Άννα Ασντβατζατουριάν-Τερκότ Εκτύπωση E-mail

ASDVATZADOURIAN

Στην Ανι Ντεοκμετζιάν

Η Άννα Ασντβατζατουριάν-Τερκότ, πρόσφυγας από το Μπακού, εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1992.

Aμερικανίδα συγγραφέας, λέκτορας, δικηγόρος, επιχειρηματίας, ακτιβίστρια και υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι πτυχιούχος Bachelor of Arts στην Αγγλική Γλώσσα & Λογοτεχνία, στη Φιλοσοφία και Θρησκεία, στη Ρωσική Γλώσσα και Λογοτεχνία, καθώς και πτυχιούχος Juris Doctor από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μέιν.

Το 2012 δημοσίευσε το βιβλίο της με τίτλο «Πουθενά: Μια ιστορία εξορίας», το οποίο έγραψε σε ηλικία 14 χρονών, καθώς το βιβλίο βασίζεται στα παιδικά ημερολόγια που κρατούσε η ίδια όταν η οικογένειά της έφυγε από το Μπακού και κατά τη διάρκεια των ετών που έζησαν ως πρόσφυγες στην Αρμενία. Το βιβλίο κυκλοφόρησε σε ρωσική μετάφραση το 2017.

Τον Απρίλιο του 2013 πρωτοστάτησε στις προσπάθειες αναγνώρισης της ανεξαρτησίας του Αρτσάχ στη Βουλή των Αντιπροσώπων του Μέιν. Τον Νοέμβριο του 2015 εξελέγη στο Δημοτικό Συμβούλιο του Γουέστμπρουκ Μέιν. Το 2018 εξελέγη εκ νέου στο Συμβούλιο και επί του παρόντος υπηρετεί στη θέση τής αντιπροέδρου.

Η Ασντβατζατουριάν παρασημοφορήθηκε με τα μετάλλια «Μχιτάρ Γκος» και «Μετάλλιο ευγνωμοσύνης» από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας του Αρτσάχ, έλαβε το βραβείο Βαρτάν Καρντασιάν από το ANCA-WR για τις συνεισφορές της στην αρμενική Διασπορά, καθώς επίσης και το βραβείο Ακτιβισμού από το ANCA-ER. Το 2020 ίδρυσε το Ίδρυμα «Άννα Ασντβατζατουριάν».


 

Πώς θα περιγράφατε την παιδική σας ηλικία στο Μπακού ως Αρμένισσα;

Η παιδική μου ηλικία ήταν χαρούμενη, ηλιόλουστη, πολύχρωμη και άφθονη, στον βαθμό που μπορεί να είναι μια παιδική ηλικία στη Σοβιετική Ένωση, μέχρι τις αρχές του 1988. Κάθε ανάμνηση που έχω πριν από το 1988 ήταν γεμάτη πικνίκ, εκδρομές στην παραλία της Κασπίας, συγκεντρωμένες οικογένειες, όμορφα φορέματα και παπούτσια που η μητέρα μου αγόραζε στη Μόσχα.

Η οικογένειά μου προσπάθησε να με προστατέψει από το παρελθόν και τα δεινά που υπέστη ο Αρμενικός λαός -κατά τη Γενοκτονία των Αρμενίων αλλά και μετά, στο Μπακού και στο Αρτσάχ, στις αρχές του 20ού αιώνα-, έως ότου το παρελθόν «αναγεννήθηκε».

Το βιβλίο «Πουθενά: Μια ιστορία εξορίας» βασίζεται κυρίως στα ημερολόγια της παιδικής ηλικίας σας που κρατούσατε ενώ η οικογένειά σας αντιμετώπιζε την εθνική βία στο Μπακού κατά τη διάρκεια του πρώτου πολέμου του Αρτσάχ. Ως έφηβη εκείνη την εποχή, τι σας οδήγησε να κρατήσετε ημερολόγιο περιγράφοντας τη βία ενόσω η δική σας ζωή και της οικογένειάς σας ήταν σε κίνδυνο; Τι σας ώθησε να κάνετε και να δημοσιεύσετε το βιβλίο;

Από τότε που με θυμάμαι, ήμουν ένα περίεργο παιδί. Η δικαιοσύνη, το σωστό και το λάθος, η αλήθεια ήταν έννοιες πάντα σημαντικές για μένα. Ο δάσκαλός μου στη 2η τάξη μού φώναζε: «Τα μάτια σου είναι πολύ μεγάλα για το κεφάλι σου! Σταμάτα να κοιτάζεις με αυτά τα γιγαντιαία μάτια!». Αλλά συνέχισα να κοιτάζω και να κάνω ανώδυνες ερωτήσεις τότε, στην αθώα παιδική ηλικία. Αργότερα, όταν το Αρτσάχ, μια ιστορικά αρμενική περιοχή, διεξήγαγε δημοψήφισμα για να ανεξαρτητοποιηθεί από το Αζερμπαϊτζάν, άρχισε να αλλάζει η καθημερινή μου ζωή.

