Αρμινέ Τιγκρανιάν Εκτύπωση E-mail

ARMINE DIGRANIAN 450px

Συνέντευξη με τη διδάκτορα Ιστορίας και εμπειρογνώμονα της πολιτιστικής κληρονομιάς Αρμινέ Τιγκρανιάν, με αφορμή την εκδήλωση για τα αρμενικά πολιτιστικά μνημεία του Αρτσάχ που διοργάνωσε ο Σύλλογος Ελληνοαρμενικής Φιλίας, υπό την αιγίδα της Πρεσβείας της Δημοκρατίας της Αρμενίας στην Αθήνα.

H Αρμινέ Τιγκρανιάν ειδικεύεται στην πολιτιστική κληρονομιά, με έμφαση στην προστασία της, κατά τη διάρκεια και ύστερα, από ένοπλες συγκρούσεις στο πολιτιστικό δίκαιο και στους διεθνείς μηχανισμούς προστασίας της υλικής και άυλης κληρονομιάς.

Το έργο της επικεντρώνεται στη διασταύρωση της πολιτιστικής κληρονομιάς με την ταυτότητα και τη διατήρηση της κοινότητας.

Έλαβε τον μεταπτυχιακό της τίτλο το 2015 από το Κρατικό Πανεπιστήμιο του Γερεβάν, από τη Σχολή Πολιτιστικών Σπουδών. Το 2025 υποστήριξε τη διατριβή της, αποκτώντας τον τίτλο Διδάκτωρ Ιστορίας (πολιτιστικές σπουδές).

Σήμερα διδάσκει στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Γερεβάν και στο Κρατικό Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Αρμενίας, και είναι συγγραφέας αρκετών επιστημονικών δοκιμίων και δημοσιευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των μονογραφιών «Η πολιτική του Αζερμπαϊτζάν για την καταστροφή και την απαλλοτρίωση της χριστιανικής κληρονομιάς του Αρτσάχ» και «Η αρμενική πολιτιστική κληρονομιά του Αρτσάχ: Μηχανισμοί προστασίας στο Διεθνές Σύστημα Διατήρησης της Κληρονομιάς».

Από το 2020, η Τιγκρανιάν υπήρξε το νεότερο μέλος της διεθνούς οργάνωσης για την κληρονομιά «Europa Nostra». Η ίδια συνεισφέρει επίσης στο «Monument Watch» ως ερευνήτρια για την πολιτιστική κληρονομιά του Αρτσάχ. Είναι επίσης συντονίστρια της αρμενικής ΜΚΟ «Bnorran» για τη διατήρηση των ιστορικών μνημείων, και νεότερη ερευνήτρια στο Ερευνητικό Κέντρο «Ambert».

Τον Ιανουάριο του 2024 παρουσίασε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το ζήτημα της πολιτιστικής κληρονομιάς του Αρτσάχ, η οποία σήμερα απειλείται, τονίζοντας την ανάγκη διατήρησης της άυλης αρμενικής κληρονομιάς της περιοχής.

Στη Λιλίτ Βαρτανιάν

Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με το θέμα; Πείτε μας λίγα λόγια για τον εαυτό σας.

Στις 8 Οκτωβρίου 2020, όταν το Αζερμπαϊτζάν βομβάρδισε τον καθεδρικό ναό του Αγίου Σωτήρος (Γαζαντσετσότς) στο Σουσί, βίωσα βαθύ πόνο. Τα τελευταία χρόνια προσευχόμουν εκεί με μεγάλη κατάνυξη και αυτό το χτύπημα το δέχθηκα πολύ προσωπικά. Απευθύνθηκα στον επιστημονικό μου υπεύθυνο δρ Αμλέτ Πετροσιάν και τον παρακάλεσα να με βοηθήσει. Με παρότρυνσή του, ως ιστορικός με ειδίκευση στα πολιτιστικά θέματα, μελέτησα το ζήτημα της στοχοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς κατά τη διάρκεια των ενόπλων συγκρούσεων. Δυστυχώς, ο πόλεμος και οι επακόλουθες ενέργειες του Αζερμπαϊτζάν με σκοπό την καταστροφή, την ιδιοποίηση, την κατάργηση της άυλης κληρονομιάς και την υπονόμευση της ταυτότητας των Αρμενίων ήταν καθοριστικοί παράγοντες για τις μετέπειτα έρευνές μου.

