στο Μοντεβιδέο συνοδεύτηκε από τις επευφημίες των Αρμενίων καθολικών και αποστολικών (ορθοδόξων) που διέμεναν εκεί και υπήρξαν μάρτυρες της ανιδιοτελούς αδελφικής του αγάπης. Ο Χάιρ Γκιουρέγ στάθηκε επάξια δίπλα στο ποίμνιό του, στους Αρμένιους της Λατινικής Αμερικής, όπως μόνο εκείνος ήξερε. Όπως έκανε και πρωτίστως με τους κατατρεγμένους Αρμένιους της Συρίας. O Αρμένιος καθολικός επίσκοπος Χάιρ Γκιουρέγ Ζοχραμπιάν δεν τύγχανε μόνο της εκτίμησης και του σεβασμού των Αρμενίων αλλά και των Ελλήνων του Πόντου. Στη γενέτειρα πόλη του, στο Ερζερούμ του Πόντου, από τον Δεκέμβριο του 1920, όταν ξεκίνησαν οι διώξεις και οι σφαγές των Ποντίων, ο πατέρας Ζοχραμπιάν, με τη βοήθεια των Λατίνων ηγουμένων και της Near East Relief, φυγάδεψε πολλούς Έλληνες του Πόντου. Στη μονή του έδωσε καταφύγιο σε 500 και πλέον Πόντιους καταδιωγμένους από την τουρκική κυβέρνηση, τους οποίους αρνήθηκε να παραδώσει, λέγοντας μάλιστα πως για να τους παραδώσει, πρέπει πρώτα να σκοτώσουν τον ίδιο και όλους τους καθολικούς ηγούμενους. Για τους Τούρκους, η δολοφονία καθολικών παπάδων θεωρούνταν κακοτυχία, και έτσι τράπηκαν σε φυγή, ενώ οι πρόσφυγες γλίτωσαν και φυγαδεύτηκαν όλοι στην Ελλάδα. Ο πατέρας Ζοχραμπιάν μάζεψε τα τάματα και τα ιερά σκεύη από όσες περισσότερες ελληνικές εκκλησίες μπόρεσε, συγκεντρώνοντας περίπου τρεις τόνους χρυσό και ασήμι, τους οποίους έστειλε στην Ελλάδα. Ως εκ τούτου, με την άφιξή του στην Ελλάδα, οι Πόντιοι πρόσφυγες τον υποδέχθηκαν ως σωτήρα, ενώ η ελληνική κυβέρνηση του απέδωσε τιμές για τη σπουδαία βοήθεια που προσέφερε.Γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου του 1881 στο Γκαρίν του Ερζερούμ, από τον αρτοποιό Βαρτάν Ζοχραμπιάν και τη Σάρα Χοβανεσιάν. Από τα οκτώ του χρόνια, όταν αποφάσισε να γίνει ιερέας και μπήκε στο μοναστήρι των καπουτσίνων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο πατέρας Γκιουρέγ Οχαννές Ζοχραμπιάν αφιέρωσε όλη τη ζωή του ως πιστός δούλος του Θεού και αφοσιωμένος υπηρέτης των προσφύγων της Μικράς Ασίας. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1972, στο οίκημα-αναπαυτήριο των καπουτσίνων της Ρώμης, ο δικός μας Χάιρ Γκιουρέγ άφησε τον επίγειο κόσμο για τη μεγάλη συνάντηση με τον Δημιουργό. Ήταν ο θάνατος μιας εξέχουσας προσωπικότητας που βύθισε στο πένθος όλους τους Αρμένιους, από τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη μέχρι και τη Λατινική Αμερική. Το 1985 ξεκίνησε η διαδικασία αγιωνυμίας του ιεράρχη Κύριλλου Ζοχραμπιάν, επισκόπου Αρμενίας και πρώτου Τοποτηρητή Αρμενίων Καθολικών Ελλάδας. Και όλα αυτά χάρη στην εξαίρετη ζωή του, την οποία συνόδευε ένα δυνατό πνεύμα μεγαλοψυχίας, βαθιάς πίστης, ταπεινότητας και ανιδιοτέλειας. |