Ρώτησα τους γονείς μου για τη βία που δέχονταν ξαφνικά οι Αρμένιοι ως απάντηση στο κίνημα και γιατί οι φίλοι μου δεν ήθελαν πλέον να παίζουν μαζί μου. Ρώτησα γιατί άντρες με μαύρα ρούχα φώναζαν «Θάνατος στους Αρμένιους» στον δρόμο μου. «Μπαμπά, γιατί πρέπει να κρυφτούμε στο σκοτάδι με μαχαίρια;» ρώτησα τον πατέρα μου καθώς η βία κατά των Αρμενίων λάμβανε χώρα στον δρόμο ακριβώς έξω από το παράθυρο του καθιστικού μας.

Οι ερωτήσεις μου τρέλαιναν τους γονείς μου. Δεν μπορούσαν να μου δώσουν να καταλάβω. Δεν καταλάβαιναν ούτε οι ίδιοι πώς έγινε οι Αρμένιοι να στοχοποιηθούν ξανά, σε αυτήν την εποχή και κάτω από την αυστηρή κυριαρχία της Μόσχας.

Καθώς εξαπλώθηκε ο αντι-αρμενισμός στην πλειονότητα των κατοίκων του Αζερμπαϊτζάν, αυτό το δεκάχρονο αποφασιστικό κοριτσάκι, που μέχρι πριν λίγο καιρό ανέβαινε στα δέντρα, κλείστηκε στον εαυτό του. Για να ηρεμήσω, η γιαγιά μου, καθηγήτρια ρωσικής γλώσσας και λογοτεχνίας, μου συνέστησε να γράφω ημερολόγιο ώστε να καταγράψω την ιστορία. Έτσι, οι ερωτήσεις σταμάτησαν και η βία έγινε κανονικότητα.

Τον αντιμετωπίσατε και γλυτώσατε από τον θάνατο. Μετά περάσατε τρία χρόνια στην Αρμενία. Όλα αυτά πώς επηρέασαν εσάς, ως παιδί και την οικογένειά σας;

Τις πρώτες δύο δεκαετίες στις Ηνωμένες Πολιτείες παλεύαμε να επιβιώσουμε και ελπίζαμε να ξεχάσουμε το παρελθόν, να ξεχάσουμε τι μας συνέβη. Κάθε Αρμένιος από το Μπακού που ξέρω είναι επιτυχημένος σε κάθε γωνιά του κόσμου. Χτίζουμε τη ζωή μας, μεγαλώνουμε τα παιδιά μας και βοηθάμε την Αρμενία και το Αρτσάχ. Ωστόσο, ανεξάρτητα από το πόσο επιτυχημένη και, φαινομενικά, χαρούμενη ήμουν, η μοίρα των προσφύγων είναι η ίδια: η ξαφνική και βίαιη εξορία από το σπίτι, από τη μεγάλη οικογένεια, από όλα τα οικεία, όλα επηρεάζουν ένα άτομο ψυχολογικά. Προχωρήσαμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αλλά η θλίψη ήταν πάντα εκεί, μέχρι που ήρθα στην Αρμενία το 2014, μετά από 22 χρόνια και όλα φαίνονταν να μπαίνουν στη θέση τους.

Ήξερα ότι έπρεπε να επιστρέψω για να νιώσω ζωντανή, για να αισθάνομαι συνδεδεμένη. Την αποσύνδεση που αισθάνονται πολλοί πρόσφυγες εδώ και δεκαετίες μπορώ να την περιγράψω ως «επισκέπτης». Ξέρεις ότι είσαι εκεί και είσαι εκεί για δεκαετίες, αλλά δεν ανήκεις πραγματικά εκεί και προσπαθείς συνεχώς να βρεις αυτό το συναίσθημα ότι είσαι συνδεδεμένος. Πιστεύω ότι αυτό έχει μεγάλη σχέση με το γεγονός ότι δεν ήταν επιλογή μας να φύγουμε. Απομακρυνθήκαμε από το σπίτι μας με τη βία.