Η καταγωγή σας είναι από το Αρτσάχ;

Όχι, είμαι από το Γκιουμρί, αλλά μετά την ολοκλήρωση των σπουδών μου, διαμένω στο Γερεβάν. Αγαπούσα τόσο πολύ τον πολιτισμό των Αρμενίων του Αρτσάχ, που δεν θα μπορούσα να μείνω αδιάφορη μπροστά στην καταστροφή της ταυτότητάς τους. Έγραψα μια σειρά από άρθρα προσπαθώντας να καταλάβω τα κενά στο σύστημα του διεθνούς δικαίου. Η προστασία των πολιτιστικών αγαθών εν καιρώ πολέμου βασίζεται στις Συμβάσεις της Χάγης και της Γενεύης, αλλά αυτές αφορούν κυρίως την υλική κληρονομιά. Και όταν άρχισα να ασχολούμαι με την άυλη κληρονομιά, δηλαδή με τις τελετές, την κουζίνα, την τέχνη, συνειδητοποίησα ότι σχεδόν δεν υπάρχουν μηχανισμοί προστασίας της άυλης κληρονομιάς στο διεθνές δίκαιο. Η άυλη, ζωντανή μας κληρονομιά κινδυνεύει.

Οπότε, στην ουσία, μαζί με τα πολιτιστικά μνημεία, μελετήσατε και το διεθνές δίκαιο.

Ναι, επειδή ήταν προφανές ότι οι πολιτιστικές αξίες και η άυλη κληρονομιά δεν προστατεύονται. Αυτά τα υπαρκτά, πραγματικά ζητήματα συνέβαλαν στη μελέτη του διεθνούς νομικού συστήματος, των συμβάσεων, των ψηφισμάτων για την εξεύρεση της προοπτικής των πολιτιστικών δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η Σύμβαση της Χάγης προστατεύει την υλική κληρονομιά, αλλά η κληρονομιά που σχετίζεται με την ταυτότητα, τις γνώσεις, τις δεξιότητες, την εμπειρία δεν έχει σχεδόν καμία προστασία.
Επιπλέον, ήταν σημαντικό να δείξουμε ότι η απέλαση των Αρμενίων του Αρτσάχ έγινε πράγματι με τη χρήση βίας. Συχνά, η βία γίνεται κατανοητή μόνο με τη φυσική της έννοια, όμως το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Ρώμης εξηγεί ότι βία συνιστά πρωτίστως η έλλειψη επιλογής. Όταν οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιλέξουν αν θα μείνουν ή θα φύγουν, υπό τον φόβο για τη ζωή τους, είναι ήδη βίαια εκτοπισμένοι. Το Δικαστήριο της Ρώμης σημειώνει επίσης ότι η δημιουργία μιας ατμόσφαιρας φόβου ήδη αποτελεί βία. Και όταν βλέπουμε η ατμόσφαιρα αυτή να συνοδεύεται από μισαλλοδοξία προς την κληρονομιά, μπορεί να αποτελέσει ένδειξη βίαιης απέλασης.
Μελετώντας αυτά τα συνδυασμένα προβλήματα, προσπάθησα να εξετάσω την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς του Αρτσάχ όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Όταν η κληρονομιά εξαφανίζεται ή ιδιοποιείται, οι άνθρωποι στερούνται της ταυτότητάς τους. Αυτό παραβιάζει το δικαίωμα των γενεών να αναγνωρίζουν, να εκπαιδεύονται και να αναπτύσσονται βάσει της κληρονομιάς τους.

Η πολιτική που ακολουθεί το Αζερμπαϊτζάν αφορά μια αλυσίδα συστηματικών ενεργειών που στοχεύουν στην κατάργηση της ταυτότητας των Αρμενίων του Αρτσάχ. Όταν η καταστροφή της κληρονομιάς θεωρείται παραβίαση των πολιτιστικών δικαιωμάτων του ατόμου, καθίσταται ένα ζωντανό και επίκαιρο ζήτημα που αντιμετωπίζεται στο πλαίσιο της προστασίας των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η πολιτική του Αζερμπαϊτζάν, προμελετημένη, οργανωμένη και κλιμακούμενη, στοχεύει να εκκαθαρίσει το Αρτσάχ από κάθε ίχνος αρμενικού πολιτισμού παραβιάζοντας το δικαίωμα των επερχόμενων γενεών να γνωρίσουν την ιστορική αλήθεια στο σύνολό της.

Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι πρόκειται για μια οργανωμένη κρατική πολιτική, όπως στην περίπτωση της καταστροφής των αρμενικών χατσκάρ (σταυρόλιθων) της Νορ Τζουγά, στο Ναχιτσεβάν. Δεν είναι εφικτό να αποκαλυφθεί η ταυτότητα ενός μνημείου μέσω της τεχνολογίας και της επιστήμης; Εξάλλου, αυτά έχουν πολλά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αρμενικής αρχιτεκτονικής.

Ναι, όπως σωστά αναφέρατε, η επιστήμη αναπτύσσεται γρήγορα, και διάφορα κέντρα πραγματοποιούν μια τρισδιάστατη ανάκτηση της κληρονομιάς μέσω 3D τεχνολογίας. Όμως η τεράστια κληρονομιά του Αρτσάχ είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθεί με αυτόν τον τρόπο. Πρόκειται για μια εκτενή διαδικασία που απαιτεί πολλή προσπάθεια και πόρους, και η οποία πραγματοποιείται τώρα σε κάποιον βαθμό, αλλά δεν είναι ισοδύναμη με την πολιτική της ιδιοποίησης που ακολουθείται από το Αζερμπαϊτζάν. Στην παρουσίασή μου ανέφερα ότι στο αρμενικό μοναστήρι Ντατιβάνκ υπάρχουν περί των 200 επιγραφών και χατσκάρ που είναι παλαιότερα από ό,τι το κύριο κτίσμα της εκκλησίας. Το Αζερμπαϊτζάν, όμως, διαδίδει ότι τα εγκατέστησαν οι Αρμένιοι τα τελευταία χρόνια, μετά την απελευθέρωση του Αρτσάχ, και ότι τα χατσκάρ αυτά απλά κατασκευάστηκαν σε ένα εργοστάσιο κοντά στο μνημείο.

Σήμερα, το Αζερμπαϊτζάν δεν επιτρέπει την άφιξη αποστολής της UNESCO στο Αρτσάχ, και έτσι οι διεθνείς παρατηρητές δεν μπορούν να τεκμηριώσουν την παρούσα κατάσταση της κληρονομιάς. Μετά τον πόλεμο, ο υπουργός Πολιτισμού του Αζερμπαϊτζάν ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας επιτροπής που υποτίθεται ότι θα μελετούσε τις επιγραφές των εκκλησιών και θα τις καθάριζε από τις «ψευδείς» μαρτυρίες. Αυτή ήταν μια άμεση απειλή για την ιστορική αλήθεια.

Η ιστορία μας δεν χρειάζεται να αποδειχθεί, αλλά το Αζερμπαϊτζάν παραποιεί τα γεγονότα με τέτοια ταχύτητα που η αρμενολογία, αντί να ασχολείται με την παρουσίαση των δικών μας θέσεων και αξιών, ασχολείται με το να αντικρούει τις ψευδείς αυτές μαρτυρίες. Το γεγονός αυτό αναστέλλει τη φυσιολογική ανάπτυξη της αρμενικής γλώσσας και πολιτισμού. Επιπλέον, το Αζερμπαϊτζάν δραστηριοποιείται σε διεθνείς πλατφόρμες, διοργανώνοντας εκθέσεις και συναντήσεις προκειμένου να ενισχύσει τις ψευδείς του θέσεις και επενδύοντας μεγάλους οικονομικούς πόρους. Για παράδειγμα, πρόσφατα διοργανώθηκε στη Λετονία μια έκθεση χαλιών όπου τα χαλιά από το Αρτσάχ παρουσιάστηκαν ως «γενετικός κώδικας και μνήμη» του Αζερμπαϊτζάν. Σε μια άλλη έκθεση στην Πολωνία, η μονή Ντατιβάνκ, το Αμαράς, το Τσιτσερναβάνκ και το Γκαντζασάρ παρουσιάστηκαν ως αλβανική κληρονομιά.

Πώς μπορούμε σε κρατικό επίπεδο να προστατέψουμε τα μνημεία του Αρτσάχ από την οριστική απώλεια;

Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί μια παγκόσμια υποχρέωση για όλα τα κράτη. Ανεξάρτητα από την πολιτική κατάσταση, η κληρονομιά πρέπει να διατηρηθεί ως συντελεστής της πολιτιστικής πολυμορφίας και της συνοχής του πλανήτη. Η προστασία των πολιτιστικών αξιών έχει υπερεθνικό και υπερκρατικό χαρακτήρα. Αυτή η ιδέα έχει δημιουργήσει ένα διεθνές σύστημα που υπογραμμίζει ότι κάθε λαός είναι μέρος της παγκόσμιας πολιτιστικής πολυμορφίας. Όταν χάνεται ένα χρώμα από αυτή την ποικιλία, διαταράσσεται ολόκληρη η εικόνα. Η προστασία της κληρονομιάς του Αρτσάχ δεν είναι απλώς ζήτημα καλής θέλησης αλλά υποχρέωση, σύμφωνα με τη Σύμβαση της Χάγης.