Τη ζωή στην Αρμενία εκείνη την εποχή, ως καταφύγιο, πώς την περιγράφετε;

Φύγαμε από το Μπακού ακριβώς πριν από τα πογκρόμ του 1990. Ως Αρμένιοι, ήταν αδύνατον να περπατήσουμε ως το σχολείο ή να πάμε στη δουλειά, έτσι το φθινόπωρο φύγαμε. Η Αρμενία μόλις τον προηγούμενο χρόνο υπέστη έναν τεράστιο σεισμό. Αυτή η καταστροφή προκάλεσε ένα κύμα προσφύγων, προστέθηκαν και πρόσφυγες από τις σφαγές στο Σουμγκάιτ και στο Κιροβαμπάντ, και μετά εμείς από το Μπακού. Η Αρμενία δεν μπορούσε να μας φροντίσει. Ζούσαμε σε ένα μπουντρούμι στο υπόγειο του σπιτιού ενός συγγενή.

Ήταν ασφαλές, με την έννοια ότι δεν ήμασταν κυνηγημένοι ή σε κίνδυνο, αλλά έκανε απίστευτο κρύο τους χειμώνες. Η ηλεκτρική ενέργεια ήταν σχεδόν ανύπαρκτη και τα τρόφιμα λιγοστά. Ήταν μια σκοτεινή περίοδος για όλους, αλλά περισσότερο για τους αρμένιους πρόσφυγες από το Αζερμπαϊτζάν και για τους επιζώντες από τον σεισμό.

Βρεθήκατε στις ΗΠΑ. Πώς ήταν η προσαρμογή εκεί;

Ήμουν 14 όταν φτάσαμε. Ήξερα ελάχιστα αγγλικά, αλλά όχι αρκετά για να μιλήσω. Οι γονείς μου ήταν στα 40 τους και δεν μιλούσαν αγγλικά. Μας έστειλαν στη Βόρεια Ντακότα, επειδή χρηματοδοτήθηκαν από μια Εκκλησία των Μεθοδιστών για τους πρώτους έξι μήνες. Κανείς δεν ήξερε πραγματικά ποιοι Αρμένιοι ζούσαν εκεί. Ήταν δύσκολη περίοδος, αλλά ήμασταν χαρούμενοι που ζούσαμε στις ΗΠΑ και ήμασταν ασφαλείς. Έτσι, ξεκινήσαμε να ξαναχτίζουμε τη ζωή μας. Έχουν περάσει σχεδόν 30 χρόνια και ακόμα θυμάμαι την κρύα νύχτα που πετάξαμε για το Φάργκο, πόσο διαφορετικά ήταν όλα γύρω μας. Μετά ακολούθησαν οι υπερπροσπάθειες των γονιών μου να αγοράσουν το πρώτο μας σπίτι εδώ και να βάλουν τον αδελφό μου και εμένα στο πανεπιστήμιο.

Πώς ξεκίνησε το Ίδρυμα «Άννα Ασντβατζατουριάν»; Ποιος είναι ο στόχος του;

Με στόχο να μεγιστοποιήσω την αποτελεσματικότητα της δουλειάς και να αποκτήσω μεγαλύτερη διαφάνεια, έκανα τα πρώτα βήματα για να επισημοποιήσω το Ίδρυμα την άνοιξη του 2020.

Με τις επιθέσεις στο Νταβούς το καλοκαίρι του 2020 και τον πόλεμο στο Αρτσάχ το φθινόπωρο του 2020, το έργο του Ιδρύματος έγινε ζωτικής σημασίας για το μέλλον της Αρμενίας από ό,τι προβλεπόταν. Η ανθρωπιστική καταστροφή που αντιμετωπίζει σήμερα ο λαός τού Αρτσάχ είναι άνευ προηγουμένου.

Καθώς το Αρτσάχ και η Αρμενία αρχίζουν να ανοικοδομούνται στη μεταπολεμική τους πραγματικότητα, το Ίδρυμα θα συνεχίσει το έργο του για την ενίσχυση του αρμενικού έθνους, είτε ανεξάρτητα είτε σε συνεργασία με οργανισμούς και άτομα που εμπιστεύομαι.

Υποστηρίζετε ενεργά τα ανθρώπινα δικαιώματα και συμμετέχετε σε πολλά προγράμματα, ειδικά για το Αρμενικό Ζήτημα και την ανθρωπιστική βοήθεια, προκειμένου να ωφελήσετε τον ευάλωτο πληθυσμό της Αρμενίας και της Δημοκρατίας του Αρτσάχ. Τι μπορείτε να μας πείτε για αυτά τα προγράμματα; Ποιες είναι οι αντιδράσεις των ανθρώπων;

Πριν από τη δημιουργία του Ιδρύματος «Άννα Ασντβατζατουριάν» με την υποστήριξη του «mygrowing fanbase» και των κοινοτικών εταίρων της, την τελευταία δεκαετία ήμουν τυχερή να ηγηθώ δεκάδων ανθρωπιστικών, αναπτυξιακών, πολιτιστικών, περιβαλλοντικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων παγκοσμίως, με στόχο την υποστήριξη της κοινότητας και της τέχνης στην Αρμενία.