Ξέρετε, δεν περίμενε κανείς ότι ο αρμενισμός του Αρτσάχ, δηλαδή περισσότεροι από 120.000 άνθρωποι, θα αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους σε μόλις 3 -4 ημέρες. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που τα πολιτιστικά μνημεία δεν προστατεύτηκαν σωστά, καθώς η σωτηρία της ανθρώπινης ζωής είχε προτεραιότητα.

Ο βίαιος εκτοπισμός μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μόλις λίγες ώρες. Όταν κάποιος αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει άλλη επιλογή και ότι η ζωή του κινδυνεύει, φεύγει. Το Αζερμπαϊτζάν έχει στοχοποιήσει δημόσια κτίρια: σχολεία, νηπιαγωγεία, μνημεία.

Και από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου, η καταστροφή μνημείων θεωρείται βία κατά του άμαχου πληθυσμού. Γιατί;

Επειδή η κληρονομιά συνδέεται με τους ανθρώπους και η απευθείας στοχοποίησή της αποτελεί ένα τεράστιο πλήγμα για τον ειρηνικό πληθυσμό. Πρέπει να στοχοποιούνται μόνο οι περιοχές στρατιωτικής σημασίας. Η κληρονομιά δεν μπορεί ποτέ να αποτελέσει αντικείμενο στρατιωτικού στόχου. Οι κανόνες του πολέμου, σύμφωνα με τις Συμβάσεις της Γενεύης και της Χάγης, απαγορεύουν τη στοχοποίηση περιοχών όπου κατοικούν άμαχοι.

Ο σκοπός της καταστροφής της κληρονομιάς είναι να προκαλέσει ψυχολογικό τραύμα στην κοινωνία. Υπό αυτή την οπτική, αν εξετάσουμε την έννοια της γενοκτονίας, πρόκειται για μια συστηματική διαδικασία που στοχεύει σε μεγάλους αριθμούς ανθρώπων, διαταράσσοντας τις συνθήκες ζωής τους, την ταυτότητά τους και τη συνέχεια της ύπαρξής τους. Και αν η κληρονομιά συνδέεται με πολλούς ανθρώπους, τότε η καταστροφή της δεν συνιστά ένα απλό χτύπημα σε έναν άνθρωπο αλλά ένα παγκόσμιο πλήγμα. Όλα αυτά, όταν είναι οργανωμένα, προμελετημένα και πραγματοποιούνται βήμα-βήμα, διαμορφώνουν την έννοια της γενοκτονίας.

Η καταστροφή της κληρονομιάς σε συνθήκες ειρήνης είναι εξίσου επικίνδυνη.

Αν δεν υπάρχει πόλεμος, τότε γιατί να καταστρέφεται η κληρονομιά που ανήκει σε αμάχους; Αυτό μετατρέπεται σε ένα νέο είδος πολέμου, χωρίς όπλα, αλλά με ένα εξίσου οδυνηρό χτύπημα εναντίον των αμάχων. Η διεθνής κοινότητα συχνά αντιδρά με βάση την πολιτική σκοπιμότητα. Στην περίπτωση του Αρτσάχ, έχω οργανώσει αυτές τις αντιδράσεις σε τρία στάδια:

Το πρώτο στάδιο αφορά την περίοδο του πολέμου των 44 ημερών. Η UNESCO και ο ΟΗΕ, μαζί με άλλες οργανώσεις, έκαναν διάφορες δηλώσεις και εκκλήσεις. Ζήτησαν και από τις δύο πλευρές να αποφύγουν την καταστροφή της κληρονομιάς, προσεγγίζοντας το ζήτημα με βάση την Αρχή των Ίσων Αποστάσεων, κάτι που ουσιαστικά αγνοούσε την πραγματικότητα.