Μερικά από αυτά τα προγράμματα ήταν τα εξής: Ανακαίνιση επτά σχολικών χώρων υγιεινής με το Ίδρυμα «Παρός» στο Χντσορέσκ της Αρμενίας, φύτευση δέντρων με το «Αrmenia Tree Project» στο Ταλίν της Αρμενίας, υποστήριξη της σχολής «Ballet College» του Αρτσάχ, με 300 κοστούμια μπαλέτου, ρούχα και εκατοντάδες παπούτσια χορού, Υποστήριξη ομαδικών πρωτοβουλιών γυναικών σε όλη την Αρμενία, Παροχή ιατρικών εξετάσεων για τη φροντίδα των ματιών, χειρουργικές επεμβάσεις και γυαλιά οράσεως σε δύο χωριά στην περιοχή Σιουνίκ της Αρμενίας, φορητή μονάδα μπάνιου και κουζίνας για τον συνοριακό σταθμό Αρτσάχ με το Ταμείο των Αρμενίων Πληγέντων Ηρώων (AWHF), εκατοντάδες ιατρικές συσκευές και πάνελ ηλιακής ενέργειας για συνοριακούς σταθμούς Αρτσάχ, οργάνωση, συλλογή και αποστολή χειροποίητων αντικειμένων σε παιδιά του αγροτικού πληθυσμού του Αρτσάχ, οικονομική βοήθεια σε οικογένειες προσφύγων από το Μπακού που κατοικούν στο Αρτσάχ και στην Αρμενία, είδη τέχνης, φορεσιές σε παιδιά του Αρτσάχ στο νηπιαγωγείο του Σουσί, «Armath Laboratory» με εκτυπωτές 3D, υπολογιστές, έπιπλα και λογισμικό για το 8ο σχολείο του Στεπανακέρτ, κατασκευή δύο καταφυγίων για αμάχους στην επαρχία Νταβούς της Αρμενίας με το Ίδρυμα «Μπαχμπάν», ιατρικές και ανθρωπιστικές προμήθειες στο Αρτσάχ και στην Αρμενία μέσω του AWHF, οικονομική βοήθεια σε 200 οικογένειες προσφύγων στο Αρτσάχ και Χριστουγεννιάτικα δώρα σε 1500 παιδιά πρόσφυγες του Αρτσάχ.

Ανακοινώσατε τη δημιουργία της πρωτοβουλίας για την τεκμηρίωση και την έρευνα οικονομικών, προσωπικών και περιουσιακών απωλειών των Αρμενίων του Αρτσάχ που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα για αυτό;

Η πρωτοβουλία είναι μια λεπτομερής συλλογή δεδομένων σχετικά με τον εκτοπισμένο και τον πληγέντα πληθυσμό του Αρτσάχ. Το πρόγραμμα ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2020 σε συνεργασία με την Ένωση Κοινωνικών Εργαζομένων της Αρμενίας, το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων της Δημοκρατίας της Αρμενίας, το Υπουργείο Στέγασης και Κοινωνικών Υποθέσεων της Δημοκρατίας του Αρτσάχ, τα Γραφεία της Αρμενίας, και το Ίδρυμα Διαμεσολάβησης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Αρτσάχ. Τα δεδομένα είναι πληροφορίες σχετικά με τον ιατρικό, ψυχολογικό και οικονομικό αντίκτυπο του πολέμου στον πληθυσμό του Αρτσάχ, που ζει εντός και εκτός αυτού.

Ο σκοπός της συλλογής δεδομένων είναι να βοηθήσει τις κυβερνήσεις του Αρτσάχ, της Αρμενίας και των διεθνών ανθρωπιστικών οργανισμών να υπολογίσουν τον ακριβή αντίκτυπο της καταστροφής στο Αρτσάχ, προκειμένου να βοηθήσουν τις οικογένειες που πλήττονται.

Ποιες είναι οι σκέψεις και τα σχόλιά σας σχετικά με την παρούσα κατάσταση της Αρμενίας και του Αρτσάχ;

Ο πόλεμος στο Αρτσάχ ήταν η απόλυτη καταστροφή για το αρμενικό έθνος. Μια τραγωδία για τον αρμενικό λαό παγκοσμίως, και ειδικά στο Αρτσάχ. Θα κάνω ό,τι μπορώ για να ανυψώσω το ηθικό των συνανθρώπων μου μέχρι την ημέρα που θα κλείσω τα μάτια μου.

 

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 31 επισκέπτες συνδεδεμένους