Το δεύτερο στάδιο ξεκίνησε από το 2021 και έπειτα, με φόντο τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο. Η διεθνής προσοχή κατά την περίοδο αυτή αυξήθηκε και οι ορισμένες οργανώσεις άρχισαν να ανταποκρίνονται με μεγαλύτερη ακρίβεια. Αξιοσημείωτη ήταν η απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης στις 7 Δεκεμβρίου 2021, η οποία υιοθετήθηκε στο πλαίσιο της Σύμβασης για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων του 1965.

Έτσι, για πρώτη φορά, η καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς χαρακτηρίστηκε ως εκδήλωση φυλετικής διάκρισης. Αυτή ήταν μια άνευ προηγουμένου απόφαση. Το Δικαστήριο έκρινε ότι απαγορεύεται όχι μόνο η καταστροφή της κληρονομιάς αλλά και η βεβήλωσή της. Αυτό ισχύει τόσο για την υλική όσο και για την άυλη κληρονομιά.

Η τρίτη σημαντική ανταπόκριση προήλθε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αρχικά, το ψήφισμα για την ανθρωπιστική κατάσταση στο Αρτσάχ είχε σαφή αναφορά στην καταστροφή της κληρονομιάς. Το 2022 υιοθετήθηκε ένα νέο ψήφισμα που ήταν εξολοκλήρου αφιερωμένο στην πολιτιστική κληρονομιά του Αρτσάχ. Εδώ, για πρώτη φορά, μια διεθνής οργάνωση έδειξε με ανοιχτό κείμενο ότι αυτό που εφαρμόζεται στο Αζερμπαϊτζάν δεν είναι μια νέα πραγματικότητα. Το ψήφισμα υποστήριζε ότι αυτή είναι μια προγραμματισμένη πολιτική που ξεκίνησε από το 1918, αναφέροντας ως προηγούμενο παράδειγμα το Ναχιτσεβάν και επισημαίνοντας ότι το Ντατιβάνκ και το Γκαντζασάρ μπορεί να έχουν την ίδια τύχη.

Όλα αυτά ήταν ιδιαίτερα σημαντικά από μια οπτική γωνία: όταν η καταστροφή των μνημείων συνιστά ατομική πράξη, είναι καταδικαστέα. Όταν όμως αυτή εξετάζεται ως κρατική πολιτική, αποτελεί ξεκάθαρα ζήτημα διεθνούς δικαίου. Δυστυχώς, αυτές οι αποφάσεις έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα, χωρίς την επιβολή κυρώσεων. Η καταγραφή τους, όμως, έχει αξία από μόνη της, διότι αποδεικνύει ότι η διεθνής κοινότητα γνωρίζει την αλήθεια, τουλάχιστον σε ορισμένα επίπεδα.

Νομίζω ότι το πιο οδυνηρό για τους Αρμένιους που εκτοπίστηκαν βίαια από το Αρτσάχ είναι οι εικόνες βεβήλωσης των κοιμητηρίων τους. Πιστεύω δεν υπάρχει χειρότερος, βαθύτερος πόνος…

Το Αζερμπαϊτζάν το πράττει σκόπιμα, καθώς γενοκτονία δεν σημαίνει μόνο φυσική εξόντωση. Όπως επισημαίνει η Σύμβαση, γενοκτονία είναι επίσης η δημιουργία ψυχολογικών συνθηκών που προκαλούν βαθιά τραύματα σε μια κοινότητα, εμποδίζοντας την αναγέννησή της. Γενοκτονία είναι ακόμη η κατάργηση της δυνατότητας μιας ομάδας να επιβιώσει. Όταν λέμε «ομάδα», εννοούμε μια κοινότητα με ταυτότητα, κουλτούρα, όνειρα και προοπτικές για ανάπτυξη. Ένα περιβάλλον όπου υπάρχουν μορφές εκπαίδευσης, τόσο επίσημες όσο και ανεπίσημες, όπου τα παιδιά μπορούν να ακούν τα παραμύθια των γιαγιάδων τους, να προσεύχονται στην ιερά μονή Ντατιβάνκ, να μεγαλώνουν μέσα στο πολιτιστικό τους περιβάλλον. Η αναγκαστική μετανάστευση διαταράσσει αυτή την ολότητα. Ναι, οι άνθρωποι υπάρχουν σωματικά, αλλά δεν έχουν κοινότητα, δεν έχουν ένα περιβάλλον όπου να μπορούν να αναδημιουργήσουν τη ζωή τους, την ταυτότητά τους.

Η εξασφάλιση της συνέχειας αποτελεί την κατεξοχήν έννοια της κληρονομιάς. Όταν λέμε να διατηρήσουμε την κληρονομιά, εννοούμε να τη μεταδώσουμε. Πάντα λέω στους μαθητές μου ότι η διατήρηση της κληρονομιάς χωρίς τη μεταβίβασή της δεν έχει νόημα. Όταν σπάει αυτή η αλυσίδα, διαταράσσεται η ταυτότητα.

Ας μιλήσουμε για τα βήματα που οφείλουμε να κάνουμε. Πώς θα μπορούσε η επιστημονική κοινότητα της Αρμενίας, σε συνεργασία με την αρμενική κυβέρνηση και τη διασπορά, να επιτύχει πιο σημαντικά, απτά αποτελέσματα;

Θα πρέπει να γίνουν μερικές βασικές ενέργειες. Πρώτον, η καταγραφή της κληρονομιάς. Δεύτερον, όπως προαναφέρατε, η χρήση σύγχρονων μέσων, η επανάκτηση και η ανακατασκευή μέσω 3D τεχνολογιών. Τρίτον, μια μόνιμη παρακολούθηση σε μορφή 24/7. Αυτή θα μας έδινε τη δυνατότητα όχι μόνο να ελέγχουμε την κατάσταση, αλλά και να ενθαρρύνουμε, να απαιτήσουμε την υλοποίηση της αποστολής της UNESCO στο Αρτσάχ, τουλάχιστον για να τεκμηριώσουμε την παρούσα κατάσταση των μνημείων, προς αποφυγή περαιτέρω καταστροφών. Προτεραιότητά μας σήμερα είναι να σταματήσουμε τις καταστροφές, και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω καταγραφής και τεκμηρίωσης. Η Διασπορά πρέπει να χρησιμοποιήσει όλες τις δυνάμεις της για να ζητήσει από διεθνείς οργανισμούς την καταχώρηση της κληρονομιάς και την εμπλοκή της UNESCO.

Εκτός αυτού, είναι απαραίτητο να ενεργοποιήσουμε τη σύνδεση με διεθνή επιστημονικά κέντρα, για να διατηρήσουμε την αληθινή πληροφόρηση και να τη μεταφέρουμε στις επόμενες γενιές. Η προστασία της κληρονομιάς δεν είναι μόνο υλική. Η διασπορά μπορεί να προωθήσει την επιστημονική επικοινωνία σε αυτό το θέμα με διαλέξεις και συζητήσεις, όπου να συμμετέχουν και παιδιά. Είναι άμεση υποχρέωσή μας, και όχι πράξη καλής θέλησης, το να μεταφέρουμε τις γνώσεις μας στις επόμενες γενιές.

Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό να τεκμηριώσουμε τις πολιτιστικές πρακτικές μέσω βίαια εκτοπισμένων Αρμενίων του Αρτσάχ.

Να κατανοήσουμε πώς θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε αυτές τις κοινότητες ώστε να διατηρήσουν τον πολιτισμό τους, όπως ας πούμε να ψήνουν την ιδιαίτερη χορτόπιτα «ζενγκιαλόβ χατς», να επικοινωνούν μεταξύ τους. Η συνεχής επαφή μεταξύ των μελών της κοινότητας είναι καθοριστική για τη διατήρηση και την ανασυγκρότηση της ταυτότητας.

Σήμερα, ο αρμενισμός του Αρτσάχ είναι διασκορπισμένος σε πολλές περιοχές της Αρμενίας, και εκτός των συνόρων της, και αυτό αποτελεί πρόβλημα. Η διασπορά θα μπορούσε να εφαρμόσει προγράμματα με σκοπό την καταγραφή, την κινητοποίηση των μελών των κοινοτήτων των εκτοπισμένων, ώστε να ξεκινήσει η αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Ιδιαίτερης σημασίας είναι το να συνεχιστούν τα φεστιβάλ άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Θα μπορούσε η διασπορά να τα επαναφέρει, να ξαναζωντανέψει τις μνήμες και να ενισχύσει τη σύνδεση μεταξύ των γενεών. Τέλος, θα μπορούσε η διασπορά να συνεχίσει την αποστολή αιτημάτων προς τους διεθνείς οργανισμούς, εφιστώντας την προσοχή τους στην καταστροφή των πανανθρώπινων αξιών.

Σας ευχαριστούμε πολύ για το σημαντικό σας έργο και την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη.

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"

Kantsaran Banner

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

typografia


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 20 επισκέπτες συνδεδεμένους